Απόσταση μιας δεκαετίας μέσα σε τέσσερα χρόνια, θα πρέπει να καλύψουν οι τράπεζες στο μέτωπο της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, ενώ στην τριετία 2019 – 2021, το ποσό της μείωσης των "κόκκινων" δανείων που θα πρέπει να έχει επιτευχθεί, θα ισοδυναμεί με την εξαφάνιση του ενεργητικού μίας ολόκληρης τράπεζας!
Η μεγάλη πρόκληση των "κόκκινων" δανείων είναι ζήτημα επιβίωσης για τις τράπεζες, αλλά και την Οικονομία και θα αλλάξει πλήρως την μέχρι σήμερα "αρχιτεκτονική" του τραπεζικού συστήματος.
Μέσα στην τελευταία δεκαετία, τα στοιχεία δείχνουν ήδη τεράστιες αλλαγές στον εγχώριο τραπεζικό τομέα και οι αλλαγές αυτές . Οι τράπεζες, από 21 τον Δεκέμβριο του 2008, είναι πλέον 9 εκ των οποίων οι 4 συστημικές. Τον Ιούνιο 2018, το δίκτυο των τραπεζών αριθμούσε 1.946 καταστήματα από 4.130 τον Δεκέμβριο του 2008. Ακολούθως, οι τραπεζοϋπάλληλοι από 67.800, μειώθηκαν στους 40.790.
Το μερίδιο αγοράς των πέντε μεγαλύτερων τραπεζών στις χορηγήσεις διευρύνθηκε στο 98% από 66% τον Δεκέμβριο του 2008. Τα συνολικά δάνεια ανήλθαν τον Ιούνιο 2018 σε 183 δισ. ευρώ από 280 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2008, ενώ τα δάνεια μετά τις προβλέψεις διαμορφώθηκαν στα 144 από 174 δισ. ευρώ. Από τα δάνεια αυτά, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα φτάνουν στα 88,6 δισ. ευρώ, όταν τον Δεκέμβριο του 2008 ανέρχονταν σε μόλις 14,6 δισ. ευρώ, επί συνόλου χορηγήσεων 280 δισ. ευρώ. Ο αντίστοιχος δείκτης NPEs, από το 5% του Δεκεμβρίου 2008, έφτασε στο 48% τον Ιούνιο 2018.
Ακριβώς στο ύψος των 144 δισ. ευρώ, όσα και τα δάνεια μετά τις προβλέψεις, διαμορφώθηκαν τον Ιούνιο 2018 οι καταθέσεις πελατών (από 280 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2019). Το θετικό είναι ότι αργά, αλλά σταθερά, η ρευστότητα των τραπεζών βελτιώνεται. Τον Ιούνιο 2018, η χρηματοδότηση από το ευρωσύστημα διαμορφώθηκε στα 16 δισ. (στα 7 δισ. ευρώ αντιστοιχεί η ρευστότητα από τον ELA) από 38 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2008. To νόμισμα σε κυκλοφορία ανέρχεται σε 32 από 21 δισ. ευρώ, ενώ ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις κινείται στο 100% από 92%.
Τις προκλήσεις και το μεταίχμιο της μετάβασης των ελληνικών τραπεζών στη νέα πραγματικότητα, "ενσωματώνουν" οι πιέσεις που δέχονται οι μετοχές τους, οι οποίες, σταθερά τα τελευταία χρόνια, αντανακλούν το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν βγει για τα καλά από την εντατική. Αμέσως μετά την υποβολή της νέας στοχοθεσίας για τα NPEs/NPLs, στο ξεκίνημα του Οκτωβρίου ο τραπεζικός κλάδος δέχτηκε νέο σφυροκόπημα που του στέρησε άνω του 7% της αξίας του, σε μία μόλις εβδομάδα.
Πίσω από την πτώση των τραπεζικών μετοχών βρίσκεται η διογκούμενη ανησυχία για το εάν οι τράπεζες θα καταφέρουν να πετύχουν τους στόχους για τα NPEs. Μία πίεση που ωθεί την κυβέρνηση να αναλάβει δράση σχεδιασμού οχήματος που θα μπορέσει να ελαφρύνει τους ισολογισμούς των τραπεζών από τα "κόκκινα δάνεια.
Οι νέοι στόχοι προβλέπουν ότι τα επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων στο σύνολο των δανείων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα υποχωρήσουν στο 15% έως 23% στο τέλος του 2021, με τις τρεις από τις τέσσερις τράπεζες να κινούνται κάτω του 20%. Ο SSM ζητά περαιτέρω μείωση των "κόκκινων" δανείων το 2002, ώστε ο δείκτης NPEs να πέσει κάτω του 10%, από 9% έως ιδανικά 6%.
Ο άθλος που καλούνται να επιτύχουν σε πρώτη φάση οι τράπεζες, μειώνοντας κατά 53,6 δισ. ευρώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους έως τον Δεκέμβριο του 2021, μεταφράζεται σε ετήσια μείωση της τάξεως των περίπου 18 δισ. ευρώ (17,8 δισ.). Το ποσό αυτό, αν επιμεριστεί στις τέσσερις συστημικές τράπεζες, υποχρεώνει την καθεμία από αυτές να μειώνει ετησίως τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά της κατά 4,5 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι στο επόμενο βήμα, εντός του 2022, τα συνολικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο σύνολο των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα πρέπει να έχουν υποχωρήσει τουλάχιστον στα 17,7 δισ. ευρώ, με επιθυμητή την αποκλιμάκωσή τους στα 10,6 δισ. ευρώ από 88,6 δισ. ευρώ σήμερα…
Η μεγάλη πρόκληση των "κόκκινων" δανείων είναι ζήτημα επιβίωσης για τις τράπεζες, αλλά και την Οικονομία και θα αλλάξει πλήρως την μέχρι σήμερα "αρχιτεκτονική" του τραπεζικού συστήματος.
