Η νέα επίθεση που εξαπέλυσαν κατά της Γερμανίας, και κυρίως κατά του Β. Σόιμπλε, δύο υπουργοί της κυβέρνησης, συνθέτουν το σκηνικό που θα κυριαρχεί τους πρώτους μήνες του 2017.
Μπορεί η επιστολή συμμόρφωσης του Ευκλ. Τσακαλώτου να βεβαιώνει με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι η κυβέρνηση θα τηρήσει πιστά τις επιταγές των μνημονίων, όμως, ο ίδιος έσπευσε να χαρακτηρίσει «ζουρλομανδύα» το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Ο δε Νίκος Παππάς έριξε τις βολές του κατά του Γερμανού υπουργού Οικονομικών που επικαλείται τις εκλογές και το Κοινοβούλιό του όταν μιλά για την Ελλάδα. Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής θύμισε στο Βερολίνο ότι υπάρχει και ελληνική Βουλή, όχι μόνο γερμανική.
Είναι παράδοξο για αρκετούς πολιτικούς αναλυτές από τη μια η κυβέρνηση να ορκίζεται πίστη και αφοσίωση στις συμφωνίες κι από την άλλη να τις καταγγέλλει. Υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να διαφωνήσει και να αναζητήσει άλλους τρόπους για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη της λιτότητας και των μνημονίων.
Ομως, είναι δεδομένο ότι πολλές δηλώσεις γίνονται για εσωτερική κατανάλωση, είναι μέρος πολιτικών σκοπιμοτήτων που δεν έχουν τόση σημασία όση, ίσως, η επιστολή Τσακαλώτου και η πιστή τήρηση των συμφωνηθέντων.
Θα πρέπει, επειδή δεν υπάρχουν χρονικά περιθώρια για να χαθούν, η κυβέρνηση να προχωρήσει μπροστά κι όχι να επιδίδεται σε σκιαμαχίες, πότε με την αξιωματική αντιπολίτευση πότε με τους «εξωτερικούς εχθρούς». Από τη στιγμή που έχει αποφασίσει να προχωρήσει στη λογική του «pacta sunt servanta» δεν μπορεί να κάνει πίσω. Τα επικοινωνιακά παιχνίδια έχουν ελάχιστο όφελος και μεγαλύτερη ζημία, αφού αποπροσανατολίζουν από τα πραγματικά προβλήματα.
Ορθώς η κυβέρνηση δικαιούται να μοιράζει πλεονάσματα και να ασκεί κοινωνική πολιτική. Ομως, οφείλει να δίνει αναπτυξιακή διέξοδο σε μια οικονομία που «διψά» για καλές ειδήσεις και δεν αντέχει ακόμη μια χρονιά παράλυσης.