Πρόστιμο 1.000 ευρώ για μη έκδοση αποδείξεων θα μπορούν να επιβάλλουν επί τόπου οι φοροελεγκτές αλλά και το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας.
Αν η αξία της συναλλαγής για την οποία δεν εκδόθηκε ή εκδόθηκε ανακριβώς απόδειξη είναι πάνω από 1.000 ευρώ, τότε το πρόστιμο ανέρχεται στο διπλάσιο της αξίας.
Το μέτρο αυτό προβλέπεται στο άρθρο 33 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου «Ρυθμίσεις Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και άλλες διατάξεις». Το πρόστιμο θα πρέπει να εξοφληθεί εντός 20 ημερών διαφορετικά η οφειλή βεβαιώνεται ταμειακά στη ΔΟΥ και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, γεγονός που σημαίνει ότι ενεργοποιούνται μέτρα αναγκαστικής είσπραξης, δηλαδή κατασχέσεις εισοδημάτων, καταθέσεων, ακινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων.
Η σχετική ρύθμιση περιέχεται στο άρθρο 33 του σχεδίου νόμου που έχει τεθεί υπό δημόσια διαβούλευση. «Ρυθμίσεις Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και άλλες διατάξεις»
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση:
Όπως είναι κοινώς γνωστό, η μη έκδοση από τους υπόχρεους των προβλεπόμενων από το άρθρο 7 του ν.4093/2012 (Α΄ 222) αποδείξεων λιανικών συναλλαγών οδηγεί αναπόφευκτα στην απώλεια εσόδων, με όλες τις εντεύθεν δυσμενείς επιπτώσεις στην προσπάθεια ανάκαμψης της εθνικής οικονομίας. Κατόπιν τούτου και προκειμένου να αντιμετωπιστούν άμεσα και αποφασιστικά από την πλευρά της Πολιτείας τα αδικήματα φοροδιαφυγής που τελούνται με τη μη έκδοση αποδείξεων λιανικών συναλλαγών και τη μη απόδοση ή ανακριβή απόδοση του ΦΠΑ και των άλλων παρακρατούμενων ή επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, με το άρθρο προβλέπεται η επιβολή στους παραβάτες επί τόπου διοικητικού προστίμου, πέραν των ήδη προβλεπόμενων από τις διατάξεις του ν. 2523/1997 (Α΄ 179) κυρώσεων.
Προς τούτο τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα που διαπιστώνουν την παράβαση θα συντάσσουν επί τόπου έκθεση βεβαίωσης φορολογικής παράβασης και επιβολής προστίμου, την οποία και θα επιδίδουν στον παραβάτη. Για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή της ρύθμισης και την κατ' επέκταση επίτευξη του σκοπού της κρίνεται πρόσφορο, στους αρμοδίους για τον έλεγχο των ως άνω παραβάσεων να συμπεριληφθεί το σύνολο του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας.
Το άρθρο 33 του νομοσχεδίου προβλέπει τα εξής:
- Στο άρθρο 4 του ν.2523/1997 (' 179) προστίθενται παράγραφοι 7 και 8 ως εξής:
«7. Όποιος δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς τις προβλεπόμενες από το άρθρο 7 του ν.4093/2012 ( ΄ 222) αποδείξεις λιανικών συναλλαγών τιμωρείται, πέραν των λοιπών προβλεπόμενων κυρώσεων, με διοικητικό πρόστιμο 1.000,00 ευρώ. Αν η αξία της συναλλαγής, για την οποία δεν εκδόθηκε ή εκδόθηκε ανακριβώς η απόδειξη προκύπτει ότι υπερβαίνει το ποσό των 1.000,00 ευρώ τότε επιβάλλεται πρόστιμο στο διπλάσιο της αξίας αυτής.
8. Το πρόστιμο της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλεται επί τόπου από το όργανο που διαπίστωσε την παράβαση. ια την επιβολή του προστίμου συντάσσεται έκθεση βεβαίωσης φορολογικής παράβασης και επιβολής προστίμου σε τρία αντίτυπα, εκ των οποίων το ένα επιδίδεται στον παραβάτη. Το πρόστιμο καταβάλλεται, εντός προθεσμίας 20 ημερών από την επιβολή του, σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ. Σε περίπτωση μη καταβολής, το πρόστιμο βεβαιώνεται ταμειακός από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας του παραβάτη και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. αρμόδια όργανα για την εφαρμογή της παραγράφου 7 και της παρούσας παραγράφου καθίστανται τα ελεγκτικά όργανα του Υπουργείου Οικονομικών και το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής αστυνομίας. Ο τύπος του ως άνω εντύπου και η διαδικασία βεβαίωσης, επιβολής και είσπραξης του ανωτέρω διοικητικού προστίμου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.»