Τα αποτελέσματα αλλεπάλληλων εκλογικών και πολιτικών αναμετρήσεων στη Γερμανία θα κρίνουν τη στάση του Βερολίνου απέναντι στο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για μη εφαρμογή των περικοπών των συντάξεων στις αρχές του 2019.
Ο λόγος για τις τοπικές εκλογές σε Βαυαρία και Έσσεν στις 14 και 28 Οκτωβρίου, αλλά και για τις εκλογές στο κόμμα της Μέρκελ (CDU) για την ανάδειξη νέας ηγεσίας στις 6 Δεκεμβρίου.
Με άλλα λόγια, τα ορόσημα που θα κρίνουν τη γερμανική απάντηση στο ελληνικό αίτημα είναι προπαντός πολιτικά (δηλ. αφορούν στους πολιτικούς συσχετισμούς εντός, αλλά και εκτός Γερμανίας) και λιγότερο στενά δημοσιονομικά (π.χ. η τελική εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2018, το τελικό σχέδιο για το 2019), σύμφωνα με όσα επισημαίνουν στο Capital.gr καλά πληροφορημένοι διπλωματικοί κύκλοι στο Βερολίνο.
Τα αποτελέσματα, όμως, των αναμετρήσεων για την ηγεσία του Μεγάλου Συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών (Μέρκελ-Σολτς), η οποία θα πει δώσει την τελική απάντηση στο ελληνικό αίτημα από πλευράς Γερμανίας, αναμένονται αρνητικά έως πολύ αρνητικά, λόγω της εν εξελίξει δεξιάς στροφής στο εκλογικό σώμα της Γερμανίας.
Οι εκπρόσωποι αυτής της δεξιάς στροφής κάθε άλλο παρά θέλουν να ακούσουν για οποιαδήποτε νέα "χαριστική" για την Ελλάδα παρέμβαση από πλευράς θεσμών, αν και η πλειοψηφία αυτών εκτιμά θετικά τον ρόλο της κυβέρνησης στη διεθνή αρένα και συγκεκριμένα τη συνεργασία της κυβέρνησης στο προσφυγικό, τη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ στις Πρέσπες, την οποία στηρίζουν αναφανδόν (π.χ. στέλεχος του CDU μετέβη στα Σκόπια προκειμένου να στηρίξει μία θετική απόφαση του εθνικού κοινοβουλίου υπέρ της έγκρισης της εν λόγω συμφωνίας).
Παρ' όλα αυτά, σε συνθήκες κρίσης της πολιτικής της ευρωπαϊκής "αλληλεγγύης" (μαζί και της πολιτικής της διεύρυνσης της ΕΕ) το ενδεχόμενο ενός "ναι" του Σολτς (SPD) και ακόμα περισσότερο της Μέρκελ (CDU) στη μη περικοπή των ελληνικών συντάξεων, καθίσταται ολοένα και περισσότερο αμφίβολο, αν και για την ώρα φαίνεται να παραμένει ανοιχτό.
Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να ειπωθεί δημοσίως ειδικά από πλευράς Μέρκελ, όπως φάνηκε από τη σχετική τοποθέτηση του γραφείου τύπου της γερμανικής Καγκελαρίας την περασμένη εβδομάδα.
Το ενδεχόμενο της αποδοχής, ή έστω ανοχής, του Βερολίνο στη μη περικοπή των ελληνικών συντάξεων δεν προέκυψε ως πιθανότητα, τελευταία. Αντίθετα, ωριμάζει εδώ και σχεδόν έναν χρόνο, όπως είχε αποκαλύψει το Capital.gr, πριν καν σχηματισθεί η σημερινή κυβέρνηση, αλλά ενώ υπήρχαν σημάδια ότι κάτι τέτοιο θα προκύψει και μάλιστα υπό τη γαλλική "πίεση" (Μακρόν). Και αυτό όχι μόνο γιατί η Ελλάδα πετυχαίνει καλύτερα από τα αναμενόμενα πλεονάσματα, αλλά γιατί, όπως είχε επισημάνει το Capital.gr, ούτε η Μέρκελ, ούτε ο Σολτς θέλουν κοινωνική αναταραχή στη χώρα (λόγω περικοπής των συντάξεων), παραμονές των κρισιμότερων ευρωεκλογών στην ιστορία της ΕΟΚ-ΕΕ.
