Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την πρόσβαση σε στοιχεία σχετικά με τις αποδοχές των ευρωβουλευτών, διότι αυτά είναι πιθανόν να περιέχουν «προσωπικά δεδομένα», αποφάνθηκε η ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη.
Κάθε ευρωβουλευτής λαμβάνει καθαρό μισθό 6.611,42 ευρώ μηνιαίως. Η δαπάνη γενικών εξόδων ανέρχεται σε 4.416 ευρώ ανά μήνα για την κάλυψη του κόστους δραστηριοτήτων στην εκλογική περιφέρεια του ευρωβουλευτή, ή κοινώς έξοδα γραφείου. Η δαπάνη κοινοβουλευτικής συνδρομής φθάνει τα 24.526 ευρώ ανά μήνα για τις αμοιβές των συνεργατών. Δεν καταβάλλεται απευθείας στους ευρωβουλευτές.
Τα έξοδα μετακίνησης των ευρωβουλευτών αντιστοιχούν στα έξοδα μετακίνησης προς τις Βρυξέλλες ή το Στρασβούργο αεροπορικώς (εισιτήριο business), σιδηροδρομικώς (εισιτήριο πρώτης θέσης) ή οδικώς.
Η αποζημίωση αντιστοιχεί σε 313 ευρώ ανά ημέρα παρουσίας στο κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες ή το Στρασβούργο για την κάλυψη εξόδων στέγασης και διατροφής.
Δημοσιογράφοι και δημοσιογραφικές ενώσεις προσέφυγαν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν εμποδίστηκε η πρόσβασή τους σε στοιχεία σχετικά με τις αποδοχές των ευρωβουλευτών, από τα έξοδα μετακίνησης μέχρι τα γενικά έξοδα και τις δαπάνες κοινοβουλευτικής συνδρομής.
Στην απόφασή του το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι «οι θεσμοί της Ένωσης μπορούν να αρνηθούν την πρόσβαση σε ένα έγγραφο στην περίπτωση που η δημοσιοποίησή του θα έπληττε την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του προσώπου».
«Κατά συνέπεια, το σύνολο των εγγράφων που έχουν ζητηθεί περιέχουν πληροφορίες που αφορούν συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα (δηλαδή τους ευρωβουλευτές)», αναφέρεται στο κείμενο της απόφασης.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπογραμμίζει ότι «η πρόσβαση σε έγγραφα που περιέχουν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα μπορεί ωστόσο να παρασχεθεί εάν ο αιτών αποδείξει την ανάγκη της πρόσβασης και εάν δεν υπάρχει κανένας λόγος να εκτιμηθεί ότι αυτή η πρόσβαση θα μπορούσε να πλήξει το νόμιμα συμφέροντα του εν λόγω προσώπου».
Ωστόσο, σύμφωνα με το Δικαστήριο, οι δημοσιογράφοι που ζήτησαν την πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα «δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν τον λόγο για τον οποίο η πρόσβαση σε αυτά ήταν αναγκαία για την διασφάλιση επαρκούς ελέγχου των δαπανών».
Κάθε ευρωβουλευτής λαμβάνει καθαρό μισθό 6.611,42 ευρώ μηνιαίως. Η δαπάνη γενικών εξόδων ανέρχεται σε 4.416 ευρώ ανά μήνα για την κάλυψη του κόστους δραστηριοτήτων στην εκλογική περιφέρεια του ευρωβουλευτή, ή κοινώς έξοδα γραφείου. Η δαπάνη κοινοβουλευτικής συνδρομής φθάνει τα 24.526 ευρώ ανά μήνα για τις αμοιβές των συνεργατών. Δεν καταβάλλεται απευθείας στους ευρωβουλευτές.
Τα έξοδα μετακίνησης των ευρωβουλευτών αντιστοιχούν στα έξοδα μετακίνησης προς τις Βρυξέλλες ή το Στρασβούργο αεροπορικώς (εισιτήριο business), σιδηροδρομικώς (εισιτήριο πρώτης θέσης) ή οδικώς.
Η αποζημίωση αντιστοιχεί σε 313 ευρώ ανά ημέρα παρουσίας στο κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες ή το Στρασβούργο για την κάλυψη εξόδων στέγασης και διατροφής.
Δημοσιογράφοι και δημοσιογραφικές ενώσεις προσέφυγαν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν εμποδίστηκε η πρόσβασή τους σε στοιχεία σχετικά με τις αποδοχές των ευρωβουλευτών, από τα έξοδα μετακίνησης μέχρι τα γενικά έξοδα και τις δαπάνες κοινοβουλευτικής συνδρομής.
Στην απόφασή του το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι «οι θεσμοί της Ένωσης μπορούν να αρνηθούν την πρόσβαση σε ένα έγγραφο στην περίπτωση που η δημοσιοποίησή του θα έπληττε την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του προσώπου».
«Κατά συνέπεια, το σύνολο των εγγράφων που έχουν ζητηθεί περιέχουν πληροφορίες που αφορούν συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα (δηλαδή τους ευρωβουλευτές)», αναφέρεται στο κείμενο της απόφασης.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπογραμμίζει ότι «η πρόσβαση σε έγγραφα που περιέχουν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα μπορεί ωστόσο να παρασχεθεί εάν ο αιτών αποδείξει την ανάγκη της πρόσβασης και εάν δεν υπάρχει κανένας λόγος να εκτιμηθεί ότι αυτή η πρόσβαση θα μπορούσε να πλήξει το νόμιμα συμφέροντα του εν λόγω προσώπου».
Ωστόσο, σύμφωνα με το Δικαστήριο, οι δημοσιογράφοι που ζήτησαν την πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα «δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν τον λόγο για τον οποίο η πρόσβαση σε αυτά ήταν αναγκαία για την διασφάλιση επαρκούς ελέγχου των δαπανών».