Τα σενάρια που θέλουν την ελληνική κυβέρνηση να ζητά από τους θεσμούς δημοσιονομική ευελιξία της τάξης του 0,6%-0,7% για το 2020, σχολιάζει η Citigroup σε σημερινό της note προς τους πελάτες της.
Όπως αναφέρει η αμερικάνικη τράπεζα, η νέα ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει να συζητήσει με τους Ευρωπαίους πιστωτές πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο - ο οποίος ουσιαστικά θα ισοδυναμεί με έμμεση μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος από 3,5% του ΑΕΠ σε 2,8%-2,9% το 2020 - προκειμένου να υπάρξει κάποια ελευθερία για την εφαρμογή των δεσμευμένων φορολογικών περικοπών.
Η καλύτερη κατάσταση των οικονομικών στοιχείων, τα οποία έχουν επίσης βοηθηθεί από τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης της χώρας, θα χρησιμοποιηθεί για να πείσει τους πιστωτές να αποδεχθούν τη συμπερίληψη των κερδών των SMP και ΑΝFA στα έσοδα του προϋπολογισμού, επιτρέποντας έτσι τις απαιτούμενες φορολογικές περικοπές, όπως αναφέρεται.
Η Citi τονίζει, με δεδομένα τα παραπάνω, ότι η μείωση του κόστους χρηματοδότησης της Ελλάδας είναι πιθανόν να έχει σημαντικά θετικό αντίκτυπο στην επόμενη ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA), δεδομένου ότι το χρέος συνεχίζει να είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την αμερικάνικη τράπεζα, αυτό μπορεί να επιτρέψει κάποια, ενδεχομένως προσωρινή, μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Το πιο σημαντικό πάντως, τονίζει η Citi, είναι ότι η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με το εάν θα συμπεριληφθούν τα ελληνικά χρεόγραφα στο νέο (αναμενόμενο) QE μπορεί να εξαρτάται από μία ικανοποιητική έκθεση DSA, δεδομένου ότι η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας παραμένει μακριά από τις απαιτήσεις αξιολόγησης της ΕΚΤ.
Όπως αναφέρει η αμερικάνικη τράπεζα, η νέα ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει να συζητήσει με τους Ευρωπαίους πιστωτές πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο - ο οποίος ουσιαστικά θα ισοδυναμεί με έμμεση μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος από 3,5% του ΑΕΠ σε 2,8%-2,9% το 2020 - προκειμένου να υπάρξει κάποια ελευθερία για την εφαρμογή των δεσμευμένων φορολογικών περικοπών.
Η καλύτερη κατάσταση των οικονομικών στοιχείων, τα οποία έχουν επίσης βοηθηθεί από τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης της χώρας, θα χρησιμοποιηθεί για να πείσει τους πιστωτές να αποδεχθούν τη συμπερίληψη των κερδών των SMP και ΑΝFA στα έσοδα του προϋπολογισμού, επιτρέποντας έτσι τις απαιτούμενες φορολογικές περικοπές, όπως αναφέρεται.
Η Citi τονίζει, με δεδομένα τα παραπάνω, ότι η μείωση του κόστους χρηματοδότησης της Ελλάδας είναι πιθανόν να έχει σημαντικά θετικό αντίκτυπο στην επόμενη ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA), δεδομένου ότι το χρέος συνεχίζει να είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την αμερικάνικη τράπεζα, αυτό μπορεί να επιτρέψει κάποια, ενδεχομένως προσωρινή, μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Το πιο σημαντικό πάντως, τονίζει η Citi, είναι ότι η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με το εάν θα συμπεριληφθούν τα ελληνικά χρεόγραφα στο νέο (αναμενόμενο) QE μπορεί να εξαρτάται από μία ικανοποιητική έκθεση DSA, δεδομένου ότι η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας παραμένει μακριά από τις απαιτήσεις αξιολόγησης της ΕΚΤ.