«Ανοίγουν» και επίσημα οι τραπεζικές θυρίδες από τη φορολογική αρχή, για κάθε έναν ΑΦΜ φυσικού ή νομικού προσώπου για το οποίο ζητεί στοιχεία στο πλαίσιο ελέγχου ή λήψης αναγκαστικών μέτρων είσπραξης.
Το νέο σύστημα «παρακολούθησης» των θυρίδων θα είναι ανάλογο αυτού των τραπεζικών λογαριασμών, καθώς οι τράπεζες θα καταγράφουν κάθε κίνηση όσων έχουν θυρίδες.
Επισημαίνεται ότι τα συμβόλαια μίσθωσης θυρίδων ασφαλείας υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε περίπου 200.000, γεγονός που σημαίνει απλά ότι ανά πάσα ώρα και στιγμή η εφορία θα μπορεί όχι απαραίτητα και υπό κάποιες συγκεκριμένες συνθήκες να γνωρίζει με κάθε λεπτομέρεια πόσες φορές ο ενοικιαστής θυρίδας την επισκέφτηκε, πόσο χρόνο έμεινε στον χώρο κ.ά. Με τον τρόπο αυτόν η εφορία θα γνωρίζει τα πάντα για τους καταθέτες, την ώρα άλλωστε που ταυτόχρονα σπάει και το απόρρητο για κάρτες και δάνεια.
Παροχή στοιχείων
Αξίζει να σημειωθεί ότι με την πρόσφατη απόφαση της υφυπουργού Οικονομικών Κ. Παπανάτσιου ορίζεται πως όταν υποβάλλεται αίτημα για την παροχή στοιχείων φορολογουμένων που σχετίζονται με τραπεζικά προϊόντα, μέσω του Μητρώου Τήρησης Τραπεζικών Λογαριασμών, οι τράπεζες, όπως έχει ήδη επισημάνει η «Ν», θα πρέπει να δίνουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία τα οποία αφορούν:
καταθετικούς λογαριασμούς πρώτης ζήτησης,
λογαριασμούς προθεσμίας,
χορηγητικούς,
επενδυτικούς ή άλλους,
τραπεζικές θυρίδες και λογαριασμούς πληρωμών.
Ουσιαστικά, με την κίνηση αυτή οι ελεγκτικές αρχές θα έχουν στη διάθεσή τους ένα πλήρες τραπεζικό προφίλ των φορολογουμένων, οι οποίοι είτε ελέγχονται είτε βρίσκονται στο «στόχαστρο» του εισπρακτικού μηχανισμού για ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι στη συγκεκριμένη απόφαση της κ. Παπανάτσιου ορίζεται ότι το Σύστημα Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και Λ.Π.) θα μπορεί πλέον να διαβιβάζει ηλεκτρονικά στις ΔΟΥ, στα Ελεγκτικά Κέντρα, στο ΣΔΟΕ, στην Οικονομική Αστυνομία, στην Αρχή για την Αντιμετώπιση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, στους Οικονομικούς Εισαγγελείς και στους Εισαγγελείς Διαφθοράς πληροφορίες όχι μόνο για την κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών των ελεγχόμενων φορολογουμένων, αλλά και για ανωτέρω λογαριασμούς χορηγήσεων, επενδυτικούς ή άλλους λογαριασμούς, καθώς και θυρίδες.
Στόχος των ελεγκτικών αρχών δεν είναι βέβαια άλλος από τη «σύλληψη» της φοροδιαφυγής, καθώς και στο παρελθόν οι θυρίδες αποτέλεσαν ένα σύνηθες πεδίο «πίεσης» προς τους φορολογούμενους.
Οι εν λόγω, λοιπόν, αποφάσεις του οικονομικού επιτελείου έχουν ως στόχο τον εντοπισμό περιπτώσεων που αφορούν ξέπλυμα μαύρου χρήματος, παράνομο πλουτισμό και άλλα οικονομικά εγκλήματα. Οι ελεγκτές με τον τρόπο αυτό θα μπορούν πιο εύκολα να επιβάλλουν πρόστιμα, αλλά και να τεκμηριώνουν τη διάπραξη ποινικά κολάσιμων αδικημάτων, μεταξύ των οποίων και τα εξής:
Μη απόδοση ή ανακριβή απόδοση ή παράνομη έκπτωση του ΦΠΑ, φόρου κύκλου εργασιών, φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων, επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών με σκοπό τη μη πληρωμή ποσών άνω των 150.000 ευρώ.
