Ένας νέος κίνδυνος προβάλλει στην πολιτική σκηνή. Η οξύτατη αντιπαράθεση κυβέρνησης-αντιπολίτευσης προσλαμβάνει πλέον χαρακτηριστικά βεντέτας με προσωπικές επιθέσεις και βαρύτατους χαρακτηρισμούς.
Η αντιπαλότητα είναι τόσο σφοδρή που αντί για επιχειρήματα χρησιμοποιούνται πια λίβελοι και σχεδόν ύβρεις.
Κι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια στιγμή που η οικονομία περισσότερο από κάθε άλλη περίπτωση απαιτεί συναίνεση και τα εθνικά θέματα ομοψυχία.
Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο στην ελληνική πολιτική σκηνή.
Αλλά με μια εξαίρεση, είναι η πρώτη φορά που τους βαρύτατους προσωπικούς χαρακτηρισμούς για τον πολιτικό αντίπαλό του εκτοξεύει ο πρωθυπουργός και όχι ως συνήθως ο αρχηγός της αντιπολίτευσης.
Προηγουμένως, σ’ όλη τη μεταπολίτευση μόνο ο Α. Παπανδρέου ως πρωθυπουργός σήκωσε τόσο πολύ τους τόνους, χαρακτηρίζοντας τον τότε νεοεκλεγέντα αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ορκισμένο από τα προδικτατορικά χρόνια εχθρό του Κ. Μητσοτάκη ως «εφιάλτη».
Έκτοτε οι προσωπικές επιθέσεις ήταν της «αρμοδιότητας» του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με αποκορύφωμα τα όσα είχε εκτοξεύσει ο Κ. Καραμανλής κατά του χαμηλών τόνων πρωθυπουργού Κ. Σημίτη.
Ήταν η εποχή που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πάγωνε τη Βουλή υβρίζοντας τον σεμνό και ήπιο ως χαρακτήρα πρωθυπουργό ότι δεν έχει «τσίπα» και αποκαλώντας τον «αρχιερέα της διαπλοκής».
Τώρα ο Πρωθυπουργός είναι αυτός που αποκαλεί τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης όχι ως «αρχιερέα» αλλά ως «παιδί» πότε της Siemens και πότε της διαπλοκής.
Κανείς δεν θεωρεί ότι στην πολιτική δεν πρέπει να λέγονται σκληρές αλήθειες και να διατυπώνονται κατηγορίες για τους πολιτικούς αντιπάλους.
Όμως η ουσία είναι ότι όλα μπορούν να ειπωθούν χωρίς ύβρεις και κυρίως με επιχειρήματα.
δεινος ρήτορας ο πρωθυπουργός μπορεί να γίνει περισσότερο καυστικός και πιο αποτελεσματικός χωρίς απαραίτητα να καταφύγει στο έσχατο μέσο.
Φυσικά το ίδιο ισχύει και για τον προσωπικό χαρακτηρισμό του «ψεύτη» που εκτόξευσε ο Κυρ. Μητσοτάκης για τον Αλ. Τσίπρα.
Άλλωστε, η καταφυγή σε ύβρεις δείχνει σοβαρή αδυναμία.
Και οι δύο άλλωστε οφείλουν να ανατρέξουν σε ιστορικά κείμενα μεγάλων προκάτοχών τους.
Θα διαπιστώσουν ότι η κριτική και οι κατηγορίες κατά πολιτικών αντιπάλων ήταν τότε πιο αιχμηρές, αλλά χωρίς προσωπικές αναφορές που υποβαθμίζουν το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου και κόβουν όλες τις γέφυρες για συνεννόηση.
Γιατί έτσι οι ίδιοι κλείνουν οριστικά κάθε παράθυρο για μια συναίνεση, τόσο απαραίτητη αυτή την ώρα για τη χώρα.
Και το τραγικό είναι ότι η πολιτική πόλωση τώρα βαραίνει επικίνδυνα.