Στα 8,045 δισ. ευρώ ανέρχονταν οι συνολικές οφειλές του Δημοσίου προς τους ιδιώτες στα τέλη Σεπτεμβρίου όπως αποκαλύπτει η έκθεση των θεσμών που συντάχθηκε με αφορμή τη συνεδρίαση του ESM για την αποδέσμευση της δόσης των 1,7 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα.
Από την έκθεση προκύπτει ότι από τον Ιούνιο μέχρι τώρα, οι συσσωρευμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου μειώθηκαν κατά 1,55 δισ. ευρώ. Ωστόσο, όπως προκύπτει, παραμένουν χρέη 8,045 δισ. ευρώ, ποσό που προκύπτει από το άθροισμα:
1. Των ληξιπρόθεσμων οφειλών φορέων της γενικής κυβέρνησης οι οποίες στο τέλος Σεπτεμβρίου ανέρχονταν στα 3,615 δισ. ευρώ από 3,907 δισ. ευρώ τον Αύγουστο και 5,039 δισ. ευρώ τον Ιούνιο.
2. Των επιστροφών φόρου που δεν έχουν ακόμη καταβληθεί στους δικαιούχους και οι οποίες αυξήθηκαν τον Σεπτέμβριο έναντι του Αυγούστου, από τα 1,341 δισ. ευρώ, στα 1,439 δισ. ευρώ.
3. Των επιστροφών φόρου οι οποίες βρίσκονται υπό επεξεργασία. Αυτό το κονδύλι, το εκτιμούν στα 1,4521 δισ. ευρώ έναντι 1,439 δισ. ευρώ που ήταν τον Ιούνιο αλλά και στο τέλος Αυγούστου.
4. Των συντάξεων στους νέους συνταξιούχους που δεν έχουν ακόμη καταβληθεί και οι οποίες υπολογίζονται στα 1,412 δισ. ευρώ.
Οι συνολικές οφειλές προέρχονται από:
* Φορείς γενικής κυβέρνησης (3,6 δισ. ευρώ αντί 5 δισ. τέλη Ιουνίου)
* Επεξεργασμένες επιστροφές φόρου (1,439 δισ. αντί 1,341 δισ. ευρώ)
* Μη επεξεργασμένες επιστροφές φόρου (1,580 δισ. ευρώ αντί 1,766 δισ. ευρώ)
* Μη επεξεργασμένα αιτήματα συνταξιοδότησης (1,412 από 1,439 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουνίου καθώς στο μεσοδιάστημα διατέθηκαν μόλις 27 εκατ. ευρώ).
Αυτό σημαίνει ότι με την εκταμίευση και του 1,7 δισ. ευρώ, η κυβέρνηση καλείται να κάνει αγώνα δρόμου για να συνεχιστεί η σταδιακή εξόφληση των οφειλών προς την αγορά, στοιχείο απαραίτητο για να τονωθεί η ρευστότητα.
Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι η αναφορά της έκθεσης ότι «οι θεσμοί αναγνωρίζουν τη σημαντική πρόοδο που έγινε για την εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων. Ωστόσο, παρά τη ρευστότητα που παρείχε το πρόγραμμα, δομικές αδυναμίες που οδηγούν στη συσσώρευση ληξιπρόθεσμων παραμένουν και πρέπει να αντιμετωπιστούν προχωρώντας οι μεταρρυθμίσεις στο σύστημα Δημόσιας Διαχείρισης»