Σε αυτές αναμένεται να αμφισβητηθεί από την ακροδεξιά όχι μόνο η έως τώρα απόλυτη πλειοψηφία των Συντηρητικών και Φιλελευθέρων, αλλά και η δεύτερη θέση των Σοσιαλιστών-Σοσιαλδημοκρατών… Την ίδια ώρα, δεν φαίνεται να προχωρά άνετα το σενάριο της συνεργασίας των τελευταίων με τους Πράσινους και τους Αριστερούς (όπως θέλει και ο ΣΥΡΙΖΑ). Εξάλλου, μερίδα των Γερμανών Πρασίνων συζητά με τους Φιλελεύθερους μία πλατφόρμα συνεργασίας σε περίπτωση αναβίωσης των διαδικασιών για μια κυβέρνηση "Τζαμάικα" (CDU-FDP-Πρασίνων).
Μια αναζωπύρωση της κοινωνικής-πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα, εκτιμούν πηγές του Capital.gr στο Βερολίνο, θα ενίσχυε γενικώς ακροδεξιές δυνάμεις. Αυτό δεν είναι επιθυμητό στη γερμανική πρωτεύουσα.
Την αντίθεση του Βερολίνου προς την ακροδεξιά εκφράζει μεταξύ άλλων –σύμφωνα με διπλωματικές πηγές- και η επίσκεψη του Γερμανού Προέδρου της Δημοκρατίας, Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ, στην Ελλάδα στις 11-12 Οκτωβρίου. Μάλιστα, ο Στάινμαϊερ θα επισκεφθεί μαζί με τον Έλληνα ομόλογό του, Προκόπη Παυλόπουλο, την Καλαμάτα, όπου θα παρευρεθεί σε εκδήλωση μνήμης για τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Με άλλα λόγια, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές του Capital.gr στο Βερολίνο, η ηγεσία του Μεγάλου Συνασπισμού –για την ώρα– μάλλον προτιμά να χάσει, πιθανόν, προσωρινά λίγη ακόμη από την επιρροή της στη Γερμανία (σε περίπτωση αποδοχής του ελληνικού αιτήματος περί μη περικοπής των συντάξεων), από το να αμφισβητηθεί πλήρως, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, η θεωρούμενη ως θετική πορεία της Ελλάδας μετά την έξοδο από τα Μνημόνια. Μάλιστα, δεν φαίνεται να είναι αρνητική, στα πλαίσια της ενίσχυσης του κοινωνικού προφίλ της ΕΕ (ενόψει ευρωεκλογών), στο να μην επιμείνει στη μείωση των αποδοχών των συνταξιούχων.
Ωστόσο, οι απανωτές κρίσεις στον Μεγάλο Συνασπισμό, αμέσως μετά τη σύστασή του, τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2018 (τον Ιούλιο με προσφυγικό, τον Σεπτέμβρη με την υπόθεση Μάασεν) υπό την πίεση της ακροδεξιάς συνεχίζουν να ενισχύουν τις θέσεις όσων στην Καγκελαρία και στο ΥΠΟΙΚ έβλεπαν ότι μια παραχώρηση στην Ελλάδα θα δυνάμωνε ακόμα περισσότερο την άκρα δεξιά, η οποία φαίνεται μέρα με τη μέρα να αυξάνει την επιρροή της. Στην άνοδο της γερμανικής ακροδεξιάς "βοηθά" και η συνεχιζόμενη κρίση στην Ιταλία, η κρίση στις σχέσεις Γερμανίας-ΗΠΑ, αλλά και τα προβλήματα του Brexit.
