Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

ΔΙΝΕΤΑΙ ΤΟ 17,4% ΤΟΥ ΑΕΠ για συντάξεις

Για δύο δεκαετίες πριν από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης χρέους, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα σημείωσε μεγάλη άνοδο συνεπικουρούμενη, μεταξύ άλλων, από την ταχεία αύξηση των μισθών και τις συγκριτικά γενναιόδωρες παροχές του συνταξιοδοτικού συστήματος. Σε σύγκριση με τις άλλες δύο οικονομίες της Ευρωζώνης με τις δυσμενέστερες δημογραφικές προοπτικές, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της συνταξιοδοτικής δαπάνης στην Ελλάδα την περίοδο 1991 - 2009 ανήλθε κατά μέσο όρο σε 8,3% σε σχέση με 3,8% στην Ιταλία και 3,6% στη Γερμανία.



Αυτό αναφέρει έρευνα της διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank, η οποία δημοσίευσε χθες ειδική μελέτη με τίτλο «Δαπάνη για συντάξεις και κοινωνική προστασία που επιμελήθηκε ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank.

Οι παραπάνω εξελίξεις, σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά δυσμενείς δημογραφικές τάσεις, οδήγησαν τον ΟΟΣΑ το 2007 να χαρακτηρίσει το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας ως «δημοσιονομική ωρολογιακή βόμβα». Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2014 (τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) σε κάθε δικαιούχο σύνταξης στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν μόνο 1,3 εργαζόμενοι, αναλογία που αποτελεί τη χαμηλότερη στην Ε.Ε. των «28». Επιπροσθέτως, το ποσοστό εξάρτησης των ηλικιωμένων στην Ελλάδα (ο πληθυσμός ηλικίας 65 ετών και άνω προς τον πληθυσμό από 15 έως 64 ετών) εκτιμήθηκε ότι θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας το 2060 επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από το μέσο όρο της Ε.Ε. των «28» αλλά και των αντίστοιχων ποσοστών άλλων οικονομιών της Ε.Ε. (π.χ. Ιταλία και Γερμανία) που χαρακτηρίζονται από αρνητικές δημογραφικές τάσεις. Στο ίδιο πνεύμα, σύμφωνα με τα νεότερα διαθέσιμα στοιχεία (βάση δεδομένων Ήλιος, Ιούλιος 2015), περίπου το 31,4% του συνολικού κονδυλίου για συντάξεις γήρατος, επιζώντων, αναπηρίας κ.ά. προοριζόταν για δικαιούχους κάτω των 65 ετών.

Σταθεροποίηση
Εξαιτίας των προκλήσεων αυτών, σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο των τριών διαδοχικών προγραμμάτων σταθεροποίησης της Ελλάδας. Μετά τη μεταρρύθμιση του 2010, την οποία το ΔΝΤ χαρακτήρισε ως «περιεκτική», ακολούθησαν άλλες δύο μεταρρυθμιστικές προσπάθειες το 2011-12 και το 2015-16 με στόχο να μειωθούν οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δαπάνες και να αντιμετωπιστεί μια σειρά διαρθρωτικών αδυναμιών του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος. Οι προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις πέτυχαν πράγματι να αντιμετωπίσουν κάποιες από τις δομικές αδυναμίες του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, τουλάχιστον σύμφωνα με τα όσα καταδεικνύουν τα διαθέσιμα στοιχεία και οι επίσημες προβλέψεις. Για παράδειγμα, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα προβλέπεται να μειωθεί κατά 1,9 π.μ. την περίοδο 2013-2060, φτάνοντας το 14,3% του ΑΕΠ στο τέλος αυτής της περιόδου (έναντι επιπέδων της τάξεως του 24% του ΑΕΠ πριν τις μεταρρυθμίσεις), σε σύγκριση με 11,1% του ΑΕΠ στην Ε.Ε. των 28 και 12,3% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη (πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Έκθεση για τη δημογραφική γήρανση, 2015). Προς την ίδια κατεύθυνση συγκλίνουν και άλλες μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προβλέψεις σχετικά με τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος, π.χ. μέση διάρκεια συνταξιοδότησης και μέση διάρκεια συνταξιοδότησης προς το μέσο όρο του εργασιακού βίου.

Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί έως τώρα ως προς την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος της Ελλάδας, η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ σημείωσε κατακόρυφη αύξηση τα τελευταία έτη, φτάνοντας το 17,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2014 (περίπου 17,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2016, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία), με διαφορά το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. των 28, μετά την Ιταλία και την Πορτογαλία.

