Αλλάζει η ώρα σε χειμερινή την τελευταία Κυριακή του μήνα, 28 Οκτωβρίου, οπότε οι δείκτες των ρολογιών θα πρέπει να μετακινηθούν μία ώρα πίσω κι αντί για 4 τα ξημερώματα να δείχνουν 3.
Το τελευταίο διάστημα επικράτησε σύγχυση σχετικά με την εναλλαγή ανάμεσα σε θερινή και χειμερινή ώρα, έπειτα από πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για κατάργησή της.
Μέχρι το τέλος Απριλίου 2019, σύμφωνα με τις επιταγές της Κομισιόν, κάθε κράτος μέλος της ΕΕ θα πρέπει να επιλέξει αν θα ακολουθήσει τη σχετική πρόταση, εφόσον επικυρωθεί το σχέδιο να μπει τέλος στις εποχικές αλλαγές ώρας. Η Επιτροπή βασίστηκε κυρίως στο αποτέλεσμα διαβούλευσης που πραγματοποιήθηκε φέτος το καλοκαίρι μέσω Διαδικτύου. Στο διαδικτυακό αυτό δημοψήφισμα ψήφισαν 4,6 εκατομμύρια Ευρωπαίοι, το 84% των οποίων τάχθηκε υπέρ της κατάργησης της αλλαγής ώρας.
Αν η Ελλάδα επιλέξει τελικά να σταματήσει να γυρίζει τους δείκτες των ρολογιών, τότε η αλλαγή ώρας στις 31 Μαρτίου 2019 θα είναι το τελευταίο υποχρεωτικό πέρασμα στη θερινή ώρα, ενώ οι χώρες που επιθυμούν να επιστρέψουν μόνιμα στη χειμερινή ώρα θα έχουν τη δυνατότητα να την αλλάξουν μια τελευταία φορά, στις 27 Οκτωβρίου 2019.
Αυτή τη στιγμή οι χώρες της ΕΕ κατανέμονται σε τρεις διαφορετικές ωριαίες ζώνες:
Την ώρα της δυτικής Ευρώπης (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο).
Την ώρα της κεντρικής Ευρώπης (17 χώρες) και
Την ώρα της ανατολικής Ευρώπης (Ελλάδα, Κύπρος, Βουλγαρία, Εσθονία, Φινλανδία, Λετονία, Λιθουανία και Ρουμανία).
Η πρώτη φορά που έγινε αναφορά περί θερινής ώρας ήταν το 1784 από τον Βενιαμίν Φραγκλίνο, ο οποίος εξέφρασε την ιδέα με άρθρο του σε γαλλική εφημερίδα.
Ο Φραγκλίνος παρουσίασε ένα σχέδιο για τον περιορισμό του κόστους φωτισμού, «να περιορίσουν οι Γάλλοι τη χρήση κεριών», προτείνοντάς τους να ξυπνούν μία ώρα νωρίτερα. Πέρασαν πάνω από 100 χρόνια για να εφαρμοστεί τελικά το μέτρο της αλλαγής σε θερινή ώρα. Πρώτη ήταν η Γερμανία το 1916 κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, και την ακολούθησε το Ηνωμένο Βασίλειο. Δυο χρόνια αργότερα, το 1918, το Αμερικανικό Κογκρέσο καθιέρωσε την τυπική χρήση των χρονικών ζωνών και επισημοποίησε την αλλαγή της θερινής ώρας. Το μέτρο αυτό, όμως, καταργήθηκε αμέσως μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, λόγω της δυσαρέσκειας του κόσμου, κυρίως των αγροτών, οι οποίοι χρειάζονταν το φως του ήλιου από νωρίς το πρωί για να κάνουν τις εργασίες τους.
Στην Ελλάδα η εφαρμογή της θερινής ώρας έγινε δοκιμαστικά για πρώτη φορά το 1932, αλλά τελικά δεν υιοθετήθηκε μέχρι το 1975 που αποφασίστηκε να «γυρνάμε» τα ρολόγια μας μία ώρα μπροστά την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου και μία ώρα πίσω την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου.
Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποχρεώνει με νόμο όλα τα κράτη μέλη να τηρήσουν την αλλαγή της ώρας.
Το τελευταίο διάστημα επικράτησε σύγχυση σχετικά με την εναλλαγή ανάμεσα σε θερινή και χειμερινή ώρα, έπειτα από πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για κατάργησή της.
Μέχρι το τέλος Απριλίου 2019, σύμφωνα με τις επιταγές της Κομισιόν, κάθε κράτος μέλος της ΕΕ θα πρέπει να επιλέξει αν θα ακολουθήσει τη σχετική πρόταση, εφόσον επικυρωθεί το σχέδιο να μπει τέλος στις εποχικές αλλαγές ώρας. Η Επιτροπή βασίστηκε κυρίως στο αποτέλεσμα διαβούλευσης που πραγματοποιήθηκε φέτος το καλοκαίρι μέσω Διαδικτύου. Στο διαδικτυακό αυτό δημοψήφισμα ψήφισαν 4,6 εκατομμύρια Ευρωπαίοι, το 84% των οποίων τάχθηκε υπέρ της κατάργησης της αλλαγής ώρας.
Αν η Ελλάδα επιλέξει τελικά να σταματήσει να γυρίζει τους δείκτες των ρολογιών, τότε η αλλαγή ώρας στις 31 Μαρτίου 2019 θα είναι το τελευταίο υποχρεωτικό πέρασμα στη θερινή ώρα, ενώ οι χώρες που επιθυμούν να επιστρέψουν μόνιμα στη χειμερινή ώρα θα έχουν τη δυνατότητα να την αλλάξουν μια τελευταία φορά, στις 27 Οκτωβρίου 2019.
Αυτή τη στιγμή οι χώρες της ΕΕ κατανέμονται σε τρεις διαφορετικές ωριαίες ζώνες:
Την ώρα της δυτικής Ευρώπης (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ηνωμένο Βασίλειο).
Την ώρα της κεντρικής Ευρώπης (17 χώρες) και
Την ώρα της ανατολικής Ευρώπης (Ελλάδα, Κύπρος, Βουλγαρία, Εσθονία, Φινλανδία, Λετονία, Λιθουανία και Ρουμανία).
Η πρώτη φορά που έγινε αναφορά περί θερινής ώρας ήταν το 1784 από τον Βενιαμίν Φραγκλίνο, ο οποίος εξέφρασε την ιδέα με άρθρο του σε γαλλική εφημερίδα.
Ο Φραγκλίνος παρουσίασε ένα σχέδιο για τον περιορισμό του κόστους φωτισμού, «να περιορίσουν οι Γάλλοι τη χρήση κεριών», προτείνοντάς τους να ξυπνούν μία ώρα νωρίτερα. Πέρασαν πάνω από 100 χρόνια για να εφαρμοστεί τελικά το μέτρο της αλλαγής σε θερινή ώρα. Πρώτη ήταν η Γερμανία το 1916 κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, και την ακολούθησε το Ηνωμένο Βασίλειο. Δυο χρόνια αργότερα, το 1918, το Αμερικανικό Κογκρέσο καθιέρωσε την τυπική χρήση των χρονικών ζωνών και επισημοποίησε την αλλαγή της θερινής ώρας. Το μέτρο αυτό, όμως, καταργήθηκε αμέσως μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, λόγω της δυσαρέσκειας του κόσμου, κυρίως των αγροτών, οι οποίοι χρειάζονταν το φως του ήλιου από νωρίς το πρωί για να κάνουν τις εργασίες τους.
Στην Ελλάδα η εφαρμογή της θερινής ώρας έγινε δοκιμαστικά για πρώτη φορά το 1932, αλλά τελικά δεν υιοθετήθηκε μέχρι το 1975 που αποφασίστηκε να «γυρνάμε» τα ρολόγια μας μία ώρα μπροστά την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου και μία ώρα πίσω την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου.
Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποχρεώνει με νόμο όλα τα κράτη μέλη να τηρήσουν την αλλαγή της ώρας.