Έτσι, ένα "ναι" της Μέρκελ και του Σολτς στη διάσωση των συντάξεων στην Ελλάδα φαίνεται να δυσκολεύει συνεχώς (αν και παραμένει ως το οριακά πιθανότερο σενάριο προς αποφυγή νέων "περιπετειών" στη ΝΑ Ευρώπη), καθώς φαίνεται πως η επιρροή των δυνάμεων που δεν τη θέλουν (AfD) αυξάνεται συνεχώς, ενώ εκείνων που τη θέλουν μειώνεται…
Τα ποσοστά του αδελφού κόμματος της Μέρκελ στη Βαυαρία, του CSU, έχουν πέσει στις δημοσκοπήσεις πλέον στο 33% (έναντι 47,7% στις τελευταίες τοπικές εκλογές) και, έτσι, απειλείται η 70χρονη απόλυτη πολιτική-κοινοβουλευτική κυριαρχία του κόμματος αυτού. Αντίθετα, το AfD έχει εκτιναχθεί στο 10%. Στο Έσσεν, το CDU πέφτει δημοσκοπικά στο 29% (έναντι 38%) και το AfD 13%.
Σε 38 μέρες μετά τις εκλογές στο Έσσεν (6 Δεκεμβρίου), θα διεξαχθούν οι εκλογές στο CDU για την ανάδειξη νέας ηγεσίας. Και αυτό υπό το βάρος, όπως φαίνεται, εκλογικών ηττών οι οποίες προφανώς θα θίξουν τη Μέρκελ και τον Ζέεχοφερ (ηγέτη του CSU και Ομοσπονδιακού Υπ. Εσωτερικών). Ενδεχόμενη παραίτηση του Ζέεχοφερ μετά τις εκλογές στη Βαυαρία, μόνο προσωρινά θα ηρεμούσε τα πνεύματα σε βάρος της Μέρκελ.
Αν και η νυν πρόεδρος του CDU και Καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, έχει δηλώσει πως θα είναι και πάλι υποψήφια, δεν θα πρέπει να θεωρείται αυτό δεδομένο ότι θα συμβεί, αν και παραμένει η δημοφιλέστερη πολιτικός στη Γερμανία, μετά τον Γερμανό Πρόεδρο, Στάινμαϊερ.
Επίσης δεν θα πρέπει, πλέον, να θεωρείται σίγουρο ότι, ακόμα και αν είναι υποψήφια, θα εκλεγεί. Και αυτό λόγω της γιγάντιας αμφισβήτησης που υπάρχει για το πρόσωπό της. Αυτό φάνηκε έμπρακτα στην απόρριψη του υποψηφίου που πρότεινε για την προεδρία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU.
Ο δε νέος πρόεδρος, Ράλφ Μπρινκχάουζ, τοποθετείται στα δεξιά της κεντρώας πολιτικής Μέρκελ. Η εκλογή Μπρινκχάουζ έχει ήδη ενισχύσει την "κινητικότητα" των πολιτικών του CDU που βρίσκονται στα δεξιά της Μέρκελ. Ο ηγέτης του CDU Σαξονίας, Κρίστιαν Χάρτμαν, δεν απέκλεισε συνεργασία με το AfD μετά τις εκλογές στο κρατίδιο αυτό, τον Σεπτέμβριο του 2019. Έπειτα ο ηγέτης, σε πανεθνικό επίπεδο, του AfD, Aλεξάντερ Γκάουλαντ, δήλωσε θετικός σε συνεργασία με το CDU.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως ο εκ δεξιών αντιπολιτευόμενος στη Μέρκελ (και πιθανός διεκδικητής της προεδρίας του κόμματος), υπ. Υγείας, Γενς Σπαν, ταξίδεψε πρόσφατα στην Ουάσινγκτον και συναντήθηκε στον Λευκό Οίκο με τον σύμβουλο του Τραμπ για θέματα ασφαλείας, Τζον Μπόλτον. Εξάλλου, ο ηγέτης της νεολαίας του CDU, Πολ Ζίεμακ, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να μη στηρίξει τη Μέρκελ στις επικείμενες κομματικές εκλογές.