Είσπραξη επιστροφής των ανωτέρω φόρων κατόπιν παραπλάνησης της Φορολογικής Διοίκησης με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την απόκρυψη αληθινών γεγονότων.
Υπενθυμίζεται, βέβαια, ότι ο κατάλογος των πληροφοριών για τους πολίτες περιελάμβανε ούτως ή άλλως το σύνολο των καταθέσεων, αλλά εμπλουτίστηκε και με τα δάνεια, και από σήμερα με τις τραπεζικές θυρίδες. Έτσι, οι τραπεζικές αρχές υποχρεούνται πλέον με το που θα λάβουν σχετική παραγγελία να γνωστοποιήσουν αν στο όνομα του φορολογούμενου για τον οποίο γίνεται έρευνα υπάρχει δηλωμένη και τραπεζική θυρίδα. Με βάση την απόφαση η τράπεζα θα έχει την υποχρέωση, εφόσον της ζητηθεί, να δώσει όλες εκείνες τις πληροφορίες που η νομοθεσία προβλέπει. Μπορεί η συγκεκριμένη απόφαση να μην περιγράφει διαδικασία ανοίγματος των θυρίδων, ωστόσο και μόνο το γεγονός ότι θα διαβιβάζεται στις φορολογικές αρχές η πληροφορία για κατοχή θυρίδας θα επιτρέπει στη συνέχεια στις ελεγκτικές αρχές να ενεργοποιούν άλλες διαδικασίες, όπως για παράδειγμα τη δέσμευση του περιεχομένου.
Εξυπηρέτηση δανείων
Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά την παροχή πληροφοριών για την εξυπηρέτηση δανείων, η κίνηση αυτή ουσιαστικά συνδέεται με τους ελέγχους που θέλει να κάνει η εφορία για το «πόθεν έσχες» και την αποπληρωμή δανείων. Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι τα ποσά που καταβάλλονται σε ετήσια βάση για την εξυπηρέτηση δανειακών υποχρεώσεων συνιστούν τεκμήριο το οποίο πρέπει να δικαιολογείται με βάση τα δηλωθέντα εισοδήματα. Αν αυτό δεν συμβαίνει, τότε ο φορολογούμενος πληρώνει περισσότερο φόρο. Επίσης, από τις δαπάνες για εξυπηρέτηση δανείων μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι γίνεται απόκρυψη δηλωθέντων εισοδημάτων.
Σε κάθε περίπτωση, με την ενημέρωση των φορολογικών αρχών για το ποιος βαρύνεται με δάνειο και ποιος όχι θα είναι πολύ πιο εύκολος ο φορολογικός έλεγχος.
Η ισχύουσα νομοθεσία
Για να φτάσουν οι φορολογικές αρχές στο άνοιγμα των θυρίδων και πολύ περισσότερο στην κατάσχεση του περιεχομένου τους, ο δρόμος είναι μακρύς, καθώς πρώτα απ’ όλα απαιτούνται δικαστικές αποφάσεις ή εισαγγελικές παραγγελίες. Επισημαίνεται ότι για το εν λόγω θέμα η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
1. Οι θυρίδες μπορεί να ανοίξουν μόνο με εντολή εισαγγελέα και οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο μπορεί να κατασχεθεί σε περίπτωση που διαπιστωθεί έκνομη δραστηριότητα ή οφειλές προς το Δημόσιο. Η πρόσβαση γίνεται μόνο σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής ή όταν υπάρχουν κατηγορίες για κακουργηματικές πράξεις.
2. Οι τράπεζες υποχρεούνται να γνωστοποιούν το όνομα κατόχου τραπεζικής θυρίδας στις φορολογικές αρχές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουν πρόσβαση στο περιεχόμενο της θυρίδας.
3. Αν η εφορία θέλει να κατάσχει το περιεχόμενο τραπεζικής θυρίδας, πρέπει να έχει στα χέρια της δικαστική απόφαση.
