Αδυνατίζει το δίχτυ προστασίας του κράτους προς τους ευάλωτους δανειολήπτες που θα μπουν στο Νόμο Κατσέλη για να βοηθηθούν οικονομικά ώστε να διασώσουν την κύρια κατοικία τους από την απειλή πλειστηριασμού.
Με νομοτεχνική βελτίωση που πέρασε στο νομοσχέδιο, αποσύρεται εντελώς η διάταξη που προέβλεπε πως το δημόσιο θα επωμίζονταν όλη τη ζημιά από τυχόν μη πληρωμή όλης της συμφωνημένης δόσης του δανειολήπτη προς τις τράπεζες από το 2017 και μέχρι τη λήξη της τριετούς προστασίας που ούτως ή άλλως ορίζεται από το νόμο.
Η διάταξη αυτή ήταν εξ’ αρχής "θολή" καθώς δεν αναφέρονταν ούτε στο νομοσχέδιο ούτε στην εισηγητική έκθεση αν το δημόσιο είχε τα χρήματα να καλύψει όσους ευάλωτους δανειολήπτες δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στο σχέδιο ρύθμισης της οφειλής τους.
Με λίγα λόγια όποιος ευάλωτος δανειολήπτης αιτηθεί κρατικής ενίσχυσης για τα τρία χρόνια που προβλέπει το νέο πλαίσιο, ώστε το κράτος να πληρώνει μέρος της δόσης την οποία πρέπει εκείνος να δώσει στην τράπεζα, θα επωμίζεται την υποχρέωση να την αποπληρώσει στο μέλλον.
Αντίθετα διατηρείται η διάταξη σύμφωνα με την οποία μόνο για το 2016, το δημόσιο θα καλύπτει τη διαφορά του ποσού ανάμεσα στη δόση που θα ορίσει το δικαστήριο, και των χρημάτων που τελικά θα καταβάλει.
Όμως και σε αυτή την περίπτωση το χρέος δεν θα διαγράφεται υπέρ του δανειολήπτη αλλά θα επιβαρύνει τις δόσεις των επόμενων ετών. Στη σχετική διάταξη όπως αναδιατυπώθηκε σήμερα προβλέπεται πως "μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2016 το Δημόσιο έχει τη δυνατότητα να προβεί σε μερική κάλυψη της διαφοράς μεταξύ του ποσού που καταβάλλει ο οφειλέτη και του ποσού που ορίζεται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Το σχέδιο θα θεωρείται πως εξυπηρετείται και τα ποσά που δεν κατέβαλε ο δανειολήπτης θα κεφαλαιοποιούνται στο υπολειπόμενο ποσό".
Οι νομοθετικές βελτιώσεις της τελευταίας στιγμής που κατατέθηκαν νωρίτερα στη Βουλή, καθιστούν συνολικά αυστηρότερο το πλαίσιο προστασίας κυρίως των "ευάλωτων" δανειοληπτών. Παρότι δεν αλλάζουν τα βασικά κριτήρια για τα εισοδήματα (εύλογες δαπάνες διαβίωσης) και την αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας, εντούτοις προστίθενται κι άλλα "ποιοτικά" κριτήρια προς μεγαλύτερη κάλυψη των πιστωτών τους. Τέτοια είναι ότι θα πρέπει να είναι συνεργάσιμοι δανειολήπτες με τις τράπεζες, ότι αναλαμβάνουν την υποχρέωση να πληρώνουν το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του χρέους και ότι σε κάθε περίπτωση υποχρεούνται να πληρώνουν ελάχιστη συνεισφορά. Επίσης διευκρινίζεται ότι θα ισχύει και για αυτή την κατηγορία το κριτήριο πως η ρύθμιση πρέπει να διασφαλίζει πως οι πιστωτές τους δεν θα βρεθούν σε χειρότερη θέση χωρίς της συναίνεσή τους, από το αν αποφάσιζαν να προχωρήσουν σε αναγκαστική εκτέλεση του ακινήτου του δανειολήπτη (πλειστηριασμός).
Αναλυτικά για την κατηγορία των ευάλωτων δανειοληπτών οι οποίοι είναι εκείνοι που ως επί το πλείστον προστατεύονται από το νόμο, η ρύθμιση αντικαθίσταται ως εξής:
"Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες στο πρόσωπο του οφειλέτη πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις
α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του,
β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 5 του παρόντος,
γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ (120.000 €) για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες ευρώ (40.000 €) για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι χιλιάδες ευρώ (20.000 €) ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα,
δ) είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται και
ε) βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών όπως αυτές ορίζονται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών της προηγούμενης παραγράφου, διασφαλίζεται, ότι οι πιστωτές δεν θα βρεθούν, χωρίς τη συναίνεση τους, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, με τον ακόλουθο τρόπο. Ο οφειλέτης δύναται, να υποβάλει αίτηση στο Ελληνικό Δημόσιο για την μερική κάλυψη του ποσού της μηνιαίας καταβολής του σχεδίου διευθέτησης οφειλών του παρόντος άρθρου, το οποίο ορίζει η δικαστική απόφαση. Ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και σε κάθε περίπτωση υποχρεούται στην καταβολή ελάχιστης συνεισφοράς.
Η συνεισφορά του Ελληνικού Δημοσίου στο παραπάνω σχέδιο διευθέτησης οφειλών δεν μπορεί να υπερβαίνει σε διάρκεια τα τρία έτη, και καταβάλλεται στους πιστωτές, υπό την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης παραμένει συνεπής στην καταβολή της ελάχιστης συνεισφοράς. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Οικονομικών η οποία θα εκδοθεί έως 31 Δεκεμβρίου 2015, καθορίζονται τα κριτήρια προσδιορισμού του ύψους της συνεισφοράς του Δημοσίου, της ελάχιστης συνεισφοράς του οφειλέτη καθώς και οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας. Μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2016 το Δημόσιο έχει τη δυνατότητα να προβεί σε μερική κάλυψη της διαφοράς μεταξύ του ποσού που καταβάλλει ο οφειλέτης, που πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις και του ποσού που ορίζεται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Στην περίπτωση αυτή το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θεωρείται ότι εξυπηρετείται και οποιοδήποτε μη καταβληθέν ποσό κεφαλαιοποιείται στο υπολειπόμενο ποσό του σχεδίου διευθέτησης οφειλών. "
Με τις νομοτεχνικές βελτιώσεις ορίζεται επίσης ότι στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών θα προβλέπεται ότι "ο οφειλέτης θα καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και ότι το ποσό που θα πληρώνει είναι τέτοιο ώστε οι πιστωτές δεν θα βρεθούν χωρίς τη συναίνεσή τους σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης" (σ.σ πλειστηριασμού).
Επίσης προβλέπει ότι η τράπεζα της Ελλάδας με απόφαση που θα δημοσιεύσει εντός 30 ημερών, θα καθορίζει τη διαδικασία και τα κριτήρια για:
- τον προσδιορισμό της "μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής" των οφειλετών
- του τρόπου που θα υπολογίζεται το ποσό που θα λάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης
-την ενδεχόμενη ζημιάς των πιστωτών