Από πλευράς του "κέντρου", το οποίο εκπροσωπεί η Μέρκελ, ως επικρατέστερος υποψήφιος για πρόεδρος του CDU (σε περίπτωση που δεν κατέβει υποψήφια η νυν πρόεδρος) θεωρείται ο νυν Πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Άρμιν Λάσετ. Λιγότερο πιθανή θεωρείται η υποψηφιότητα της Πρωθυπουργού του Σάαρ και νέας γραμματέως του CDU, Aνέτε Κραμπ-Καρενμπάουερ. Παράλληλα, εξακολουθεί να "παίζει" το όνομα του Σόιμπλε ως έσχατη εναλλακτική, κυρίως για τη θέση της Καγκελαρίας.
Βέβαια, το όποιο αποτέλεσμα για την ηγεσία του CDU (6 Δεκεμβρίου) θα έλθει μετά την κρίσιμο σύνοδο του Eurogroup για την Ελλάδα (2-3 Δεκεμβρίου). Αυτό σημαίνει πως οι όποιες συνέπειες από μια ενδεχόμενη -από τα δεξιά- ανατροπή της Μέρκελ (ή από τη μη εκλογή εκείνου που θα στηρίξει, δηλαδή π.χ. του Λάσετ) από την ηγεσία του CDU και, έτσι, πιθανόν, από την Καγκελαρία, θα έλθουν προφανώς μετά τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για τις ελληνικές συντάξεις...
Έτσι, το ερώτημα που τίθεται, πρακτικά είναι το αν η εντεινόμενη πολιτική αβεβαιότητα στη Γερμανία (για το αν και ποιος θα διαδεχθεί τη Μέρκελ) θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια τελεσίδικη απόφαση του Eurogroup για την Ελλάδα, αφήνοντας έτσι, ενδεχομένως, το περιθώριο στην ελληνική κυβέρνηση να πορευθεί σύμφωνα με τη δική της θέση, η οποία προβλέπει τη μη περικοπή των συντάξεων, έστω και αν αυτή λάβει τη μορφή της απλής αναστολής εφαρμογής της…
Το ερώτημα αυτό στη Γερμανία εν μέρει θα απαντηθεί προσωρινά εντός του ερχόμενου Νοεμβρίου, δηλαδή μετά τις τοπικές εκλογές σε Βαυαρία-Έσσεν και πριν από το ετήσιο συνέδριο του CDU. Τι σημαίνει ''προσωρινά''; Πως οι αλλαγές στον πολιτικό χάρτη της Γερμανίας δεν θα σταματήσουν στις 6 Δεκεμβρίου 2018, αλλά θα συνεχισθούν. Έτσι θα συνεχισθεί η στρατηγικά αρνητική, καθώς φαίνεται σε διπλωματικούς κύκλους στη γερμανική πρωτεύουσα, επιρροή τους στα ελληνικά πράγματα. Τον Μάιο του 2019 είναι προγραμματισμένες οι ευρωεκλογές, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2019 θα γίνουν τρεις τοπικές εκλογές σε κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας, όπου πρώτο κόμμα δείχνουν οι δημοσκοπήσεις το ακροδεξιό AfD. Στο μεταξύ, θα ''τρέχουν'' εκλογές και στην Ελλάδα (ευρωεκλογές, δημοτικές, αυτοδιοικητικές, εθνικές), οι οποίες κάθε άλλο θετικές συνέπειες θα έχουν στον προϋπολογισμό, ο οποίος ήδη δοκιμάζεται στο μέτωπο των εσόδων, ενώ δεν ισχύει το ίδιο στο επίπεδο των... δαπανών. Αυτή η κατάσταση δεν ευνοεί και πολύ τη βιωσιμότητα των πλεονασμάτων το 2019-2020, όπως γνωρίζουν στις Βρυξέλλες. Εξάλλου, το 2021 αναμένεται να είναι έτος-τομή για το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, καθώς αναμένεται η τελευταία συνταξιοδοτική έξοδος της γενιάς της Μεταπολίτευσης...
