Στην κυβερνητική παγίδα της "ακύρωσης”, ή έστω "αναστολής”, των περικοπών στις συντάξεις κινδυνεύουν να πέσουν όχι μόνο οι ήδη υφιστάμενοι, αλλά και οι νέοι συνταξιούχοι.
Και αυτό γιατί, αν δεν περικοπούν οι καταβαλλόμενες κατά τη 12η Μαΐου 2016 συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου 2019 -όπως επιδιώκει η κυβέρνηση-, τίθενται σε αμφισβήτηση οι περικοπές που έχουν υποστεί και οι συντάξεις τις οποίες αιτήθηκαν οι συνταξιούχοι μετά τη 12η Μαΐου 2016, οπότε και τέθηκε σε ισχύ ο νόμος Κατρούγκαλου.
Σε αυτή την περίπτωση, μάλιστα, δημιουργείται ενδεχόμενο επιστροφής όσων έχασαν οι νέοι συνταξιούχοι λόγω της έως τώρα εφαρμογής του νόμου Κατρούγκαλου την περίοδο 2016-2018.
Αυτό παραδέχονται αρμόδιοι κύκλοι των Ταμείων μιλώντας στο Capital.gr. Και αυτό γιατί θα προκύψει το ερώτημα: Γιατί να συνεχίσουν να ισχύουν οι μειώσεις του νόμου Κατρούγκαλου στις νέες συντάξεις, αν δεν ισχύσουν για τις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις; Η απάντηση του ερωτήματος έχει, μάλιστα, και δημοσιονομικές προεκτάσεις.
Ενδεχόμενη ακύρωση ή αναστολή των περικοπών στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις και, πιθανόν, και των περικοπών στις νέες συντάξεις θα απαιτήσει επιπλέον κονδύλια από τα Ταμεία και το κράτος για την καταβολή των "προσωπικών διαφορών" που αφαιρέθηκαν από τους νέους συνταξιούχους.
Έτσι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα αυξηθεί άμεσα, αντί να μειωθεί (όπως προβλέπεται από το νέο Μεσοπρόθεσμο), η συνταξιοδοτική δαπάνη.
Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και μεσοπρόθεσμα, καθώς ενδεχόμενη εμπέδωση του κλίματος της μη περικοπής των συντάξεων, θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των αποχωρήσεων-συνταξιοδοτήσεων, ειδικά καθώς θα φτάνουμε στο 2021-2022, οπότε και αναμένεται η τελευταία μεγάλη "έξοδος” της γενιάς της Μεταπολίτευσης.
Αυτό ομολογούν με έκδηλη αμηχανία στο Capital.gr αρμόδια στελέχη των Ταμείων, εξηγώντας πιο αναλυτικά πως σε περίπτωση που δεν επιτελεσθούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο (π.χ. λόγω ακύρωσης, αναστολής κ.λπ.) οι ψηφισμένες μειώσεις έως 18% στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου 2019, τότε θα τεθεί de facto ή ακόμα και de jure θέμα επιστροφής των μειώσεων τις οποίες υπέστησαν οι νέες συντάξεις.
Ο λόγος για τις συντάξεις τις οποίες λαμβάνουν εκείνοι οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι "βγήκαν" στη σύνταξη από τη 13η Μαΐου 2016 και έπειτα. Υπενθυμίζεται πως από την παραπάνω ημερομηνία έχει τεθεί σε ισχύ ο νόμος Κατρούγκαλου.
Για όσους κατέθεσαν, έκτοτε, αίτηση συνταξιόδοτησης, ισχύουν οι διατάξεις του εν λόγω νόμου και έτσι οι συντάξιμες αποδοχές τους υπόκεινται σε μειώσεις, κατά μέσο όρο 20%.
Δηλαδή αντί για σύνταξη 850-900 ευρώ/μήνα λαμβάνουν σύνταξη 600-650 ευρώ/μήνα. Μάλιστα, η μείωση των νέων συντάξεων προκύπτει μεγαλύτερη σε σχέση με εκείνη που αρχικά αναμενόταν. Συγκεκριμένα, οι αρχικές εκτιμήσεις έδειχνα ότι η μέση σύνταξη των 850-900 ευρώ θα έπεφτε στα 700 ευρώ.
Αυτός ήταν ένας από βασικούς λόγους (μαζί με την καθυστέρηση της καταβολής των νέων συντάξεων και την αύξηση των εσόδων από τις εισφορές επί της μισθωτής απασχόλησης), ο οποίος οδήγησε στα σημερινά υπερπλεονάσματα των Ταμείων.