Θα πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί ότι οι θυρίδες, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, είναι απαραβίαστες τόσο από τις ίδιες τις τράπεζες όσο και από κάθε τρίτο. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ακόμη και απόντος του μισθωτή, λόγω θανάτου για παράδειγμα ή εγκατάλειψης της θυρίδας, η τελευταία μπορεί να ανοιχτεί μόνο αν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις και εφόσον τηρηθούν οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες. Επιπλέον, οι τράπεζες δεν μπορούν να δεσμεύσουν το περιεχόμενο των θυρίδων ή να απαγορεύσουν το άνοιγμά τους από τον μισθωτή, παρά μόνο σε περιπτώσεις εκτέλεσης αποφάσεων της Δικαιοσύνης ή άλλων αρχών. Οι τράπεζες, προκειμένου να εξασφαλίσουν την προστασία των θυρίδων, των συναλλασσομένων και του προσωπικού τους, καθορίζουν, πέραν των όσων προβλέπονται στη νομοθεσία, τα είδη τα οποία απαγορεύεται να φυλάσσονται σε αυτές. Οφείλουν δε να ενημερώσουν σχετικά τον πελάτη πριν από τη μίσθωσή της. Επομένως, ακόμα και μετά τη νέα υπουργική απόφαση οι τράπεζες εξακολουθούν να μην μπορούν να δώσουν στοιχεία στις ελεγκτικές αρχές για το περιεχόμενο των θυρίδων. Θα πρέπει, όμως, να κάνουν γνωστή την ύπαρξή τους. Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι ήδη από το περσινό επιχειρησιακό σχέδιο της ΑΑΔΕ είχε τεθεί ζήτημα απλοποίησης του νομοθετικού πλαισίου για το άνοιγμα των θυρίδων και την κατάσχεση του περιεχομένου τους για όσους χρωστούν στο Δημόσιο. Είχε προβλεφθεί, μάλιστα, και η σύσταση ειδικής ομάδας εργασίας προκειμένου να μελετήσει το ισχύον πλαίσιο και να παραδώσει τις προτάσεις στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, προκειμένου, εάν κρίνεται σκόπιμο, να υπάρξουν αλλαγές, αν και μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν αποφάσεις ή προτάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.
Το νέο σύστημα «παρακολούθησης» των θυρίδων θα είναι ανάλογο αυτού των τραπεζικών λογαριασμών, καθώς οι τράπεζες θα καταγράφουν κάθε κίνηση όσων έχουν θυρίδες.
Επισημαίνεται ότι τα συμβόλαια μίσθωσης θυρίδων ασφαλείας υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε περίπου 200.000, γεγονός που σημαίνει απλά ότι ανά πάσα ώρα και στιγμή η εφορία θα μπορεί όχι απαραίτητα και υπό κάποιες συγκεκριμένες συνθήκες να γνωρίζει με κάθε λεπτομέρεια πόσες φορές ο ενοικιαστής θυρίδας την επισκέφτηκε, πόσο χρόνο έμεινε στον χώρο κ.ά. Με τον τρόπο αυτόν η εφορία θα γνωρίζει τα πάντα για τους καταθέτες, την ώρα άλλωστε που ταυτόχρονα σπάει και το απόρρητο για κάρτες και δάνεια.
Παροχή στοιχείων
Αξίζει να σημειωθεί ότι με την πρόσφατη απόφαση της υφυπουργού Οικονομικών Κ. Παπανάτσιου ορίζεται πως όταν υποβάλλεται αίτημα για την παροχή στοιχείων φορολογουμένων που σχετίζονται με τραπεζικά προϊόντα, μέσω του Μητρώου Τήρησης Τραπεζικών Λογαριασμών, οι τράπεζες, όπως έχει ήδη επισημάνει η «Ν», θα πρέπει να δίνουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία τα οποία αφορούν:
καταθετικούς λογαριασμούς πρώτης ζήτησης,
λογαριασμούς προθεσμίας,
χορηγητικούς,
επενδυτικούς ή άλλους,
τραπεζικές θυρίδες και λογαριασμούς πληρωμών.
