Ενα από τα πλεονεκτήματα που υπόσχονται όσοι προτρέπουν επιχειρηματίες να συστήσουν εταιρείες σε χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς είναι η πραγματοποίηση τριγωνικών συναλλαγών για την αύξηση των δαπανών σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στην Ελλάδα.
Στην περίπτωση αυτή, παρότι οι «σειρήνες» υπόσχονται ότι οι συναλλαγές αυτές είναι 100% νόμιμες, «ξεχνούν» να αναφέρουν ότι υπάρχουν διατάξεις στο φορολογικό δίκαιο της χώρας μας βάσει των οποίων δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των φυσικών προσώπων, νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, χωρίς να αποκλείεται η έκπτωση των δαπανών αν τα ανωτέρω πρόσωπα είναι φορολογικοί κάτοικοι κράτους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού.
Σύμφωνα με τις θέσεις της Διοίκησης που έχουν εκφρασθεί με διάφορες εγκυκλίους και έγγραφα για την απόδειξη ότι πρόκειται περί συνήθους συναλλαγής σε τρέχουσες τιμές αγοράς, θα πρέπει να προσκομίζονται στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή πραγματικά έχει λάβει χώρα και ότι έχει αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες (αγορές, υπηρεσίες, κ.λπ.). Ενδεικτικά τα στοιχεία αυτά είναι :
α) Η ύπαρξη εμπορικής συμφωνίας ή σύμβασης έργου με την αλλοδαπή εταιρία, που να ορίζει τους όρους της συναλλαγής δηλαδή το αντικείμενο, τη διάρκεια, το τίμημα, τους τρόπους πληρωμής και τις υποχρεώσεις των μερών.
β) Η καταβολή του τιμήματος αγοράς αποδεικνυόμενη με τραπεζικά εμβάσματα.
γ) Η πραγματική μεταφορά και λήψη των αγαθών αποδεικνυόμενη από τα σχετικά έγγραφα ή η πραγματική παροχή των υπηρεσιών αποδεικνυόμενη από το σχετικό πρωτόκολλο ολοκλήρωσης και παράδοση του έργου.
δ) Η αλλοδαπή εταιρία να πραγματοποιεί ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη, δηλαδή να έχει αποδεδειγμένα φυσική υπόσταση στη χώρα εγκατάστασής της, δηλαδή έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση, μόνιμα απασχολούμενο προσωπικό κ.λπ.
ε) Η δαπάνη να παράγει οικονομικό όφελος. Ειδικότερα σε ότι αφορά το θέμα του οικονομικού οφέλους που αποφέρει μία συναλλαγή με εταιρία της αλλοδαπής, αυτό μπορεί να εκτιμηθεί εάν εξετασθούν οι τιμές αγοράς των προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως αυτές προκύπτουν από συγκριτική οικονομική ανάλυση για ομοειδή προϊόντα άλλων επιχειρήσεων, φορολογικών κατοίκων σε συνεργάσιμα κράτη ή κράτη που δεν υπόκεινται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Αν η τιμή των αγοραζόμενων αγαθών ή υπηρεσιών από τα κράτη αυτά, συμπεριλαμβανομένων και των λοιπών εξόδων, όπως μεταφορικών, εξόδων ασφάλειας και αποθήκευσης, είναι κατώτερη από τις τιμές των αγαθών ή των υπηρεσιών που παρέχονται από επιχειρήσεις συνεργάσιμων κρατών, τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι επιτυγχάνεται οικονομικό όφελος για την ελληνική επιχείρηση.
Πέραν των ανωτέρω υπάρχουν και άλλοι παράγοντες η διερεύνηση των οποίων από τη Φορολογική Διοίκηση μπορεί να οδηγήσει σε ασφαλές συμπέρασμα για το αν συναλλαγές έχουν ή δεν έχουν ως σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή.