Ολοένα περισσότερους καταναλωτές από το πετρέλαιο θέρμανσης «κερδίζει» χρόνο με τον χρόνο το φυσικό αέριο, με βασικότερο λόγο τη χαμηλότερη τιμή του καυσίμου - η οποία γίνεται μάλιστα ακόμη πιο οικονομική στην περίπτωση που συνδυαστεί με συμβόλαιο ηλεκτρικής ενέργειας, στο πλαίσιο ενός συνδυαστικού «πακέτου» των δύο ενεργειακών προϊόντων, που προσφέρουν πλέον σχεδόν όλοι οι εναλλακτικοί πάροχοι.
Παράλληλα, τόσο η ΕΔΑ Αττικής όσο και η ΕΔΑ ΘΕΣΣ (Θεσσαλονίκης-Θεσσαλίας) προσφέρουν μηδενικά τέλη σύνδεσης, ενώ ιδιαίτερα στο Λεκανοπέδιο μία εξέλιξη που «ξεκλείδωσε» ακόμη περισσότερο την απήχηση του φυσικού αερίου ήταν η δυνατότητα αυτονόμησης των διαμερισμάτων των πολυκατοικιών από την κεντρική θέρμανση.
Επίσης, όπως είναι φυσικό, η διείσδυση ενισχύεται με την επέκταση των δικτύων διανομής, την οποία έχουν σχεδιάσει οι δύο εταιρείες διανομής, για να δώσουν πρόσβαση σε ακόμη περισσότερα νοικοκυριά. Έτσι, πρωταρχικός στόχος της ΕΔΑ Αττικής είναι να αξιοποιήσει το δίκτυο που έχει αναπτύξει, το οποίο αυτή τη στιγμή καλύπτει το 55% της Αττικής, ώστε με την «πύκνωσή» του να αποκτήσουν πρόσβαση περισσότεροι οικιακοί καταναλωτές. Έτσι, σε συνδυασμό με τις επεκτάσεις που προγραμματίζει, μέσα στην επόμενη πενταετία αναμένεται να δημιουργηθούν περίπου 25.000 νέες συνδέσεις.
Όσον αφορά τα έργα κατασκευής, η εταιρεία σχεδιάζει την υλοποίηση νέων δικτύων συνολικού μήκους 100 χιλιομέτρων μέσα στην επόμενη πενταετία, για τα οποία θα επενδύσει περίπου 9 εκατ. ευρώ. Επίσης, στις προτεραιότητές της είναι η σταδιακή αναβάθμιση των υποδομών στο κέντρο της Αθήνας.
Όσον αφορά την ΕΔΑ ΘΕΣΣ, το πενταετές πρόγραμμα ανάπτυξης 2018-2022 προβλέπει την επέκταση των δικτύων σε 22 νέες περιοχές στη Θεσσαλονίκη και τη Θεσσαλία, όπως και την «πύκνωσή» τους στις περιοχές που ήδη καλύπτουν. Τα έργα αυτά, συνεπικουρούμενα από την έκπτωση 100% στα τέλη σύνδεσης και τις προωθητικές ενέργειες που θα πραγματοποιηθούν όλο αυτό το διάστημα, αναμένεται να αυξήσουν σημαντικά τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που θα αξιοποιήσουν τα πλεονεκτήματα του φυσικού αερίου. Έτσι, η ΕΔΑ ΘΕΣΣ εκτιμά ότι έως το 2022, οι νέες συνδέσεις θα κινηθούν στις 60.000, από τις οποίες περίπου οι 38.000 θα προέλθουν από υφιστάμενες περιοχές και 22.000 τις νέες περιοχές στις οποίες θα «φτάσει» το καύσιμο.
Παράλληλα, τόσο η ΕΔΑ Αττικής όσο και η ΕΔΑ ΘΕΣΣ (Θεσσαλονίκης-Θεσσαλίας) προσφέρουν μηδενικά τέλη σύνδεσης, ενώ ιδιαίτερα στο Λεκανοπέδιο μία εξέλιξη που «ξεκλείδωσε» ακόμη περισσότερο την απήχηση του φυσικού αερίου ήταν η δυνατότητα αυτονόμησης των διαμερισμάτων των πολυκατοικιών από την κεντρική θέρμανση.
Επίσης, όπως είναι φυσικό, η διείσδυση ενισχύεται με την επέκταση των δικτύων διανομής, την οποία έχουν σχεδιάσει οι δύο εταιρείες διανομής, για να δώσουν πρόσβαση σε ακόμη περισσότερα νοικοκυριά. Έτσι, πρωταρχικός στόχος της ΕΔΑ Αττικής είναι να αξιοποιήσει το δίκτυο που έχει αναπτύξει, το οποίο αυτή τη στιγμή καλύπτει το 55% της Αττικής, ώστε με την «πύκνωσή» του να αποκτήσουν πρόσβαση περισσότεροι οικιακοί καταναλωτές. Έτσι, σε συνδυασμό με τις επεκτάσεις που προγραμματίζει, μέσα στην επόμενη πενταετία αναμένεται να δημιουργηθούν περίπου 25.000 νέες συνδέσεις.
Όσον αφορά τα έργα κατασκευής, η εταιρεία σχεδιάζει την υλοποίηση νέων δικτύων συνολικού μήκους 100 χιλιομέτρων μέσα στην επόμενη πενταετία, για τα οποία θα επενδύσει περίπου 9 εκατ. ευρώ. Επίσης, στις προτεραιότητές της είναι η σταδιακή αναβάθμιση των υποδομών στο κέντρο της Αθήνας.
Όσον αφορά την ΕΔΑ ΘΕΣΣ, το πενταετές πρόγραμμα ανάπτυξης 2018-2022 προβλέπει την επέκταση των δικτύων σε 22 νέες περιοχές στη Θεσσαλονίκη και τη Θεσσαλία, όπως και την «πύκνωσή» τους στις περιοχές που ήδη καλύπτουν. Τα έργα αυτά, συνεπικουρούμενα από την έκπτωση 100% στα τέλη σύνδεσης και τις προωθητικές ενέργειες που θα πραγματοποιηθούν όλο αυτό το διάστημα, αναμένεται να αυξήσουν σημαντικά τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που θα αξιοποιήσουν τα πλεονεκτήματα του φυσικού αερίου. Έτσι, η ΕΔΑ ΘΕΣΣ εκτιμά ότι έως το 2022, οι νέες συνδέσεις θα κινηθούν στις 60.000, από τις οποίες περίπου οι 38.000 θα προέλθουν από υφιστάμενες περιοχές και 22.000 τις νέες περιοχές στις οποίες θα «φτάσει» το καύσιμο.