Αυτές, όμως, οι καλύτερες από τις αναμενόμενες επιδόσεις στην εκτέλεση του προϋπολογισμού των Ταμείων θα αμφισβητηθούν εν μέρει, αν προκύψει θέμα επιστροφής των περικοπών στους νέους συνταξιούχους.
Βάσει όσων ψήφισε η κυβέρνηση τον Μάιο του 2017 και τα οποία επαναβεβαιώθηκαν στην τελευταία συμφωνία κυβέρνησης-θεσμών (21 Ιουνίου 2018), οι συντάξεις που είχαν καταβληθεί (ή τις είχαν αιτηθεί) έως και την12η Μαΐου 2016 θα μειωθούν έως 18%.
Η μείωση αυτή θα συντελεσθεί, αφού πρώτα ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός των ήδη καταβαλλομένων συντάξεων. Αν οι επανυπολογισθείσες συντάξεις είναι χαμηλότερες από τις καταβαλλόμενες, και έτσι προκύψει αρνητική "προσωπική διαφορά", τότε θα μειωθεί αυτή η "προσωπική διαφορά" , με τον όρο -όμως- ότι η μείωση αυτή δεν θα αφαιρέσει πάνω από το 18% της καταβαλλομένης σύνταξης.
Ωστόσο, η κυβέρνηση, λόγω του υπερπλεονάσματος που διαμορφώνεται στον προϋπολογισμό των Ταμείων, διεκδικεί την ακύρωση ή έστω την αναστολή αυτών των περικοπών.
Μόνο που σε αυτήν την περίπτωση, πρέπει, ενδεχομένως, να βρει κεφάλαια για να επιστρέψει τα χρήματα τα οποία έκοψε από τους νέους συνταξιούχους, λόγω της περικοπής της "προσωπικής διαφοράς" στις αποδοχές τους. Έτσι, όμως, μεσοπρόθεσμα θα μειωθεί και το σημερινό υπερπλεόνασμα.
Παράλληλα, θα άνοιγε τον "ασκό του Αιόλου" και για άλλες διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου, οι οποίες επέφεραν μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, τα μερίσματα, αλλά και τα εφάπαξ (με βάση δημοσιονομικά δεδομένα που πλέον έχουν βελτιωθεί), παραδέχονται οι ίδιες πηγές.
Και αυτό γιατί, αν δεν περικοπούν οι καταβαλλόμενες κατά τη 12η Μαΐου 2016 συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου 2019 -όπως επιδιώκει η κυβέρνηση-, τίθενται σε αμφισβήτηση οι περικοπές που έχουν υποστεί και οι συντάξεις τις οποίες αιτήθηκαν οι συνταξιούχοι μετά τη 12η Μαΐου 2016, οπότε και τέθηκε σε ισχύ ο νόμος Κατρούγκαλου.
Σε αυτή την περίπτωση, μάλιστα, δημιουργείται ενδεχόμενο επιστροφής όσων έχασαν οι νέοι συνταξιούχοι λόγω της έως τώρα εφαρμογής του νόμου Κατρούγκαλου την περίοδο 2016-2018.
Αυτό παραδέχονται αρμόδιοι κύκλοι των Ταμείων μιλώντας στο Capital.gr. Και αυτό γιατί θα προκύψει το ερώτημα: Γιατί να συνεχίσουν να ισχύουν οι μειώσεις του νόμου Κατρούγκαλου στις νέες συντάξεις, αν δεν ισχύσουν για τις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις; Η απάντηση του ερωτήματος έχει, μάλιστα, και δημοσιονομικές προεκτάσεις.
Ενδεχόμενη ακύρωση ή αναστολή των περικοπών στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις και, πιθανόν, και των περικοπών στις νέες συντάξεις θα απαιτήσει επιπλέον κονδύλια από τα Ταμεία και το κράτος για την καταβολή των "προσωπικών διαφορών" που αφαιρέθηκαν από τους νέους συνταξιούχους.
Έτσι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα αυξηθεί άμεσα, αντί να μειωθεί (όπως προβλέπεται από το νέο Μεσοπρόθεσμο), η συνταξιοδοτική δαπάνη.
Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και μεσοπρόθεσμα, καθώς ενδεχόμενη εμπέδωση του κλίματος της μη περικοπής των συντάξεων, θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των αποχωρήσεων-συνταξιοδοτήσεων, ειδικά καθώς θα φτάνουμε στο 2021-2022, οπότε και αναμένεται η τελευταία μεγάλη "έξοδος” της γενιάς της Μεταπολίτευσης.
Αυτό ομολογούν με έκδηλη αμηχανία στο Capital.gr αρμόδια στελέχη των Ταμείων, εξηγώντας πιο αναλυτικά πως σε περίπτωση που δεν επιτελεσθούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο (π.χ. λόγω ακύρωσης, αναστολής κ.λπ.) οι ψηφισμένες μειώσεις έως 18% στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου 2019, τότε θα τεθεί de facto ή ακόμα και de jure θέμα επιστροφής των μειώσεων τις οποίες υπέστησαν οι νέες συντάξεις.
Ο λόγος για τις συντάξεις τις οποίες λαμβάνουν εκείνοι οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι "βγήκαν" στη σύνταξη από τη 13η Μαΐου 2016 και έπειτα. Υπενθυμίζεται πως από την παραπάνω ημερομηνία έχει τεθεί σε ισχύ ο νόμος Κατρούγκαλου.
Για όσους κατέθεσαν, έκτοτε, αίτηση συνταξιόδοτησης, ισχύουν οι διατάξεις του εν λόγω νόμου και έτσι οι συντάξιμες αποδοχές τους υπόκεινται σε μειώσεις, κατά μέσο όρο 20%.
Δηλαδή αντί για σύνταξη 850-900 ευρώ/μήνα λαμβάνουν σύνταξη 600-650 ευρώ/μήνα. Μάλιστα, η μείωση των νέων συντάξεων προκύπτει μεγαλύτερη σε σχέση με εκείνη που αρχικά αναμενόταν. Συγκεκριμένα, οι αρχικές εκτιμήσεις έδειχνα ότι η μέση σύνταξη των 850-900 ευρώ θα έπεφτε στα 700 ευρώ.
Αυτός ήταν ένας από βασικούς λόγους (μαζί με την καθυστέρηση της καταβολής των νέων συντάξεων και την αύξηση των εσόδων από τις εισφορές επί της μισθωτής απασχόλησης), ο οποίος οδήγησε στα σημερινά υπερπλεονάσματα των Ταμείων.
Αυτές, όμως, οι καλύτερες από τις αναμενόμενες επιδόσεις στην εκτέλεση του προϋπολογισμού των Ταμείων θα αμφισβητηθούν εν μέρει, αν προκύψει θέμα επιστροφής των περικοπών στους νέους συνταξιούχους.
Βάσει όσων ψήφισε η κυβέρνηση τον Μάιο του 2017 και τα οποία επαναβεβαιώθηκαν στην τελευταία συμφωνία κυβέρνησης-θεσμών (21 Ιουνίου 2018), οι συντάξεις που είχαν καταβληθεί (ή τις είχαν αιτηθεί) έως και την12η Μαΐου 2016 θα μειωθούν έως 18%.
Η μείωση αυτή θα συντελεσθεί, αφού πρώτα ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός των ήδη καταβαλλομένων συντάξεων. Αν οι επανυπολογισθείσες συντάξεις είναι χαμηλότερες από τις καταβαλλόμενες, και έτσι προκύψει αρνητική "προσωπική διαφορά", τότε θα μειωθεί αυτή η "προσωπική διαφορά" , με τον όρο -όμως- ότι η μείωση αυτή δεν θα αφαιρέσει πάνω από το 18% της καταβαλλομένης σύνταξης.
Ωστόσο, η κυβέρνηση, λόγω του υπερπλεονάσματος που διαμορφώνεται στον προϋπολογισμό των Ταμείων, διεκδικεί την ακύρωση ή έστω την αναστολή αυτών των περικοπών.
Μόνο που σε αυτήν την περίπτωση, πρέπει, ενδεχομένως, να βρει κεφάλαια για να επιστρέψει τα χρήματα τα οποία έκοψε από τους νέους συνταξιούχους, λόγω της περικοπής της "προσωπικής διαφοράς" στις αποδοχές τους. Έτσι, όμως, μεσοπρόθεσμα θα μειωθεί και το σημερινό υπερπλεόνασμα.
Παράλληλα, θα άνοιγε τον "ασκό του Αιόλου" και για άλλες διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου, οι οποίες επέφεραν μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, τα μερίσματα, αλλά και τα εφάπαξ (με βάση δημοσιονομικά δεδομένα που πλέον έχουν βελτιωθεί), παραδέχονται οι ίδιες πηγές.