Ο λόγος για τις τοπικές εκλογές σε Βαυαρία και Έσσεν στις 14 και 28 Οκτωβρίου, αλλά και για τις εκλογές στο κόμμα της Μέρκελ (CDU) για την ανάδειξη νέας ηγεσίας στις 6 Δεκεμβρίου.
Με άλλα λόγια, τα ορόσημα που θα κρίνουν τη γερμανική απάντηση στο ελληνικό αίτημα είναι προπαντός πολιτικά (δηλ. αφορούν στους πολιτικούς συσχετισμούς εντός, αλλά και εκτός Γερμανίας) και λιγότερο στενά δημοσιονομικά (π.χ. η τελική εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2018, το τελικό σχέδιο για το 2019), σύμφωνα με όσα επισημαίνουν στο Capital.gr καλά πληροφορημένοι διπλωματικοί κύκλοι στο Βερολίνο.
Τα αποτελέσματα, όμως, των αναμετρήσεων για την ηγεσία του Μεγάλου Συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών (Μέρκελ-Σολτς), η οποία θα πει δώσει την τελική απάντηση στο ελληνικό αίτημα από πλευράς Γερμανίας, αναμένονται αρνητικά έως πολύ αρνητικά, λόγω της εν εξελίξει δεξιάς στροφής στο εκλογικό σώμα της Γερμανίας.
Οι εκπρόσωποι αυτής της δεξιάς στροφής κάθε άλλο παρά θέλουν να ακούσουν για οποιαδήποτε νέα "χαριστική" για την Ελλάδα παρέμβαση από πλευράς θεσμών, αν και η πλειοψηφία αυτών εκτιμά θετικά τον ρόλο της κυβέρνησης στη διεθνή αρένα και συγκεκριμένα τη συνεργασία της κυβέρνησης στο προσφυγικό, τη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ στις Πρέσπες, την οποία στηρίζουν αναφανδόν (π.χ. στέλεχος του CDU μετέβη στα Σκόπια προκειμένου να στηρίξει μία θετική απόφαση του εθνικού κοινοβουλίου υπέρ της έγκρισης της εν λόγω συμφωνίας).
Παρ' όλα αυτά, σε συνθήκες κρίσης της πολιτικής της ευρωπαϊκής "αλληλεγγύης" (μαζί και της πολιτικής της διεύρυνσης της ΕΕ) το ενδεχόμενο ενός "ναι" του Σολτς (SPD) και ακόμα περισσότερο της Μέρκελ (CDU) στη μη περικοπή των ελληνικών συντάξεων, καθίσταται ολοένα και περισσότερο αμφίβολο, αν και για την ώρα φαίνεται να παραμένει ανοιχτό.
Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να ειπωθεί δημοσίως ειδικά από πλευράς Μέρκελ, όπως φάνηκε από τη σχετική τοποθέτηση του γραφείου τύπου της γερμανικής Καγκελαρίας την περασμένη εβδομάδα.
Το ενδεχόμενο της αποδοχής, ή έστω ανοχής, του Βερολίνο στη μη περικοπή των ελληνικών συντάξεων δεν προέκυψε ως πιθανότητα, τελευταία. Αντίθετα, ωριμάζει εδώ και σχεδόν έναν χρόνο, όπως είχε αποκαλύψει το Capital.gr, πριν καν σχηματισθεί η σημερινή κυβέρνηση, αλλά ενώ υπήρχαν σημάδια ότι κάτι τέτοιο θα προκύψει και μάλιστα υπό τη γαλλική "πίεση" (Μακρόν). Και αυτό όχι μόνο γιατί η Ελλάδα πετυχαίνει καλύτερα από τα αναμενόμενα πλεονάσματα, αλλά γιατί, όπως είχε επισημάνει το Capital.gr, ούτε η Μέρκελ, ούτε ο Σολτς θέλουν κοινωνική αναταραχή στη χώρα (λόγω περικοπής των συντάξεων), παραμονές των κρισιμότερων ευρωεκλογών στην ιστορία της ΕΟΚ-ΕΕ.
