«Βαθιά το χέρι στην τσέπη» άρχισε να βάζει το Δημόσιο πληρώνοντας αποζημιώσεις για καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης, τις οποίες επιβάλλουν πλέον και τα ελληνικά δικαστήρια, που δέχονται καταιγισμό σχετικών αιτήσεων.
Με αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις Διοικητικών Πρωτοδικείων, Εφετείων αλλά και του Συμβουλίου της Επικρατείας, το Δημόσιο καλείται να καταβάλει αποζημιώσεις 3.000 έως 4.000 ευρώ σε κάθε διάδικο για την ψυχική ταλαιπωρία, αγωνία και αβεβαιότητα που του προκάλεσε η βραδεία απονομή της δικαιοσύνης.
Τα ελληνικά δικαστήρια ακολουθούν μάλιστα τη σχετική «ταρίφα» αντίστοιχων αποζημιώσεων που επιβάλλει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, παρά τους ισχυρισμούς που προβάλλει το Δημόσιο ότι οι αποζημιώσεις πρέπει να είναι πολύ μικρότερες (1.500€) όχι μόνο γιατί η Ελλάδα ψήφισε πρόσφατα νόμο (τον 4055/12) που προβλέπει πλέον τέτοιου είδους αποζημιώσεις και από τα ελληνικά δικαστήρια, αλλά και επειδή η χώρα διέρχεται μεγάλη οικονομική κρίση, εξαιτίας της οποίας έχει πέσει το βιοτικό επίπεδο.
Ηδη τα δικαστήρια κατακλύζονται από αιτήσεις αποζημίωσης, αφού τη δικαιούνται χιλιάδες διάδικοι (έστω και αν έχασαν τη δίκη τους) εφόσον η υπόθεσή τους κράτησε περισσότερο από 4-6 χρόνια όπως συνήθως συμβαίνει.
Το ζήτημα της επιτάχυνσης της απονομής της δικαιοσύνης απασχολεί την κυβέρνηση σε κορυφαίο επίπεδο και γίνονται συζητήσεις και με ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς (και για το «ξεμπλοκάρισμα υποθέσεων που αφορούν μεγάλες επενδύσεις, δίκες μεγάλου οικονομικού αντικειμένου κ.λπ.) για την εξεύρεση των κατάλληλων λύσεων, ενώ παράλληλα εκπρόσωποι της τρόικας έχουν ζητήσει να συναντηθούν με τις δικαστικές ενώσεις, εκτιμώντας ότι θα ξαναζητήσουν να εκδοθούν ταχύτατα οι πάνω από 120.000 εκκρεμείς φορολογικές - τελωνειακές δίκες για να μπει γρήγορα «ζεστό χρήμα» στα κρατικά ταμεία. Ηδη εκκρεμεί στη Βουλή η ψήφιση ρύθμισης για δίκες - εξπρές (εντός 4μήνου) σε φορολογικές - τελωνειακές υποθέσεις άνω του 1 εκατ. €.
Στις αποφάσεις διοικητικών δικαστηρίων που επιβάλλουν αποζημιώσεις για παραβίαση της «εύλογης διάρκειας» μίας δίκης και προκαλούν «πονοκέφαλο» στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, στηλιτεύεται το συνηθισμένο φαινόμενο των αναβολών ή της καθυστέρησης αποστολής του σχετικού φακέλου στα δικαστήρια με υπαιτιότητα του ίδιου του Δημοσίου.
Χαρακτηριστική είναι η απόφαση του Δ. Εφετείου Αθήνας (1/13) που επιδικάζει αποζημίωση 3.000€ σε εργαζόμενο που έχασε την προσφυγή του για να υπαχθεί στους πίνακες υποψηφίων για την ΕΑΒ, αφού η δίκη κράτησε 5 χρόνια και δυόμισι μήνες σε έναν και μόνο βαθμό.
Η προσφυγή κατατέθηκε αρχικά στο ΣτΕ (15/12/06) προσδιορίστηκε για τις 5/2/09 και αναβλήθηκε αυτεπαγγέλτως τρεις φορές (μέχρι τις 31/3/11), οπότε μεσολάβησε νομοθετική ρύθμιση που μετέφερε την υπόθεση στην αρμοδιότητα του Δ. Εφετείου, το οποίο δίκασε στα τέλη του 2011 και εξέδωσε ταχύτατα την απόφαση στις 29/2/12.
Το διάστημα της 5ετίας και πλέον, για έναν δικαστικό βαθμό και μάλιστα σε εργατική διαφορά που αφορά πρόσληψη κι επομένως τη διαβίωση του διαδίκου και γι' αυτό το διακύβευμα γι' αυτόν ήταν μεγάλο, κρίθηκε ότι υπερβαίνει τα «εύλογα όρια» και του προκάλεσε ηθική βλάβη, με την έννοια της ταλαιπωρίας, στενοχώριας, αβεβαιότητας για το μέλλον του. Το Δημόσιο ζήτησε μειωμένη αποζημίωση σε σύγκριση με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, λόγω της εξαιρετικά δυσμενούς δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας, αλλά το δικαστήριο επέβαλε παρόμοια.
Αποζημιώσεις, 3.400 και 4.000€ επέβαλαν το Δ. Πρωτοδικείο και το ΣτΕ αντίστοιχα για την καθυστέρηση 8 και 6 ετών των δικών που αφορούσαν καθηγητές ΤΕΙ. Στην απόφαση του Δ. Πρωτοδικείου (320/13) η αγωγή αποζημίωσης (για άδικη δίωξη) κατατέθηκε την 1η/4/04 και η απόφαση εκδόθηκε 17/4/12 σε έναν και μόνο βαθμό, ενώ η θεώρησή της από τον εισηγητή χρειάστηκε άλλους 5 μήνες!
Το δικαστήριο (αφού η προσφεύγουσα καθηγήτρια κέρδισε την αρχική δίκη, όπου της επιδικάστηκε αποζημίωση 10.000€) δέχθηκε και τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, γιατί η μακρόχρονη δικαστική διαδικασία της προκάλεσε αγωνία, ταλαιπωρία, αβεβαιότητα.