Ουσιαστικά, με την κίνηση αυτή οι ελεγκτικές αρχές θα έχουν στη διάθεσή τους ένα πλήρες τραπεζικό προφίλ των φορολογουμένων, οι οποίοι είτε ελέγχονται είτε βρίσκονται στο «στόχαστρο» του εισπρακτικού μηχανισμού για ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι στη συγκεκριμένη απόφαση της κ. Παπανάτσιου ορίζεται ότι το Σύστημα Μητρώου Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και Λ.Π.) θα μπορεί πλέον να διαβιβάζει ηλεκτρονικά στις ΔΟΥ, στα Ελεγκτικά Κέντρα, στο ΣΔΟΕ, στην Οικονομική Αστυνομία, στην Αρχή για την Αντιμετώπιση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, στους Οικονομικούς Εισαγγελείς και στους Εισαγγελείς Διαφθοράς πληροφορίες όχι μόνο για την κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών των ελεγχόμενων φορολογουμένων, αλλά και για ανωτέρω λογαριασμούς χορηγήσεων, επενδυτικούς ή άλλους λογαριασμούς, καθώς και θυρίδες.
Στόχος των ελεγκτικών αρχών δεν είναι βέβαια άλλος από τη «σύλληψη» της φοροδιαφυγής, καθώς και στο παρελθόν οι θυρίδες αποτέλεσαν ένα σύνηθες πεδίο «πίεσης» προς τους φορολογούμενους.
Οι εν λόγω, λοιπόν, αποφάσεις του οικονομικού επιτελείου έχουν ως στόχο τον εντοπισμό περιπτώσεων που αφορούν ξέπλυμα μαύρου χρήματος, παράνομο πλουτισμό και άλλα οικονομικά εγκλήματα. Οι ελεγκτές με τον τρόπο αυτό θα μπορούν πιο εύκολα να επιβάλλουν πρόστιμα, αλλά και να τεκμηριώνουν τη διάπραξη ποινικά κολάσιμων αδικημάτων, μεταξύ των οποίων και τα εξής:
Μη απόδοση ή ανακριβή απόδοση ή παράνομη έκπτωση του ΦΠΑ, φόρου κύκλου εργασιών, φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων, επιρριπτόμενων φόρων, τελών και εισφορών με σκοπό τη μη πληρωμή ποσών άνω των 150.000 ευρώ.
Είσπραξη επιστροφής των ανωτέρω φόρων κατόπιν παραπλάνησης της Φορολογικής Διοίκησης με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την απόκρυψη αληθινών γεγονότων.
Υπενθυμίζεται, βέβαια, ότι ο κατάλογος των πληροφοριών για τους πολίτες περιελάμβανε ούτως ή άλλως το σύνολο των καταθέσεων, αλλά εμπλουτίστηκε και με τα δάνεια, και από σήμερα με τις τραπεζικές θυρίδες. Έτσι, οι τραπεζικές αρχές υποχρεούνται πλέον με το που θα λάβουν σχετική παραγγελία να γνωστοποιήσουν αν στο όνομα του φορολογούμενου για τον οποίο γίνεται έρευνα υπάρχει δηλωμένη και τραπεζική θυρίδα. Με βάση την απόφαση η τράπεζα θα έχει την υποχρέωση, εφόσον της ζητηθεί, να δώσει όλες εκείνες τις πληροφορίες που η νομοθεσία προβλέπει. Μπορεί η συγκεκριμένη απόφαση να μην περιγράφει διαδικασία ανοίγματος των θυρίδων, ωστόσο και μόνο το γεγονός ότι θα διαβιβάζεται στις φορολογικές αρχές η πληροφορία για κατοχή θυρίδας θα επιτρέπει στη συνέχεια στις ελεγκτικές αρχές να ενεργοποιούν άλλες διαδικασίες, όπως για παράδειγμα τη δέσμευση του περιεχομένου.