Σε αυτές αναμένεται να αμφισβητηθεί από την ακροδεξιά όχι μόνο η έως τώρα απόλυτη πλειοψηφία των Συντηρητικών και Φιλελευθέρων, αλλά και η δεύτερη θέση των Σοσιαλιστών-Σοσιαλδημοκρατών… Την ίδια ώρα, δεν φαίνεται να προχωρά άνετα το σενάριο της συνεργασίας των τελευταίων με τους Πράσινους και τους Αριστερούς (όπως θέλει και ο ΣΥΡΙΖΑ). Εξάλλου, μερίδα των Γερμανών Πρασίνων συζητά με τους Φιλελεύθερους μία πλατφόρμα συνεργασίας σε περίπτωση αναβίωσης των διαδικασιών για μια κυβέρνηση "Τζαμάικα" (CDU-FDP-Πρασίνων).
Μια αναζωπύρωση της κοινωνικής-πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα, εκτιμούν πηγές του Capital.gr στο Βερολίνο, θα ενίσχυε γενικώς ακροδεξιές δυνάμεις. Αυτό δεν είναι επιθυμητό στη γερμανική πρωτεύουσα.
Την αντίθεση του Βερολίνου προς την ακροδεξιά εκφράζει μεταξύ άλλων –σύμφωνα με διπλωματικές πηγές- και η επίσκεψη του Γερμανού Προέδρου της Δημοκρατίας, Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ, στην Ελλάδα στις 11-12 Οκτωβρίου. Μάλιστα, ο Στάινμαϊερ θα επισκεφθεί μαζί με τον Έλληνα ομόλογό του, Προκόπη Παυλόπουλο, την Καλαμάτα, όπου θα παρευρεθεί σε εκδήλωση μνήμης για τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Με άλλα λόγια, όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές του Capital.gr στο Βερολίνο, η ηγεσία του Μεγάλου Συνασπισμού –για την ώρα– μάλλον προτιμά να χάσει, πιθανόν, προσωρινά λίγη ακόμη από την επιρροή της στη Γερμανία (σε περίπτωση αποδοχής του ελληνικού αιτήματος περί μη περικοπής των συντάξεων), από το να αμφισβητηθεί πλήρως, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, η θεωρούμενη ως θετική πορεία της Ελλάδας μετά την έξοδο από τα Μνημόνια. Μάλιστα, δεν φαίνεται να είναι αρνητική, στα πλαίσια της ενίσχυσης του κοινωνικού προφίλ της ΕΕ (ενόψει ευρωεκλογών), στο να μην επιμείνει στη μείωση των αποδοχών των συνταξιούχων.
Ωστόσο, οι απανωτές κρίσεις στον Μεγάλο Συνασπισμό, αμέσως μετά τη σύστασή του, τον Φεβρουάριο και Μάρτιο του 2018 (τον Ιούλιο με προσφυγικό, τον Σεπτέμβρη με την υπόθεση Μάασεν) υπό την πίεση της ακροδεξιάς συνεχίζουν να ενισχύουν τις θέσεις όσων στην Καγκελαρία και στο ΥΠΟΙΚ έβλεπαν ότι μια παραχώρηση στην Ελλάδα θα δυνάμωνε ακόμα περισσότερο την άκρα δεξιά, η οποία φαίνεται μέρα με τη μέρα να αυξάνει την επιρροή της. Στην άνοδο της γερμανικής ακροδεξιάς "βοηθά" και η συνεχιζόμενη κρίση στην Ιταλία, η κρίση στις σχέσεις Γερμανίας-ΗΠΑ, αλλά και τα προβλήματα του Brexit.
