Ετσι μόνο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η «φουρτούνα» για την παραχώρηση του ΟΛΠ στην Cosco. Μια σύμβαση που υπεγράφη μετά βαΐων και κλάδων και με την παρουσία του Αλέξη Τσίπρα, κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή.
Εκεί, ω του θαύματος, διαπιστώθηκαν κάποιες αλλαγές, οι οποίες δεν έβρισκαν σύμφωνους τους Κινέζους που διαμαρτυρήθηκαν έντονα απειλώντας να τινάξουν στον αέρα το ταξίδι του Αλέξη Τσίπρα στην Κίνα.
Οι περισσότεροι έριξαν το φταίξιμο για τις «περίεργες» αλλαγές στον υπουργό Ναυτιλίας, Θ. Δρίτσα, αυτός τα έριξε στην κυβέρνηση, λες και δεν ανήκει και ο ίδιος σ’ αυτήν. Και στο τέλος, μετά από ακόμη μια «σκληρή διαπραγμάτευση» διά χειρός Δρίτσα, η σύμβαση άλλαξε.
Καμιά σημασία δεν έχει τι συνέβη και πώς, είναι αδιάφορο στην παρούσα φάση ποιος έκανε τη «λαθροχειρία». Το πιο σημαντικό είναι η έλλειψη σοβαρότητας στο πιο κρίσιμο θέμα για την ελληνική οικονομία: Τις επενδύσεις και πώς αυτές θα προχωρήσουν.
Αν η σύμβαση που υπεγράφη με τους Κινέζους δεν ήταν καλή ή συμφέρουσα για το ελληνικό δημόσιο μπορεί να συζητηθεί. Ομως, αυτή η σύμβαση, κι όχι εκείνη με τις αλλαγές, υπογράφηκε από το ΤΑΙΠΕΔ και με τον κ. Τσίπρα να συμφωνεί. Είναι αδιανόητο να γίνονται τέτοια παιχνίδια για μια υπόθεση που έπρεπε να έχει λήξει εδώ και μήνες.
Οι επιχειρηματίες, Ελληνες ή ξένοι, θέλουν ξεκάθαρες διαδικασίες. Οταν οι δύο συμβαλλόμενοι φτάνουν στην υπογραφή της συμφωνίας, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος για προσωπικές στρατηγικές ή για ιδεοληψίες. Pacta sount servanta, έτσι λέει η διεθνής πρακτική στις business. Σε όποιον δεν αρέσει ή διαφωνεί πρέπει να παραιτείται. Αλλος δρόμος δεν υπάρχει και κυρίως δεν υπάρχει άλλος χρόνος.
Ο δε πρωθυπουργός οφείλει να ξεκαθαρίσει με ποιους θα προχωρήσει στην απόφαση που πήρε για την πορεία της χώρας και της οικονομίας. Οτιδήποτε άλλο οδηγεί σε πλήρη κατάρρευση της εμπιστοσύνης στην Ελλάδα και σε μεγάλη ζημιά που κανείς δεν θα μπορέσει να αναπληρώσει.