Σημαντικό ποσοστό δανείων που είχαν τεθεί σε
καθεστώς ρύθμισης εμφανίζει εκ νέου καθυστέρηση.
Περίπου στο 42% των ρυθμίσεων βραχυπρόθεσμου τύπου και στο 32% εκείνων μακροπρόθεσμου τύπου, η καθυστέρηση εμφανίζεται μόλις ένα τρίμηνο μετά την εφαρμογή της ρύθμισης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η ΤτΕ στην ενδιάμεση έκθεση νομισματικής πολιτικής 2017, χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι η αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων δεν εμφανίζει σημαντικές διαφορές σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια· «φαίνεται δηλαδή ότι οι γενικότερες οικονομικές συνθήκες δεν επαρκούν για να εξηγήσουν τη χαμηλή αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων, καθώς, παρά την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, επί του παρόντος τα προ- βλήματα στην εξυπηρέτηση ρυθμισθέντων δανείων εξακολουθούν».
Η ανατομία των δανείων και η πορεία των στόχων
Με βάση στοιχεία Σεπτεμβρίου 2017, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) μειώθηκε κατά 7,6% (ή 8,2 δισεκ. ευρώ) συγκριτικά με το Μάρτιο του 2016 (όταν τα ΜΕΑ έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο) και διαμορφώθηκε σε 100,4 δισεκ. ευρώ ή 44,6% των συνολικών ανοιγμάτων.
Η βελτίωση κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2017 ήταν αποτέλεσμα κυρίως διαγραφών δανείων, ενώ θετικά συνέβαλε στη μείωση και η πώληση δανείων εκ μέρους των τραπεζών. Οι πωλήσεις δανείων συνεχίστηκαν και το δ’ τρίμηνο του έτους. Με βάση τις εκθέσεις προόδου που έχει δημοσιεύσει η Τράπεζα της Ελλάδος, κρίνεται επαρκής η πρόοδος ως προς τους στόχους αποτελεσμάτων.
Ωστόσο, η ΤτΕ σημειώνει ότι «ο στόχος μείωσης των ΜΕΑ για τα δύο επόμενα έτη αυξάνεται σημαντικά, γεγονός που συνεπάγεται την ανάγκη ενίσχυσης των προσπαθειών των τραπεζών και αξιοποίησης του συνόλου των διαθέσιμων εργαλείων για εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους».
Όσον αφορά την επιχειρηματική πίστη, υπενθυμίζεται ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ως ποσοστό των συνολικών ανοιγμάτων παραμένουν συγκριτικά σε υψηλότερο επίπεδο για τις επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους. Επίσης, υψηλότερα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρατηρούνται στους κλάδους του εμπορίου, των κατασκευών και της μεταποίησης, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη έκθεση σε δανεισμό.
«Πάντως, οι συσσωρευμένες προβλέψεις των τραπεζών επαρκούν για να καλύψουν το ήμισυ του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, ενώ το υπόλοιπο καλύπτεται πολύ ικανοποιητικά (σε ποσοστό που προσεγγίζει το 100%) από την αξία (βάσει συντηρητικών αποτιμήσεων) των εμπράγματων εξασφαλίσεων που έχουν λάβει οι τράπεζες έναντι των προβληματικών δανείων τους», σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση.
Η στρατηγική των τραπεζών και ο εξωδικαστικός
Η ΤτΕ παρατηρεί ότι οι τράπεζες ολοένα περισσότερο προτείνουν μακροπρόθεσμες λύσεις στους οφειλέτες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξυπηρέτηση των δανείων τους, δεδομένου μεταξύ άλλων ότι, κατά κανόνα, παρατηρείται υποτροπή όταν εφαρμόζονται βραχυπρόθεσμες λύσεις.
Εξάλλου, έχουν ενεργοποιηθεί πολλά από τα μέσα που υιοθετήθηκαν πρόσφατα (π.χ. αδειοδοτήσεις εταιριών διαχείρισης πιστωτικών απαιτήσεων, λειτουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών κ.ά.) για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της πρόκλησης αυτής, που είναι η κυριότερη για το τραπεζικό σύστημα τα τελευταία χρόνια.
«Ωστόσο, η ηλεκτρονική πλατφόρμα για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών τέθηκε σε λειτουργία τον Αύγουστο του 2017, με αποτέλεσμα το μικρό μέχρι σήμερα διάστημα ενεργοποίησής της να μην επαρκεί για την εξαγωγή συμπερασμάτων για την αποτελεσματικότητα αυτού του μηχανισμού. Επίσης, στα τέλη Νοεμβρίου ξεκίνησε η λειτουργία της πλατφόρμας για τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ακινήτων, ενώ εκκρεμεί η υλοποίηση άλλων μέτρων που θα επιτάχυναν τις δικαστικές διαδικασίες και θα διευκόλυναν την ενεργητική διαχείριση μέρους τουλάχιστον των μη εξυπηρετούμενων δανείων που τελούν υπό καθεστώς νομικής προστασίας, ιδίως δε εκείνων που κατά τεκμήριο συνδέονται με στρατηγικούς κακοπληρωτές», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
«Καμπανάκι» για αγώνα ταχύτητας
Η ΤτΕ διαμηνύει ότι στο αμέσως προσεχές διάστημα οι τράπεζες πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη των επιχειρησιακών τους στόχων για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια «και ιδανικά να τους ξεπεράσουν, ιδίως τώρα που η οικονομία έχει επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης».
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ΤτΕ, επιβάλλεται να διευρύνουν το ταχύτερο δυνατόν τις λύσεις που προτείνουν στους δανειολήπτες και να προχωρήσουν στη λήψη πιο δραστικών αποφάσεων, ιδίως όσον αφορά τις ενέργειες αναδιάρθρωσης βιώσιμων επιχειρήσεων, τον εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την εφαρμογή οριστικής λύσης για τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις.
Περίπου στο 42% των ρυθμίσεων βραχυπρόθεσμου τύπου και στο 32% εκείνων μακροπρόθεσμου τύπου, η καθυστέρηση εμφανίζεται μόλις ένα τρίμηνο μετά την εφαρμογή της ρύθμισης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η ΤτΕ στην ενδιάμεση έκθεση νομισματικής πολιτικής 2017, χαρακτηριστικό είναι επίσης το γεγονός ότι η αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων δεν εμφανίζει σημαντικές διαφορές σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια· «φαίνεται δηλαδή ότι οι γενικότερες οικονομικές συνθήκες δεν επαρκούν για να εξηγήσουν τη χαμηλή αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων, καθώς, παρά την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, επί του παρόντος τα προ- βλήματα στην εξυπηρέτηση ρυθμισθέντων δανείων εξακολουθούν».
Η ανατομία των δανείων και η πορεία των στόχων
Με βάση στοιχεία Σεπτεμβρίου 2017, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) μειώθηκε κατά 7,6% (ή 8,2 δισεκ. ευρώ) συγκριτικά με το Μάρτιο του 2016 (όταν τα ΜΕΑ έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο) και διαμορφώθηκε σε 100,4 δισεκ. ευρώ ή 44,6% των συνολικών ανοιγμάτων.
Η βελτίωση κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2017 ήταν αποτέλεσμα κυρίως διαγραφών δανείων, ενώ θετικά συνέβαλε στη μείωση και η πώληση δανείων εκ μέρους των τραπεζών. Οι πωλήσεις δανείων συνεχίστηκαν και το δ’ τρίμηνο του έτους. Με βάση τις εκθέσεις προόδου που έχει δημοσιεύσει η Τράπεζα της Ελλάδος, κρίνεται επαρκής η πρόοδος ως προς τους στόχους αποτελεσμάτων.