Έτσι, ένα "ναι" της Μέρκελ και του Σολτς στη διάσωση των συντάξεων στην Ελλάδα φαίνεται να δυσκολεύει συνεχώς (αν και παραμένει ως το οριακά πιθανότερο σενάριο προς αποφυγή νέων "περιπετειών" στη ΝΑ Ευρώπη), καθώς φαίνεται πως η επιρροή των δυνάμεων που δεν τη θέλουν (AfD) αυξάνεται συνεχώς, ενώ εκείνων που τη θέλουν μειώνεται…
Τα ποσοστά του αδελφού κόμματος της Μέρκελ στη Βαυαρία, του CSU, έχουν πέσει στις δημοσκοπήσεις πλέον στο 33% (έναντι 47,7% στις τελευταίες τοπικές εκλογές) και, έτσι, απειλείται η 70χρονη απόλυτη πολιτική-κοινοβουλευτική κυριαρχία του κόμματος αυτού. Αντίθετα, το AfD έχει εκτιναχθεί στο 10%. Στο Έσσεν, το CDU πέφτει δημοσκοπικά στο 29% (έναντι 38%) και το AfD 13%.
Σε 38 μέρες μετά τις εκλογές στο Έσσεν (6 Δεκεμβρίου), θα διεξαχθούν οι εκλογές στο CDU για την ανάδειξη νέας ηγεσίας. Και αυτό υπό το βάρος, όπως φαίνεται, εκλογικών ηττών οι οποίες προφανώς θα θίξουν τη Μέρκελ και τον Ζέεχοφερ (ηγέτη του CSU και Ομοσπονδιακού Υπ. Εσωτερικών). Ενδεχόμενη παραίτηση του Ζέεχοφερ μετά τις εκλογές στη Βαυαρία, μόνο προσωρινά θα ηρεμούσε τα πνεύματα σε βάρος της Μέρκελ.
Αν και η νυν πρόεδρος του CDU και Καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, έχει δηλώσει πως θα είναι και πάλι υποψήφια, δεν θα πρέπει να θεωρείται αυτό δεδομένο ότι θα συμβεί, αν και παραμένει η δημοφιλέστερη πολιτικός στη Γερμανία, μετά τον Γερμανό Πρόεδρο, Στάινμαϊερ.
Επίσης δεν θα πρέπει, πλέον, να θεωρείται σίγουρο ότι, ακόμα και αν είναι υποψήφια, θα εκλεγεί. Και αυτό λόγω της γιγάντιας αμφισβήτησης που υπάρχει για το πρόσωπό της. Αυτό φάνηκε έμπρακτα στην απόρριψη του υποψηφίου που πρότεινε για την προεδρία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU.
Ο δε νέος πρόεδρος, Ράλφ Μπρινκχάουζ, τοποθετείται στα δεξιά της κεντρώας πολιτικής Μέρκελ. Η εκλογή Μπρινκχάουζ έχει ήδη ενισχύσει την "κινητικότητα" των πολιτικών του CDU που βρίσκονται στα δεξιά της Μέρκελ. Ο ηγέτης του CDU Σαξονίας, Κρίστιαν Χάρτμαν, δεν απέκλεισε συνεργασία με το AfD μετά τις εκλογές στο κρατίδιο αυτό, τον Σεπτέμβριο του 2019. Έπειτα ο ηγέτης, σε πανεθνικό επίπεδο, του AfD, Aλεξάντερ Γκάουλαντ, δήλωσε θετικός σε συνεργασία με το CDU.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως ο εκ δεξιών αντιπολιτευόμενος στη Μέρκελ (και πιθανός διεκδικητής της προεδρίας του κόμματος), υπ. Υγείας, Γενς Σπαν, ταξίδεψε πρόσφατα στην Ουάσινγκτον και συναντήθηκε στον Λευκό Οίκο με τον σύμβουλο του Τραμπ για θέματα ασφαλείας, Τζον Μπόλτον. Εξάλλου, ο ηγέτης της νεολαίας του CDU, Πολ Ζίεμακ, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να μη στηρίξει τη Μέρκελ στις επικείμενες κομματικές εκλογές.
