Ένα από τα πιο ανορθολογικά, κοινωνικά άδικα και ταυτόχρονα εξοντωτικά
φορολογικά συστήματα έχει η Ελλάδα σε σχέση με τις υπόλοιπες οικονομικά
ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου Τουλάχιστον αυτά δείχνουν τα στοιχεία του
Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για τα έσοδα από φόρους
και ασφαλιστικές εισφορές στις χώρες μέλη του.
Την ίδια ώρα που η Ελλάδα βρίσκεται αισθητά πάνω από το μέσο όρο στο ποσοστό του εθνικού της εισοδήματος που απορροφάται από τον κράτος με τη μορφή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, η φοροδιαφυγή στο εισόδημα φυσικών προσώπων βρίσκεται στα ύψη με τα αντίστοιχα έσοδα να είναι αναλογικά πολύ χαμηλά σε σχέση με ότι ισχύει στις υπόλοιπες χώρες. Με βάση αυτά υπάρχουν όμως κάποιοι που πληρώνουν αδρά την υπερφορολόγηση για να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα κάνουν εφικτή την αντιμετώπιση του πολύ μεγάλου ελληνικού δημόσιου χρέους. Και όλα αυτά, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται για επτά χρόνια σε πρόγραμμα στήριξης που εκτός από οικονομική βοήθεια με δανεισμό λαμβάνει και μεγάλες δόσεις τεχνογνωσίας και γενικότερα τεχνικής βοήθειας για να αντιμετωπίσει τις δομικές αδυναμίες του φορολογικού της συστήματος.
Αυτή βέβαια η τεχνική βοήθεια δεν φαίνεται ότι έχει βοηθήσει και πολύ στο να λυθούν δομικά προβλήματα. Ας δούμε τα στοιχεία. Από τα 100 ευρώ που εισπράττει σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, μόλις τα 15 ευρώ προέρχονται από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων. Το αντίστοιχο ποσό που εισπράττεται κατά μέσο όρο από τον ΟΟΣΑ είναι 24 ευρώ. Θα περίμενε κανείς αυτό να είναι αποτέλεσμα χαμηλών φορολογικών συντελεστών που επιβαρύνουν το εισόδημα φυσικών προσώπων στην Ελλάδα. Συμβαίνει το αντίθετο.
Οι φορολογικοί συντελεστές είναι πολύ υψηλοί με τον ανώτατο συντελεστή 45% να ξεκινά να επιβάλλεται από το εισοδηματικό όριο των 40.000 ευρώ, ποσό το οποίο κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι αποτελεί όριο πλούτου. Αντίστοιχα οι αυαταπασχολούμενοι πληρώνουν φόρο 22% από το πρώτο ευρώ εισοδήματος που δηλώνουν καθώς και ασφαλιστικές εισφορές 27%. Τι συμβαίνει και παρά τους υψηλούς συντελεστές τα έσοδα από τη φορολογία εισοδήματος είναι χαμηλά; Φοροδιαφυγή. Σημαντική μερίδα αυταπασχολούμενων δεν δηλώνει τα πραγματικά του εισοδήματα με την επίκληση της -βάσιμης- δικαιολογίας ότι οι φορολογικοί συντελεστές είναι ληστρικά υψηλοί.
Αυτούς τους φορολογικούς συντελεστές όμως αντιμετωπίζουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που κατά κανόνα δεν μπορούν να αποκρύψουν εισοδήματα. Αντίστοιχα υψηλούς φορολογικούς συντελεστές αντιμετωπίζουν και οι ιδιοκτήτες ακινήτων για το εισόδημα από ενοίκια (15% από το πρώτο ευρώ και ανώτατο συντελεστή 45%).
Οι τελευταίοι κλήθηκαν τα τελευταία χρόνια να βάλουν πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν μεγάλο μέρος του λογαριασμού της δημοσιονομικής προσαρμογής. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι ως ποσοστό του ΑΕΠ τα έσοδα από τη φορολογία ακινήτων αυξήθηκε από το 1,7% του ΑΕΠ στο 3,1% το 2015 λόγω προφανώς της επιβολής του ΕΝΦΙΑ. Αντίστοιχα τα στοιχεία δείχνουν ότι από τα 100 ευρώ που εισπράττει από φόρους η Ελλάδα, τα 8 προέρχονται από φόρους περιουσίας ενώ στον ΟΟΣΑ είναι 6 ευρώ. Και δεν είναι μόνο οι ιδιοκτήτες ακινήτων που πληρώνουν το μεγάλο λογαριασμό.
Είναι και συνολικά η κοινωνία και η οικονομία μέσω τσουχτερών έμμεσων φόρων. Με βάση στοιχεία του 2015, δηλαδή πριν ξεσπάσει η φορολογική καταιγίδα του 2016-2017 με την αύξηση όλων των έμμεσων φόρων και την επιβολή νέων, η Ελλάδα εισέπραττε το 39% των φόρων της από φόρους κατανάλωσης (ΦΠΑ, ΕΦΚ κλπ). Στον ΟΟΣΑ ο μέσος όρος ήταν το 2015 στο 32%. Με άλλα λόγια, η φοροδιαφυγή πληρώνεται από υψηλούς φόρους κατανάλωσης που βαρύνουν τους πάντες. Και κυρίως αυτούς που έχουν πραγματικά χαμηλά εισοδήματα.
