Υπέρ της διατήρησης της ρύθμισης της χονδρικής πρόσβασης και όσον αφορά τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα επόμενης γενιάς τάσσονται οι εναλλακτικοί τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι σε Ελλάδα και Ευρώπη, υποστηρίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο θα συνεχίσει να υπάρχει και ανταγωνισμός αλλά και επενδύσεις από όλους τους παρόχους.
Παρουσιάζοντας σε εκπροσώπους των ελληνικών μέσων ενημέρωσης τα συμπεράσματα έρευνας για τα δίκτυα επόμενης γενιάς (VDSL και οπτικές ίνες που προσφέρουν πολύ υψηλότερες ταχύτητες διακίνησης δεδομένων) της εταιρείας Analysys Mason για λογαριασμό της ECTA ( European Competitive Telecommunications Association), ο Αντώνης Τζωρτζακάκης, γενικός διευθυντής σταθερής τηλεφωνίας & επιχειρησιακής ανάπτυξης της Wind Ελλάς αλλά και μέλος του δ.σ. της ECTA, τόνισε ότι η ρύθμιση της χονδρικής πρόσβασης που έγινε την τελευταία δεκαετία βοήθησε σημαντικά στην εντυπωσιακή αύξηση της διείσδυσης της ευρυζωνικότητας. Σύμφωνα με τον κ. Τζωρτζακάκη, τα δίκτυα επόμενης γενιάς για να αναπτυχθούν προϋποθέτουν σημαντικές επενδύσεις που με τη σειρά τους προϋποθέτουν ένα ρυθμιστικό πλαίσιο υπέρ του ανταγωνισμού και της ίσης μεταχείρισης όλων των παρόχων με τη ρύθμιση να είναι ex-ante και όχι ex-post.
Η συζήτηση επί του θέματος χαρακτηρίζεται ως επίκαιρη δεδομένου ότι από τον περασμένο μήνα είναι σε εξέλιξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση η δημόσια διαβούλευση για το ρυθμιστικό πλαίσιο στις τηλεπικοινωνίες, όπου τα δίκτυα επόμενης γενιάς αποτελούν βασικό κομμάτι. Στόχος της διαβούλευσης είναι να διερευνηθεί κατά πόσο το υφιστάμενο πλαίσιο εξυπηρετεί τον κοινό στόχο της Ψηφιακής Ατζέντας για το 2020, δηλαδή να υπάρχει ευρυζωνική κάλυψη με ταχύτητες άνω των 30 Μbps για το 100% του πληθυσμού της ΕΕ και ευρυζωνική κάλυψη με ταχύτητες άνω των 100 Μbps για το 50% των νοικοκυριών. Αν η ΕΕ καταλήξει στο συμπέρασμα ότι απαιτούνται αλλαγές τότε αυτές θα τις δούμε να εντάσσονται στην νομοθεσία των κρατών – μελών προς το τέλος της επόμενης χρονιάς ώστε να τεθούν σε ισχύ το 2017.
Η μελέτη της Analysys Mason έδειξε ότι η ρύθμιση της χρονδρική πρόσβαση είχε σαν αποτέλεσμα η διείσδυση της ευρυζωνικότητας να εκτιναχθεί από το 8% του πληθυσμού το 2004 στο 31% το 2014 στην ΕΕ. Αντίστοιχα στην Ελλάδα, η διείσδυση της ευρυζωνικότητας μέσα σε μια δεκαετία έχει πάει από το …μηδέν (0,5%) στο 28,7% του πληθυσμού, συγκλίνοντας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ξεπερνώντας σε επιδόσεις αγορές με παρόμοια χαρακτηριστικά όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία.
Ο κ. Τζωρτζακάκης υποστήριξε ότι οι εναλλακτικοί πάροχοι βελτιώνουν διαρκώς τα προϊόντα τους και μειώνουν τις τιμές, κάτι που φαίνεται και από τη μελέτη, η οποία επίσης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η απορρύθμιση δεν φέρνει ανάπτυξη στα δίκτυα επόμενης γενιάς. Είναι χαρακτηριστικό ότι -παρά την περί του αντιθέτου εκτίμηση- οι ΗΠΑ είναι πίσω από την Ευρώπη όσον αφορά στα δίκτυα VDSL και στην κάλυψη με δίκτυα οπτικών ινών.
Ελλάδα
Στην Ελλάδα είναι σε εξέλιξη η ανάλυση από την ΕΕΤΤ των αγορών στη χώρα μας, με στόχο να καθορίσει το ρυθμιστικό πλαίσιο για τα επόμενα έτη για τις χονδρικές αγορές. Σύμφωνα με την άποψη του κ.΄Τζωρτζακάκη, το πλαίσιο που θα προκύψει οφείλει να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για επένδυση από παρόχους σε NGA (και συνεπένδυση) και να διασφαλίζει την οικονομική και τεχνική αναπαραγωγιμότητα (replicability) με στόχο τον περιορισμό της διακριτικής μεταχείρισης υπέρ του δεσπόζοντος παρόχου.
Εθνικό Σχέδιο
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή την περίοδο έχει ξεκινήσει και η διαβούλευση για το Εθνικό Σχέδιο Ευρυζωνικότητας που ετοιμάζει το υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Στόχος του σχεδίου είναι η επίτευξη των στόχων της Ψηφιακής Ατζέντας και ο εκτιμώμενος προϋπολογισμός του είναι στα 425 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το ήμισυ προορίζεται για την ευρυζωνική κάλυψη του 100% του ελληνικού πληθυσμού και τα υπόλοιπα αφορούν την ενίσχυση της προσφοράς και της ζήτησης μέσω “κουπονιών” που θα δίνονται τόσο σε παρόχους όσο και σε καταναλωτές προκειμένου να αποκτήσουν συνδέσεις όπου οι ταχύτητες θα φθάνουν τα 100 Mbps.
Σύμφωνα με τον κ. Τζωρτζακάκη, το σχέδιο κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς το μοντέλο των “κουπονιών” έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν και έχει αποδώσει, αλλά θα πρέπει να υπάρξει συναίνεση και συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων παρόχων όσον αφορά την ανάπτυξη των υποδομών τους ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία ανάπτυξης των δικτύων επόμενης γενιάς.