Ωστόσο, η ΤτΕ σημειώνει ότι «ο στόχος μείωσης των ΜΕΑ για τα δύο επόμενα έτη αυξάνεται σημαντικά, γεγονός που συνεπάγεται την ανάγκη ενίσχυσης των προσπαθειών των τραπεζών και αξιοποίησης του συνόλου των διαθέσιμων εργαλείων για εξυγίανση του ιδιωτικού χρέους».
Όσον αφορά την επιχειρηματική πίστη, υπενθυμίζεται ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ως ποσοστό των συνολικών ανοιγμάτων παραμένουν συγκριτικά σε υψηλότερο επίπεδο για τις επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους. Επίσης, υψηλότερα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρατηρούνται στους κλάδους του εμπορίου, των κατασκευών και της μεταποίησης, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη έκθεση σε δανεισμό.
«Πάντως, οι συσσωρευμένες προβλέψεις των τραπεζών επαρκούν για να καλύψουν το ήμισυ του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, ενώ το υπόλοιπο καλύπτεται πολύ ικανοποιητικά (σε ποσοστό που προσεγγίζει το 100%) από την αξία (βάσει συντηρητικών αποτιμήσεων) των εμπράγματων εξασφαλίσεων που έχουν λάβει οι τράπεζες έναντι των προβληματικών δανείων τους», σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση.
Η στρατηγική των τραπεζών και ο εξωδικαστικός
Η ΤτΕ παρατηρεί ότι οι τράπεζες ολοένα περισσότερο προτείνουν μακροπρόθεσμες λύσεις στους οφειλέτες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξυπηρέτηση των δανείων τους, δεδομένου μεταξύ άλλων ότι, κατά κανόνα, παρατηρείται υποτροπή όταν εφαρμόζονται βραχυπρόθεσμες λύσεις.
Εξάλλου, έχουν ενεργοποιηθεί πολλά από τα μέσα που υιοθετήθηκαν πρόσφατα (π.χ. αδειοδοτήσεις εταιριών διαχείρισης πιστωτικών απαιτήσεων, λειτουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών κ.ά.) για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της πρόκλησης αυτής, που είναι η κυριότερη για το τραπεζικό σύστημα τα τελευταία χρόνια.
«Ωστόσο, η ηλεκτρονική πλατφόρμα για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών τέθηκε σε λειτουργία τον Αύγουστο του 2017, με αποτέλεσμα το μικρό μέχρι σήμερα διάστημα ενεργοποίησής της να μην επαρκεί για την εξαγωγή συμπερασμάτων για την αποτελεσματικότητα αυτού του μηχανισμού. Επίσης, στα τέλη Νοεμβρίου ξεκίνησε η λειτουργία της πλατφόρμας για τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ακινήτων, ενώ εκκρεμεί η υλοποίηση άλλων μέτρων που θα επιτάχυναν τις δικαστικές διαδικασίες και θα διευκόλυναν την ενεργητική διαχείριση μέρους τουλάχιστον των μη εξυπηρετούμενων δανείων που τελούν υπό καθεστώς νομικής προστασίας, ιδίως δε εκείνων που κατά τεκμήριο συνδέονται με στρατηγικούς κακοπληρωτές», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
«Καμπανάκι» για αγώνα ταχύτητας
Η ΤτΕ διαμηνύει ότι στο αμέσως προσεχές διάστημα οι τράπεζες πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη των επιχειρησιακών τους στόχων για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια «και ιδανικά να τους ξεπεράσουν, ιδίως τώρα που η οικονομία έχει επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης».
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ΤτΕ, επιβάλλεται να διευρύνουν το ταχύτερο δυνατόν τις λύσεις που προτείνουν στους δανειολήπτες και να προχωρήσουν στη λήψη πιο δραστικών αποφάσεων, ιδίως όσον αφορά τις ενέργειες αναδιάρθρωσης βιώσιμων επιχειρήσεων, τον εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την εφαρμογή οριστικής λύσης για τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις.