Να φύγει κανείς ή να μη φύγει; Αυτό είναι το ερώτημα, ακόμη. Μετά το ιστορικό βρετανικό δημοψήφισμα, δεν υπάρχει ακόμη ένδειξη ότι το αποκαλούμενο Brexit θα συμβεί σύντομα. Μπορεί να μη συμβεί και ποτέ.
Ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος τελεί υπό παραίτηση, έχει δηλώσει ότι δεν θα ενεργοποιήσει επίσημα το διαζύγιο με την Ε.Ε., με το επιχείρημα ότι πρέπει να το κάνει ο διάδοχός του. Επειδή το δημοψήφισμα δεν είναι νομικά δεσμευτικό, ορισμένοι πολιτικοί προτείνουν ότι θα πρέπει να υπάρξει επίσημη ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο προτού ενεργοποιηθεί η διαδικασία αποχώρησης.
Μέσα σε μόλις δύο ημέρες το αίτημα για επανάληψη του δημοψηφίσματος έχει κερδίσει την υποστήριξη περισσοτέρων από τρία εκατομμυρίων Βρετανών. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, αντιμέτωποι με τη μεγαλύτερη απειλή προς την ευρωπαϊκή ενότητα από το τέλος του πολέμου, δεν έχουν κοινή στάση για το πόσο γρήγορα θα πρέπει να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την αποχώρηση της Βρετανίας. Το Παρίσι βιάζεται, ενώ η Γερμανίδα καγκελάριος απευθύνει έκκληση για υπομονή.
Ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έχει δηλώσει ότι θέλει να «αρχίσουν αμέσως». Η πλειονότητα των Βρετανών πολιτικών συμφωνεί πως μια τόσο αποφασιστική νίκη της πλευράς που υποστήριζε την έξοδο με 52%-48% σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει διαζύγιο με την Ε.Ε. Οτιδήποτε λιγότερο θα ήταν χαστούκι προς τη δημοκρατία. «Η θέληση του βρετανικού λαού αποτελεί οδηγία που πρέπει να εφαρμοστεί», είχε πει ο κ. Κάμερον κατά τη διάρκεια του λόγου παραίτησής του. Παρ’ όλα αυτά το γεγονός ότι στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης twitter κυριαρχεί η λέξη #regrexit (συνδυασμός των λέξεων regret και exit που σημαίνουν «μετανιώνω» και «έξοδος») σχετικά με το αν θα μπορούσε η Βρετανία να αναθεωρήσει την άποψή της, είναι ενδεικτικό της δυσπιστίας που έχει καταλάβει την ήπειρο μετά το δημοψήφισμα που οδήγησε σε οικονομική και πολιτική καταστροφή.
Η στερλίνα έχει υποτιμηθεί σημαντικά και τα δύο βασικά πολιτικά κόμματα της Βρετανίας είναι διαλυμένα. Ο Κάμερον είναι ένας ηγέτης που δεν διαθέτει πλέον ισχύ και στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ηγετικά στελέχη αποπειράθηκαν την Κυριακή να ανατρέψουν τον ηγέτη των Εργατικών. Τα βήματα που πρέπει να γίνουν ώστε ένα κράτος-μέλος να εγκαταλείψει την Ενωση περιγράφονται στο άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Πριν από το δημοψήφισμα ο Κάμερον είχε δηλώσει ότι θα το ενεργοποιούσε αμέσως αν ψήφιζε η Βρετανία την έξοδο από την Ε.Ε.
Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου αρκετοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δήλωσαν επίσης ότι είναι ανάγκη η Βρετανία να αρχίσει επισήμως τη διαδικασία αποχώρησης, πιθανότατα στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής. Ομως και αξιωματούχοι από το στρατόπεδο όσων υποστήριξαν την έξοδο από την Ε.Ε., περιλαμβανομένου του πρώην δημάρχου του Λονδίνου Μπόρις Τζόνσον, αρχίζουν να κωλυσιεργούν. Υποστηρίζουν ότι θέλουν να διαπραγματευθούν τη σχέση της Βρετανίας με την Ε.Ε. μετά την αποχώρησή της, προτού ενεργοποιήσουν επισήμως τη διαδικασία αποχώρησης.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και αναλυτές υποστηρίζουν ότι κάτι τέτοιο φαντάζει απίθανο, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς τα ακανθώδη ζητήματα που υπάρχουν. Για παράδειγμα, είναι απίθανο η Ε.Ε. να παραχωρήσει στη Βρετανία πρόσβαση στην κοινή αγορά, χωρίς να αποδεχθεί το Λονδίνο την αρχή της μετακίνησης των Ευρωπαίων εργαζομένων. Ομως, το μεγαλύτερο ζήτημα όσων ψήφισαν την αποχώρηση της Βρετανίας ήταν να τεθούν όρια στη μετανάστευση, κάτι που είχαν υποσχεθεί οι ηγέτες της εκστρατείας υπέρ της εξόδου.
Ο βουλευτής των Εργατικών Ντέιβιντ Λαμί είχε δηλώσει ότι το Κοινοβούλιο διαθέτει την εξουσία να προκηρύξει δεύτερο δημοψήφισμα και απηύθυνε έκκληση να το κάνει. Αν και δεν υπάρχει προηγούμενο ενεργοποίησης του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, στη Βουλή των Λόρδων έχει συζητηθεί πώς θα μπορούσε να γίνει η διαδικασία του Brexit. Σε έκθεση που είχε δημοσιευθεί τον Μάιο, ο Ντέρικ Γουάιατ, ένας από τους νομικούς που είχαν εμπλακεί, είχε πει ότι αν και θα είναι δύσκολο από πολιτικής απόψεως, η νομοθεσία επιτρέπει την αλλαγή άποψης περί εξόδου ακόμη και μετά την ενεργοποίηση του άρθρου 50.