Για διασφάλιση της μακροπρόθεσμης οικονομικής βιωσιμότητας του πολύπαθου ασφαλιστικού συστήματος στην Ελλάδα, σε αρμονία με τις αρχές της ισονομίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης κάνει λόγο η υπουργός Εργασίας αναφερόμενη στην πρόσφατη ασφαλιστική μεταρρύθμιση.
Σε άρθρο της στην εφημερίδα Καθημερινή η υπουργός Έφη Αχτσιόγλου εκτιμά ότι η βελτίωση της πορείας της οικονομίας αλλά και του ρυθμού ανάπτυξης θα επηρεάσει θετικά τα οικονομικά δεδομένα και του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, επιτρέποντας τις διορθωτικές παρεμβάσεις.
Όπως αναφέρει, το μέσο εισόδημα από συντάξεις εκτιμάται ότι σταθερά θα υπερβαίνει το 90% του αντίστοιχου εισοδήματος του μέσου μισθού, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής για κάθε ηλικιωμένο, εφόσον βέβαια συνοδευτεί από βελτίωση του επιπέδου των αμοιβών και συνδυαστεί με πρόσθετες μεταβιβαστικές πληρωμές του κράτους από τον κοινωνικό προϋπολογισμό.
«Αναφορικά με την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, σύμφωνα με την πρόσφατη αναλογιστική προβολή της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη εκτιμάται ότι διαμορφωθεί σε 12,9% του ΑΕΠ το 2040, όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε το 2040 έχει προβλεφθεί να είναι στο 13% του ΑΕΠ (Ageing Report 2015). Σημαντικότερο δε είναι ότι από το 2026 και μετά η κρατική χρηματοδότηση θα κατευθύνεται αποκλειστικά στην κάλυψη της εθνικής σύνταξης όπως έχει θεσμοθετηθεί με τον Ν. 4387/16 (4,8% του ΑΕΠ), ενώ ολόκληρη σχεδόν η δαπάνη της ανταποδοτικής σύνταξης θα μπορεί να καλύπτεται από τις εισφορές.
»Ήδη, η εφαρμογή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, σε συνδυασμό με την αύξηση της απασχόλησης και τη μείωση της αδήλωτης εργασίας, συντείνει στην εξάλειψη των ταμειακών ελλειμμάτων της κοινωνικής ασφάλισης. Ο πρώτος χρόνος λειτουργίας του ΕΦΚΑ ολοκληρώθηκε με θετικό οικονομικό αποτέλεσμα ύψους 777 εκατ. ευρώ, έναντι εκτιμώμενου ελλείμματος 765 εκατ. ευρώ. Μια θετική απόκλιση δηλαδή της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ» σημειώνει.
Συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι «σε αντίθεση με όσα κατά καιρούς γράφονταν, το 87,7% των μη μισθωτών ασφαλισμένων κλήθηκαν τους πρώτους μήνες του 2018 να πληρώσουν εισφορές έως 200 Ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2016, οπότε και ίσχυε ακόμη το παλαιό σύστημα των ασφαλιστικών κλάσεων, ήταν μόλις 27%. Εξάλλου, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα, καμία τάση απόκρυψης εισοδημάτων δεν διαμορφώθηκε λόγω του νέου ασφαλιστικού, καθώς η διαστρωμάτωση των εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών παρέμεινε στα επίπεδα που ήταν και πριν από την ψήφιση του ν. 4387/2016».
Σε άρθρο της στην εφημερίδα Καθημερινή η υπουργός Έφη Αχτσιόγλου εκτιμά ότι η βελτίωση της πορείας της οικονομίας αλλά και του ρυθμού ανάπτυξης θα επηρεάσει θετικά τα οικονομικά δεδομένα και του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, επιτρέποντας τις διορθωτικές παρεμβάσεις.
Όπως αναφέρει, το μέσο εισόδημα από συντάξεις εκτιμάται ότι σταθερά θα υπερβαίνει το 90% του αντίστοιχου εισοδήματος του μέσου μισθού, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής για κάθε ηλικιωμένο, εφόσον βέβαια συνοδευτεί από βελτίωση του επιπέδου των αμοιβών και συνδυαστεί με πρόσθετες μεταβιβαστικές πληρωμές του κράτους από τον κοινωνικό προϋπολογισμό.
«Αναφορικά με την οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, σύμφωνα με την πρόσφατη αναλογιστική προβολή της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη εκτιμάται ότι διαμορφωθεί σε 12,9% του ΑΕΠ το 2040, όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε το 2040 έχει προβλεφθεί να είναι στο 13% του ΑΕΠ (Ageing Report 2015). Σημαντικότερο δε είναι ότι από το 2026 και μετά η κρατική χρηματοδότηση θα κατευθύνεται αποκλειστικά στην κάλυψη της εθνικής σύνταξης όπως έχει θεσμοθετηθεί με τον Ν. 4387/16 (4,8% του ΑΕΠ), ενώ ολόκληρη σχεδόν η δαπάνη της ανταποδοτικής σύνταξης θα μπορεί να καλύπτεται από τις εισφορές.
»Ήδη, η εφαρμογή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, σε συνδυασμό με την αύξηση της απασχόλησης και τη μείωση της αδήλωτης εργασίας, συντείνει στην εξάλειψη των ταμειακών ελλειμμάτων της κοινωνικής ασφάλισης. Ο πρώτος χρόνος λειτουργίας του ΕΦΚΑ ολοκληρώθηκε με θετικό οικονομικό αποτέλεσμα ύψους 777 εκατ. ευρώ, έναντι εκτιμώμενου ελλείμματος 765 εκατ. ευρώ. Μια θετική απόκλιση δηλαδή της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ» σημειώνει.
Συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι «σε αντίθεση με όσα κατά καιρούς γράφονταν, το 87,7% των μη μισθωτών ασφαλισμένων κλήθηκαν τους πρώτους μήνες του 2018 να πληρώσουν εισφορές έως 200 Ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2016, οπότε και ίσχυε ακόμη το παλαιό σύστημα των ασφαλιστικών κλάσεων, ήταν μόλις 27%. Εξάλλου, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα, καμία τάση απόκρυψης εισοδημάτων δεν διαμορφώθηκε λόγω του νέου ασφαλιστικού, καθώς η διαστρωμάτωση των εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών παρέμεινε στα επίπεδα που ήταν και πριν από την ψήφιση του ν. 4387/2016».