Από πλευράς του "κέντρου", το οποίο εκπροσωπεί η Μέρκελ, ως επικρατέστερος υποψήφιος για πρόεδρος του CDU (σε περίπτωση που δεν κατέβει υποψήφια η νυν πρόεδρος) θεωρείται ο νυν Πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Άρμιν Λάσετ. Λιγότερο πιθανή θεωρείται η υποψηφιότητα της Πρωθυπουργού του Σάαρ και νέας γραμματέως του CDU, Aνέτε Κραμπ-Καρενμπάουερ. Παράλληλα, εξακολουθεί να "παίζει" το όνομα του Σόιμπλε ως έσχατη εναλλακτική, κυρίως για τη θέση της Καγκελαρίας.
Βέβαια, το όποιο αποτέλεσμα για την ηγεσία του CDU (6 Δεκεμβρίου) θα έλθει μετά την κρίσιμο σύνοδο του Eurogroup για την Ελλάδα (2-3 Δεκεμβρίου). Αυτό σημαίνει πως οι όποιες συνέπειες από μια ενδεχόμενη -από τα δεξιά- ανατροπή της Μέρκελ (ή από τη μη εκλογή εκείνου που θα στηρίξει, δηλαδή π.χ. του Λάσετ) από την ηγεσία του CDU και, έτσι, πιθανόν, από την Καγκελαρία, θα έλθουν προφανώς μετά τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για τις ελληνικές συντάξεις...
Έτσι, το ερώτημα που τίθεται, πρακτικά είναι το αν η εντεινόμενη πολιτική αβεβαιότητα στη Γερμανία (για το αν και ποιος θα διαδεχθεί τη Μέρκελ) θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια τελεσίδικη απόφαση του Eurogroup για την Ελλάδα, αφήνοντας έτσι, ενδεχομένως, το περιθώριο στην ελληνική κυβέρνηση να πορευθεί σύμφωνα με τη δική της θέση, η οποία προβλέπει τη μη περικοπή των συντάξεων, έστω και αν αυτή λάβει τη μορφή της απλής αναστολής εφαρμογής της…
Το ερώτημα αυτό στη Γερμανία εν μέρει θα απαντηθεί προσωρινά εντός του ερχόμενου Νοεμβρίου, δηλαδή μετά τις τοπικές εκλογές σε Βαυαρία-Έσσεν και πριν από το ετήσιο συνέδριο του CDU. Τι σημαίνει ''προσωρινά''; Πως οι αλλαγές στον πολιτικό χάρτη της Γερμανίας δεν θα σταματήσουν στις 6 Δεκεμβρίου 2018, αλλά θα συνεχισθούν. Έτσι θα συνεχισθεί η στρατηγικά αρνητική, καθώς φαίνεται σε διπλωματικούς κύκλους στη γερμανική πρωτεύουσα, επιρροή τους στα ελληνικά πράγματα. Τον Μάιο του 2019 είναι προγραμματισμένες οι ευρωεκλογές, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2019 θα γίνουν τρεις τοπικές εκλογές σε κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας, όπου πρώτο κόμμα δείχνουν οι δημοσκοπήσεις το ακροδεξιό AfD. Στο μεταξύ, θα ''τρέχουν'' εκλογές και στην Ελλάδα (ευρωεκλογές, δημοτικές, αυτοδιοικητικές, εθνικές), οι οποίες κάθε άλλο θετικές συνέπειες θα έχουν στον προϋπολογισμό, ο οποίος ήδη δοκιμάζεται στο μέτωπο των εσόδων, ενώ δεν ισχύει το ίδιο στο επίπεδο των... δαπανών. Αυτή η κατάσταση δεν ευνοεί και πολύ τη βιωσιμότητα των πλεονασμάτων το 2019-2020, όπως γνωρίζουν στις Βρυξέλλες. Εξάλλου, το 2021 αναμένεται να είναι έτος-τομή για το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, καθώς αναμένεται η τελευταία συνταξιοδοτική έξοδος της γενιάς της Μεταπολίτευσης...