Επείγον μήνυμα προς τις κυβερνήσεις να αναλάβουν «εδώ και τώρα» αναπτυξιακές πρωτοβουλίες έστειλε η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ από τη Γερμανία, καλώντας τες να καταρτίσουν «έξυπνα δημοσιονομικά σχέδια εκτάκτου ανάγκης», σε περίπτωση που η εύθραυστη ανάκαμψη εκτροχιαστεί.
Μιλώντας σε εκδήλωση του πανεπιστημίου Γκέτε στη Φρανκφούρτη, η κ. Λαγκάρντ υπαινίχθηκε ότι το Ταμείο θα αναθεωρήσει πάλι επί τα χείρω τις προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία (για δεύτερη φορά φέτος) προ της εαρινής Συνόδου που θα λάβει χώρα στις 15-17 Απριλίου στην Ουάσιγκτον, αφού παρατηρείται «σημαντική εξασθένηση της δυναμικής της ανάκαμψης». «Τα καλά νέα είναι ότι δεν είμαστε σε κρίση. Τα... όχι και τόσο καλά νέα είναι ότι η ανάκαμψη παραμένει υπερβολικά βραδεία, υπερβολικά ασθενής και οι κίνδυνοι που την απειλούν αυξάνονται», είπε. Οι αναδυόμενες οικονομίες -με οδηγό την Κίνα- κρατούσαν τα ηνία της ανάπτυξης για χρόνια και τώρα που επιβραδύνονται υπήρχαν προσδοκίες ότι οι αναπτυγμένες αγορές θα έπαιρναν τη σκυταλη. Αυτό δε συνέβη, είπε η κ. Λαγκάρντ, «δείχνοντας» προς την κατεύθυνση κυρίως της Ευρωζώνης και της Ιαπωνίας, καθώς η οικονομία των ΗΠΑ παρουσιάζει καλύτερη εικόνα. Αυτό οφείλεται στο ότι οι οικονομίες αυτές δεν κατόρθωσαν να απαλλαγούν από την κληρονομιά της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, δηλαδή τα υψηλά ποσοστά δημοσίου χρέους και ανεργίας και τον χαμηλό πληθωρισμό και παραγωγικότητα. Την ίδια στιγμή, οι αναδυόμενες οικονομίες απειλούνται από την πτώση των τιμών των εμπορευμάτων, τα αυξημένα επίπεδα εταιρικού χρέους και τις ευμετάβλητες κεφαλαιακές ροές. Πάνω από όλες τις χώρες και το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα αιωρείται η απειλή της Κίνας, η οποία έχει τα φόντα να προκαλέσει αλλεπάλληλες κρίσεις τα επόμενα χρόνια.
Σχέδιο τριών σημείων
Στο φόντο αυτό, μπορεί τα νέα μέτρα χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (για τα οποία η κ. Λαγκάρντ απέδωσε εύσημα στον Μάριο Ντράγκι) και η αναδίπλωση της Fed όσον αφορά τον αριθμό των αυξήσεων επιτοκίων του δολαρίου που προγραμμάτιζε φέτος να συνέβαλαν στην σταθεροποίηση του κλίματος στις αγορές, πλην όμως είναι σαφές ότι οι πρωτοβουλίες των κεντρικών τραπεζών δεν αρκούν για να δώσουν μακρόπνοη ώθηση στην παγκόσμια οικονομία.
«Σήμα κινδύνου» από το ΔΝΤ για την παγκόσμια οικονομία
Εξ ου και η εμμονή του ΔΝΤ στο να πλαισιωθεί η χαλαρή νομισματική πολιτική με στοχευμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και «δημοσιονομικό ακτιβισμό», στο πλαίσιο ενός σχεδίου τριών αξόνων για την τόνωση της ανάπτυξης. Η επικεφαλής του ΔΝΤ έγινε ακόμα πιο συγκεκριμένη και πρότεινε στις ΗΠΑ να αυξήσουν τον κατώτατο μισθό, στην Ευρωζώνη να βελτιώσει την πρόσβαση στην αγορά εργασίας και στις αναδυόμενες οικονομίες να περιορίσουν τις επιδοτήσεις στα καύσιμα προς όφελος των κοινωνικών δαπανών.
Σύστησε επίσης την θέσπιση φορολογικών κινήτρων για επενδύσεις και κυρίως στην έρευνα και την καινοτομία, επικαλούμενη στοιχεία του ΔΝΤ που δείχνουν ότι μια αύξηση των σχετικών δαπανών κατά 40% μπορεί να «μεταφραστεί» σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες σε ορίζοντα εικοσαετίας.
Βέλη ΟΟΣΑ προς Βερολίνο
Την ίδια στιγμή, ο ΟΟΣΑ έστρεψε τα βέλη της κριτικής του προς τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, τη Γερμανία, που έχει περιθώρια δημοσιονομικής χαλάρωσης που δεν αξιοποιεί, υπογραμμίζοντας ότι η χώρα απέτυχε να εκμεταλλευθεί το ιστορικό χαμηλό κόστος δανεισμού που απολαμβάνει για να τονώσει τις επενδύσεις που θα ενισχύσουν την αναπτυξιακή της δυναμική. Στην ετήσια έκθεσή του για τη γερμανική οικονομία που παρουσίασε στο Βερολίνο ο γενικός γραμματέας Ανχελ Γκουρία, ο Οργανισμός προειδοποίησε σε υψηλούς τόνους ότι η απότομη επιβράδυνση των εμπορικών εταίρων της χώρας εντός και εκτός Ευρωζώνης απειλεί να πλήξει καίρια τις εξαγωγές, το επιχειρηματικό κλίμα και στο τέλος του δρόμου την καταναλωτική εμπιστοσύνη που αποτελεί τη βασική ατμομηχανή της χώρας.