Την ίδια ώρα που η Ελλάδα βρίσκεται αισθητά πάνω από το μέσο όρο στο ποσοστό του εθνικού της εισοδήματος που απορροφάται από τον κράτος με τη μορφή φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, η φοροδιαφυγή στο εισόδημα φυσικών προσώπων βρίσκεται στα ύψη με τα αντίστοιχα έσοδα να είναι αναλογικά πολύ χαμηλά σε σχέση με ότι ισχύει στις υπόλοιπες χώρες. Με βάση αυτά υπάρχουν όμως κάποιοι που πληρώνουν αδρά την υπερφορολόγηση για να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα κάνουν εφικτή την αντιμετώπιση του πολύ μεγάλου ελληνικού δημόσιου χρέους. Και όλα αυτά, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται για επτά χρόνια σε πρόγραμμα στήριξης που εκτός από οικονομική βοήθεια με δανεισμό λαμβάνει και μεγάλες δόσεις τεχνογνωσίας και γενικότερα τεχνικής βοήθειας για να αντιμετωπίσει τις δομικές αδυναμίες του φορολογικού της συστήματος.
Αυτή βέβαια η τεχνική βοήθεια δεν φαίνεται ότι έχει βοηθήσει και πολύ στο να λυθούν δομικά προβλήματα. Ας δούμε τα στοιχεία. Από τα 100 ευρώ που εισπράττει σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, μόλις τα 15 ευρώ προέρχονται από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων. Το αντίστοιχο ποσό που εισπράττεται κατά μέσο όρο από τον ΟΟΣΑ είναι 24 ευρώ. Θα περίμενε κανείς αυτό να είναι αποτέλεσμα χαμηλών φορολογικών συντελεστών που επιβαρύνουν το εισόδημα φυσικών προσώπων στην Ελλάδα. Συμβαίνει το αντίθετο.
Οι φορολογικοί συντελεστές είναι πολύ υψηλοί με τον ανώτατο συντελεστή 45% να ξεκινά να επιβάλλεται από το εισοδηματικό όριο των 40.000 ευρώ, ποσό το οποίο κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι αποτελεί όριο πλούτου. Αντίστοιχα οι αυαταπασχολούμενοι πληρώνουν φόρο 22% από το πρώτο ευρώ εισοδήματος που δηλώνουν καθώς και ασφαλιστικές εισφορές 27%. Τι συμβαίνει και παρά τους υψηλούς συντελεστές τα έσοδα από τη φορολογία εισοδήματος είναι χαμηλά; Φοροδιαφυγή. Σημαντική μερίδα αυταπασχολούμενων δεν δηλώνει τα πραγματικά του εισοδήματα με την επίκληση της -βάσιμης- δικαιολογίας ότι οι φορολογικοί συντελεστές είναι ληστρικά υψηλοί.
Αυτούς τους φορολογικούς συντελεστές όμως αντιμετωπίζουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που κατά κανόνα δεν μπορούν να αποκρύψουν εισοδήματα. Αντίστοιχα υψηλούς φορολογικούς συντελεστές αντιμετωπίζουν και οι ιδιοκτήτες ακινήτων για το εισόδημα από ενοίκια (15% από το πρώτο ευρώ και ανώτατο συντελεστή 45%).
Οι τελευταίοι κλήθηκαν τα τελευταία χρόνια να βάλουν πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν μεγάλο μέρος του λογαριασμού της δημοσιονομικής προσαρμογής. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι ως ποσοστό του ΑΕΠ τα έσοδα από τη φορολογία ακινήτων αυξήθηκε από το 1,7% του ΑΕΠ στο 3,1% το 2015 λόγω προφανώς της επιβολής του ΕΝΦΙΑ. Αντίστοιχα τα στοιχεία δείχνουν ότι από τα 100 ευρώ που εισπράττει από φόρους η Ελλάδα, τα 8 προέρχονται από φόρους περιουσίας ενώ στον ΟΟΣΑ είναι 6 ευρώ. Και δεν είναι μόνο οι ιδιοκτήτες ακινήτων που πληρώνουν το μεγάλο λογαριασμό.
Είναι και συνολικά η κοινωνία και η οικονομία μέσω τσουχτερών έμμεσων φόρων. Με βάση στοιχεία του 2015, δηλαδή πριν ξεσπάσει η φορολογική καταιγίδα του 2016-2017 με την αύξηση όλων των έμμεσων φόρων και την επιβολή νέων, η Ελλάδα εισέπραττε το 39% των φόρων της από φόρους κατανάλωσης (ΦΠΑ, ΕΦΚ κλπ). Στον ΟΟΣΑ ο μέσος όρος ήταν το 2015 στο 32%. Με άλλα λόγια, η φοροδιαφυγή πληρώνεται από υψηλούς φόρους κατανάλωσης που βαρύνουν τους πάντες. Και κυρίως αυτούς που έχουν πραγματικά χαμηλά εισοδήματα.