Εξυπηρέτηση δανείων
Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά την παροχή πληροφοριών για την εξυπηρέτηση δανείων, η κίνηση αυτή ουσιαστικά συνδέεται με τους ελέγχους που θέλει να κάνει η εφορία για το «πόθεν έσχες» και την αποπληρωμή δανείων. Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι τα ποσά που καταβάλλονται σε ετήσια βάση για την εξυπηρέτηση δανειακών υποχρεώσεων συνιστούν τεκμήριο το οποίο πρέπει να δικαιολογείται με βάση τα δηλωθέντα εισοδήματα. Αν αυτό δεν συμβαίνει, τότε ο φορολογούμενος πληρώνει περισσότερο φόρο. Επίσης, από τις δαπάνες για εξυπηρέτηση δανείων μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι γίνεται απόκρυψη δηλωθέντων εισοδημάτων.
Σε κάθε περίπτωση, με την ενημέρωση των φορολογικών αρχών για το ποιος βαρύνεται με δάνειο και ποιος όχι θα είναι πολύ πιο εύκολος ο φορολογικός έλεγχος.
Η ισχύουσα νομοθεσία
Για να φτάσουν οι φορολογικές αρχές στο άνοιγμα των θυρίδων και πολύ περισσότερο στην κατάσχεση του περιεχομένου τους, ο δρόμος είναι μακρύς, καθώς πρώτα απ’ όλα απαιτούνται δικαστικές αποφάσεις ή εισαγγελικές παραγγελίες. Επισημαίνεται ότι για το εν λόγω θέμα η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
1. Οι θυρίδες μπορεί να ανοίξουν μόνο με εντολή εισαγγελέα και οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο μπορεί να κατασχεθεί σε περίπτωση που διαπιστωθεί έκνομη δραστηριότητα ή οφειλές προς το Δημόσιο. Η πρόσβαση γίνεται μόνο σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής ή όταν υπάρχουν κατηγορίες για κακουργηματικές πράξεις.
2. Οι τράπεζες υποχρεούνται να γνωστοποιούν το όνομα κατόχου τραπεζικής θυρίδας στις φορολογικές αρχές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουν πρόσβαση στο περιεχόμενο της θυρίδας.
3. Αν η εφορία θέλει να κατάσχει το περιεχόμενο τραπεζικής θυρίδας, πρέπει να έχει στα χέρια της δικαστική απόφαση.
Θα πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί ότι οι θυρίδες, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, είναι απαραβίαστες τόσο από τις ίδιες τις τράπεζες όσο και από κάθε τρίτο. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ακόμη και απόντος του μισθωτή, λόγω θανάτου για παράδειγμα ή εγκατάλειψης της θυρίδας, η τελευταία μπορεί να ανοιχτεί μόνο αν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις και εφόσον τηρηθούν οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες. Επιπλέον, οι τράπεζες δεν μπορούν να δεσμεύσουν το περιεχόμενο των θυρίδων ή να απαγορεύσουν το άνοιγμά τους από τον μισθωτή, παρά μόνο σε περιπτώσεις εκτέλεσης αποφάσεων της Δικαιοσύνης ή άλλων αρχών. Οι τράπεζες, προκειμένου να εξασφαλίσουν την προστασία των θυρίδων, των συναλλασσομένων και του προσωπικού τους, καθορίζουν, πέραν των όσων προβλέπονται στη νομοθεσία, τα είδη τα οποία απαγορεύεται να φυλάσσονται σε αυτές. Οφείλουν δε να ενημερώσουν σχετικά τον πελάτη πριν από τη μίσθωσή της. Επομένως, ακόμα και μετά τη νέα υπουργική απόφαση οι τράπεζες εξακολουθούν να μην μπορούν να δώσουν στοιχεία στις ελεγκτικές αρχές για το περιεχόμενο των θυρίδων. Θα πρέπει, όμως, να κάνουν γνωστή την ύπαρξή τους. Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι ήδη από το περσινό επιχειρησιακό σχέδιο της ΑΑΔΕ είχε τεθεί ζήτημα απλοποίησης του νομοθετικού πλαισίου για το άνοιγμα των θυρίδων και την κατάσχεση του περιεχομένου τους για όσους χρωστούν στο Δημόσιο. Είχε προβλεφθεί, μάλιστα, και η σύσταση ειδικής ομάδας εργασίας προκειμένου να μελετήσει το ισχύον πλαίσιο και να παραδώσει τις προτάσεις στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, προκειμένου, εάν κρίνεται σκόπιμο, να υπάρξουν αλλαγές, αν και μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν αποφάσεις ή προτάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.