Πλήρη μεταστροφή της στάσης που τηρούσαν όσοι χρωστούσαν στις τράπεζες, διαπιστώνουν οι τραπεζίτες από τον Αύγουστο και μετά.
Η ψήφιση του μνημονίου φαίνεται πως έβαλε οριστικό "στοπ" σε όσους άφηναν απλήρωτες τις δόσεις των δανείων τους, ευελπιστώντας σε χαριστικές ρυθμίσεις και άφεση χρεών. Έτσι, πλέον αντί να κρύβονται στα τηλεφωνήματα των τραπεζών, οι οφειλέτες σπεύδουν οι ίδιοι να επικοινωνήσουν με την τράπεζα προκειμένου να βρουν τρόπο διακανονισμού της οφειλής τους.
Η αλλαγή στη συμπεριφορά των δανειοληπτών που μέχρι πρότινος ήταν ασυνεπείς, δικαιολογημένα λόγω οικονομικής αδυναμίας ή αδικαιολόγητα επειδή εκμεταλλεύονταν το γενικότερο κλίμα "στάσης πληρωμών", σχετίζεται με την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας, ο οποίος, βάσει του μνημονίου, θα αποτελέσει το κύριο "εργαλείο" αντιμετώπισης των οφειλετών.
Σύντομα η Τράπεζα της Ελλάδος πρόκειται να εκδώσει όλες τις αναγκαίες διατάξεις για την εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας, ο οποίος θα αναθεωρηθεί μέχρι τα τέλη Μαρτίου 2016, με κατευθυντήριες γραμμές για την αναδιάρθρωση χρεών για ομάδες δανειοληπτών (π.χ. μικρομεσαίες επιχειρήσεις), βάσει σαφών κριτηρίων κατηγοριοποίησης λιανικών χαρτοφυλακίων και με την εισαγωγή μηχανισμών ταχείας διεκπεραίωσης (συμπεριλαμβανομένων τυποποιημένων εγγράφων αξιολόγησης, συμβάσεων αναδιάρθρωσης και λύσεων τακτοποίησης).
Ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας θα προκύψει μετά από μία σειρά άλλων ενεργειών που θα λάβουν χώρα στο μεταξύ και συγκεκριμένα:
- Την επανενεργοποίηση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Ιδιωτικού Χρέους.
- Την έκθεση της ΤτΕ, έως τα τέλη Οκτωβρίου 2015, για την κατηγοριοποίηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών και την αξιολόγηση της ικανότητάς τους να αντιμετωπίζουν κάθε κατηγορία μη εξυπηρετούμενων δανείων.
- Την ίδρυση Κέντρου Ενημέρωσης Οφειλετών, που θα παρέχει νομικές και οικονομικές συμβουλές σχετικά με οφειλές.
- Την ενίσχυση από την κυβέρνηση του θεσμικού πλαισίου για τη διευκόλυνση της τακτοποίησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (μεταξύ άλλων, με τη βελτίωση του νομικού πλαισίου για θέματα αφερεγγυότητας εταιρειών και νοικοκυριών) έως τα τέλη Νοεμβρίου 2015.
- Τη δημιουργία Υπηρεσίας Πίστωσης και Πλούτου ως ανεξάρτητη αρχή, η οποία θα προσδιορίζει τις δυνατότητες πληρωμής των δανειοδοτών για τη διευκόλυνση των τραπεζών.
- Την τροποποίηση του νόμου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό.
Οι παραπάνω αλλαγές θα καταστήσουν ουσιαστικά πιο αυστηρό τον Κώδικα Δεοντολογίας, συντέμνοντας τα χρονικά περιθώρια μέχρι την τελική έκβαση του μη εξυπηρετούμενου δανείου. Σήμερα, ο Κώδικας προβλέπει πέντε στάδια για την έναρξη της διαδικασίας επίλυσης των καθυστερήσεων, τα οποία δίνουν στον οφειλέτη περιθώριο "κωλυσιεργίας" ενός εξαμήνου, κάτι που αναμένεται να περιοριστεί στο τρίμηνο.
Η διαδικασία σήμερα έχει ως εξής:
Η τράπεζα επικοινωνεί με τον δανειολήπτη από την πρώτη στιγμή που παρουσιάζεται καθυστέρηση καταβολής δόσης. Αν η καθυστέρηση υπερβεί τις 30 ημέρες και επιπλέον ο δανειολήπτης δεν ανταποκριθεί στην ειδοποίηση που έχει ήδη λάβει εντός 15 ημερών, η τράπεζα τον ενημερώνει γραπτώς μέσα σε διάστημα 10 ημερών για τις δυνατότητες διευθέτησης.
Αν μετά τις αρχικές καθυστερήσεις ο δανειολήπτης δεν ανταποκριθεί ή η καθυστέρηση υπερβεί τις 90 ημερολογιακές μέρες ή τις τρεις μηνιαίες δόσεις, η τράπεζα πρέπει να στείλει εντός δέκα εργάσιμων ημερών προειδοποιητική επιστολή για την προοπτική να χαρακτηριστεί μη συνεργάσιμος και τις συνέπειες που θα έχει αυτό.
Αν η καθυστέρηση υπερβαίνει ήδη τις 30 ημέρες κατά την έναρξη ισχύος του Κώδικα, ο δανειολήπτης ειδοποιείται ώστε να ενταχθεί σε στάδιο διευθέτησης και να υποβάλει την τυποποιημένη κατάσταση οικονομικής πληροφόρησης, διαφορετικά κινδυνεύει να χαρακτηριστεί μη συνεργάσιμος.
Η συμπλήρωση της τυποποιημένης φόρμας οικονομικής πληροφόρησης είναι απαραίτητη σε κάθε περίπτωση για την ένταξη σε ρύθμιση. Σε αυτή περιλαμβάνονται προσωπικά στοιχεία οικογενειακής κατάστασης, αλλά και τα ελάχιστα στοιχεία για τις δαπάνες διαβίωσης ώστε να συσχετιστούν με τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης.
Στο στάδιο της αξιολόγησης λαμβάνονται υπόψη ως βασικά κριτήρια η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη, το συνολικό ύψος και η φύση των χρεών, το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς, η προβλεπόμενη ικανότητα αποπληρωμής.
Η πρόταση ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης θα πρέπει να είναι αναλυτική ως προς τις επιπτώσεις της από τις τράπεζες, ενώ δεν είναι υποχρεωτικά αποδεκτή από τον δανειολήπτη ο οποίος έχει τη δυνατότητα να την απορρίψει, να αντιπροτείνει άλλη ή να υποβάλει ένσταση. Ο δανειολήπτης πρέπει να απαντήσει θετικά ή αρνητικά τουλάχιστον 15 ημέρες μετά. Η απόφαση επί τυχόν ενστάσεων του δανειολήπτη ορίζεται ότι θα πρέπει να εκδίδεται το αργότερο σε τρεις μήνες.