Μέσα στην τελευταία δεκαετία, τα στοιχεία δείχνουν ήδη τεράστιες αλλαγές στον εγχώριο τραπεζικό τομέα και οι αλλαγές αυτές . Οι τράπεζες, από 21 τον Δεκέμβριο του 2008, είναι πλέον 9 εκ των οποίων οι 4 συστημικές. Τον Ιούνιο 2018, το δίκτυο των τραπεζών αριθμούσε 1.946 καταστήματα από 4.130 τον Δεκέμβριο του 2008. Ακολούθως, οι τραπεζοϋπάλληλοι από 67.800, μειώθηκαν στους 40.790.
Το μερίδιο αγοράς των πέντε μεγαλύτερων τραπεζών στις χορηγήσεις διευρύνθηκε στο 98% από 66% τον Δεκέμβριο του 2008. Τα συνολικά δάνεια ανήλθαν τον Ιούνιο 2018 σε 183 δισ. ευρώ από 280 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2008, ενώ τα δάνεια μετά τις προβλέψεις διαμορφώθηκαν στα 144 από 174 δισ. ευρώ. Από τα δάνεια αυτά, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα φτάνουν στα 88,6 δισ. ευρώ, όταν τον Δεκέμβριο του 2008 ανέρχονταν σε μόλις 14,6 δισ. ευρώ, επί συνόλου χορηγήσεων 280 δισ. ευρώ. Ο αντίστοιχος δείκτης NPEs, από το 5% του Δεκεμβρίου 2008, έφτασε στο 48% τον Ιούνιο 2018.
Ακριβώς στο ύψος των 144 δισ. ευρώ, όσα και τα δάνεια μετά τις προβλέψεις, διαμορφώθηκαν τον Ιούνιο 2018 οι καταθέσεις πελατών (από 280 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2019). Το θετικό είναι ότι αργά, αλλά σταθερά, η ρευστότητα των τραπεζών βελτιώνεται. Τον Ιούνιο 2018, η χρηματοδότηση από το ευρωσύστημα διαμορφώθηκε στα 16 δισ. (στα 7 δισ. ευρώ αντιστοιχεί η ρευστότητα από τον ELA) από 38 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο 2008. To νόμισμα σε κυκλοφορία ανέρχεται σε 32 από 21 δισ. ευρώ, ενώ ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις κινείται στο 100% από 92%.
Τις προκλήσεις και το μεταίχμιο της μετάβασης των ελληνικών τραπεζών στη νέα πραγματικότητα, "ενσωματώνουν" οι πιέσεις που δέχονται οι μετοχές τους, οι οποίες, σταθερά τα τελευταία χρόνια, αντανακλούν το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν βγει για τα καλά από την εντατική. Αμέσως μετά την υποβολή της νέας στοχοθεσίας για τα NPEs/NPLs, στο ξεκίνημα του Οκτωβρίου ο τραπεζικός κλάδος δέχτηκε νέο σφυροκόπημα που του στέρησε άνω του 7% της αξίας του, σε μία μόλις εβδομάδα.
Πίσω από την πτώση των τραπεζικών μετοχών βρίσκεται η διογκούμενη ανησυχία για το εάν οι τράπεζες θα καταφέρουν να πετύχουν τους στόχους για τα NPEs. Μία πίεση που ωθεί την κυβέρνηση να αναλάβει δράση σχεδιασμού οχήματος που θα μπορέσει να ελαφρύνει τους ισολογισμούς των τραπεζών από τα "κόκκινα δάνεια.
Οι νέοι στόχοι προβλέπουν ότι τα επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων στο σύνολο των δανείων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα υποχωρήσουν στο 15% έως 23% στο τέλος του 2021, με τις τρεις από τις τέσσερις τράπεζες να κινούνται κάτω του 20%. Ο SSM ζητά περαιτέρω μείωση των "κόκκινων" δανείων το 2002, ώστε ο δείκτης NPEs να πέσει κάτω του 10%, από 9% έως ιδανικά 6%.
Ο άθλος που καλούνται να επιτύχουν σε πρώτη φάση οι τράπεζες, μειώνοντας κατά 53,6 δισ. ευρώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους έως τον Δεκέμβριο του 2021, μεταφράζεται σε ετήσια μείωση της τάξεως των περίπου 18 δισ. ευρώ (17,8 δισ.). Το ποσό αυτό, αν επιμεριστεί στις τέσσερις συστημικές τράπεζες, υποχρεώνει την καθεμία από αυτές να μειώνει ετησίως τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά της κατά 4,5 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι στο επόμενο βήμα, εντός του 2022, τα συνολικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο σύνολο των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα πρέπει να έχουν υποχωρήσει τουλάχιστον στα 17,7 δισ. ευρώ, με επιθυμητή την αποκλιμάκωσή τους στα 10,6 δισ. ευρώ από 88,6 δισ. ευρώ σήμερα…