Μέση σύνταξη
Με βάση τις παραπάνω μετρήσεις, φαίνεται ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλή σχετικά με το τρέχον ονομαστικό επίπεδο του εγχώριου προϊόντος. Στο ίδιο πνεύμα, η μέση σύνταξη ως ποσοστό του μέσου μισθού στην Ελλάδα παραμένει σημαντικά υψηλότερη συγκριτικά με εκείνη της Γερμανίας (65% έναντι 39%), σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (ΔΝΤ, Φεβ. 2017).

Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλότερα από τους αντίστοιχους μέσους της Ε.E. όσον αφορά τη μέση ονομαστική μηνιαία σύνταξη, δηλαδή, για τους άνδρες 954 ευρώ έναντι 1.530 ευρώ στην Ε.Ε. των «27» και για τις γυναίκες: 738 ευρώ έναντι 915 ευρώ στην Ε.Ε. των «27».

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα προαναφερθέντα στοιχεία αντιστοιχούν στο έτος 2012. Έκτοτε οι συντάξεις στην Ελλάδα έχουν υποστεί περαιτέρω μειώσεις. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα οικονομικά στοιχεία (βάση δεδομένων Ήλιος) η μέση μηνιαία σύνταξη στην Ελλάδα ήταν 893 ευρώ τον Ιούλιο 2015, με την πλειοψηφία των συνταξιούχων (περίπου 83%) να λαμβάνουν μηνιαία σύνταξη χαμηλότερη από 1.500 ευρώ (περίπου 59% λαμβάνουν μηναία σύνταξη μεταξύ 500-1.000 ευρώ).

Επιπλέον, η συνολική δαπάνη κοινωνικής προστασίας στην Ελλάδα (παροχές σε χρήμα και παροχές σε είδος για ηλικιωμένους, επιζώντες και συντάξεις αναπηρίας καθώς επίσης για υγειονομική περίθαλψη, ενίσχυση οικογενειών, ανεργία, στέγαση και άλλες κρίσιμες κοινωνικές υπηρεσίες) παραμένει σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με τους αντίστοιχους μέσους της Ε.Ε. των 28 και της Ευρωζώνης, ακόμα και αν μετράται ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτό οφείλεται στην ασθενή κάλυψη που παρέχει το κράτος πρόνοιας στην Ελλάδα και αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι συντάξεις στηρίζουν το οικογενειακό εισόδημα και άλλες κρίσιμες κοινωνικές ανάγκες (π.χ. για υγεία, στέγαση, στήριξη άνεργων μελών της οικογένειας) την περίοδο της κρίσης.

Κοινωνικές επιπτώσεις
Όσον αφορά τις κοινωνικές επιπτώσεις της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης, σχετικές μετρήσεις δείχνουν ότι έχει ήδη λάβει μεγάλες διαστάσεις, αν και ο πληθυσμός της χώρας σε ηλικία εργασίας φαίνεται να έχει πληγεί σφοδρότερα από τους συνταξιούχους. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το ποσοστό του εγχώριου πληθυσμού που ζει με τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, ήταν το 4ο υψηλότερο στην Ε.Ε. των «28» το 2015 μετά την ΠΓΔΜ (στη χειρότερη θέση), τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.

Στην τελευταία αξιολόγησή του για το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα (Φεβ. 2017), το ΔΝΤ σημειώνει ότι η πιο πρόσφατη μεταρρύθμιση που εφαρμόστηκε το 2015-16 κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση εξαλείφοντας ορισμένες στρεβλώσεις και μειώνοντας το κόστος. Ωστόσο υπολείπεται των παρεμβάσεων που απαιτούνται για τον εξορθολογισμό του συστήματος.

Αναλογία
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2014 (τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) σε κάθε δικαιούχο σύνταξης στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν μόνο 1,3 εργαζόμενοι, αναλογία που αποτελεί τη χαμηλότερη στην Ε.Ε. των «28».

Αρνητικές τάσεις
Το ποσοστό εξάρτησης των ηλικιωμένων στην Ελλάδα (ο πληθυσμός ηλικίας 65 ετών και άνω προς τον πληθυσμό από 15 έως 64 ετών) εκτιμήθηκε ότι θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας το 2060 επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από το μέσο όρο της Ε.Ε. των «28» αλλά και των αντίστοιχων ποσοστών άλλων οικονομιών της Ε.Ε. (π.χ. Ιταλία και Γερμανία) που χαρακτηρίζονται από αρνητικές δημογραφικές τάσεις.

 
website counter
friend finderplentyoffish.com