Πέντε προτάσεις για την αντιμετώπιση της διαφθοράς παρουσίασε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της ΚΕΕ Κωνσταντίνος Μίχαλος μιλώντας στο 12o Ετήσιο Συνέδριο Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδος με θέμα "Από το σκοτάδι στο φως! Whistleblowing: η ανάγκη - η ρύθμιση - η πρακτική εφαρμογή".
Πρότεινε συγκεκριμένα τα εξής:
-Να αντιμετωπίσουμε δραστικά μια από τις κυριότερες πηγές της διαφθοράς, που είναι η πολυνομία και η κακονομία. Χρειαζόμαστε, είπε, ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας της νομοθετικής διαδικασίας, ώστε να δοθεί τέλος στην ασάφεια, στην ατέλεια, στην αντιφατικότητα και στα κάθε είδους "παράθυρα" για παράνομες συναλλαγές και διακριτική μεταχείριση.
-Δραστικές παρεμβάσεις για την αναβάθμιση του συστήματος και την αναβάθμιση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης.
-Να διαμορφώσουμε ένα πιο "έξυπνο" κράτος, με ενίσχυση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, για την ελαχιστοποίηση της επαφής δημοσίων υπαλλήλων και πολιτών/επιχειρήσεων. Με διασύνδεση όλων των πληροφοριακών συστημάτων και υποχρεωτική ηλεκτρονική αναζήτηση των στοιχείων μεταξύ των υπηρεσιών. Με δημιουργία μονάδων εσωτερικού ελέγχου στο δημόσιο τομέα, με εξορθολογισμό των ελεγκτικών φορέων.
-Μεγαλύτερη κινητοποίηση του επιχειρηματικού κόσμου, για την υιοθέτηση πολιτικών και πρακτικών εναντίων της διαφθοράς. Με αυστηρές πολιτικές και κώδικες δεοντολογίες για προσωπικό και προμηθευτές, αλλά και με επένδυση στη διαμόρφωση κουλτούρας εταιρικής ακεραιότητας.
-Ενδυνάμωση του νομικού πλαισίου της χώρας για την καταγγελία φαινομένων διαφθοράς, από μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος.
"Πάντα υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι γνωρίζουν αξιόποινες πράξεις που τελούνται στο περιβάλλον τους. Και επιλέγουν να σιωπούν, γιατί φοβούνται. Φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, ή ότι θα υποβιβαστούν. Φοβούνται ότι θα εμπλακούν σε μακρόχρονες δικαστικές διαμάχες. Φοβούνται, συχνά, ακόμη και για την προσωπική τους ασφάλεια.
Γι' αυτό και ο θεσμός του whistleblowing αναγνωρίζεται πλέον διεθνώς ως σημαντικό εργαλείο στην πρόληψη και τον εντοπισμό της διαφθοράς, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα", τόνισε ο κ. Μίχαλος. "Δεν αρκεί, πρόσθεσε, να θεσπίζεται η υποχρέωση του πολίτη να καταγγέλλει τη διαφθορά. Χρειάζεται να καθοριστούν ασφαλείς δίαυλοι για την υποβολή αναφορών, τόσο εντός των οργανισμών όσο και προς τις αρμόδιες δημόσιες αρχές. Χρειάζεται ενθάρρυνση και αποτελεσματική προστασία από τον εκφοβισμό και τα ενδεχόμενα αντίποινα".
Υπογράμμισε, τέλος, ότι η διαφθορά υπονομεύει το κράτος δικαίου και την κοινωνική δικαιοσύνη και στοιχίζει ακριβά στην εθνική μας οικονομία καθώς: οδηγεί στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και στην κακή διαχείριση των περιορισμένων πόρων του κράτους, αποτρέπει επενδύσεις, αυξάνοντας την αβεβαιότητα και τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν οι επενδυτές, δημιουργεί στρεβλώσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον, προκαλώντας αθέμιτο ανταγωνισμό και πλήττει - συχνά ανεπανόρθωτα - τη φήμη των επιχειρήσεων, που εμπλέκονται σε παράνομες πρακτικές και συναλλαγές.
Πρότεινε συγκεκριμένα τα εξής:
-Να αντιμετωπίσουμε δραστικά μια από τις κυριότερες πηγές της διαφθοράς, που είναι η πολυνομία και η κακονομία. Χρειαζόμαστε, είπε, ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας της νομοθετικής διαδικασίας, ώστε να δοθεί τέλος στην ασάφεια, στην ατέλεια, στην αντιφατικότητα και στα κάθε είδους "παράθυρα" για παράνομες συναλλαγές και διακριτική μεταχείριση.
-Δραστικές παρεμβάσεις για την αναβάθμιση του συστήματος και την αναβάθμιση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης.
-Να διαμορφώσουμε ένα πιο "έξυπνο" κράτος, με ενίσχυση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, για την ελαχιστοποίηση της επαφής δημοσίων υπαλλήλων και πολιτών/επιχειρήσεων. Με διασύνδεση όλων των πληροφοριακών συστημάτων και υποχρεωτική ηλεκτρονική αναζήτηση των στοιχείων μεταξύ των υπηρεσιών. Με δημιουργία μονάδων εσωτερικού ελέγχου στο δημόσιο τομέα, με εξορθολογισμό των ελεγκτικών φορέων.
-Μεγαλύτερη κινητοποίηση του επιχειρηματικού κόσμου, για την υιοθέτηση πολιτικών και πρακτικών εναντίων της διαφθοράς. Με αυστηρές πολιτικές και κώδικες δεοντολογίες για προσωπικό και προμηθευτές, αλλά και με επένδυση στη διαμόρφωση κουλτούρας εταιρικής ακεραιότητας.
-Ενδυνάμωση του νομικού πλαισίου της χώρας για την καταγγελία φαινομένων διαφθοράς, από μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος.
"Πάντα υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι γνωρίζουν αξιόποινες πράξεις που τελούνται στο περιβάλλον τους. Και επιλέγουν να σιωπούν, γιατί φοβούνται. Φοβούνται ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, ή ότι θα υποβιβαστούν. Φοβούνται ότι θα εμπλακούν σε μακρόχρονες δικαστικές διαμάχες. Φοβούνται, συχνά, ακόμη και για την προσωπική τους ασφάλεια.
Γι' αυτό και ο θεσμός του whistleblowing αναγνωρίζεται πλέον διεθνώς ως σημαντικό εργαλείο στην πρόληψη και τον εντοπισμό της διαφθοράς, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα", τόνισε ο κ. Μίχαλος. "Δεν αρκεί, πρόσθεσε, να θεσπίζεται η υποχρέωση του πολίτη να καταγγέλλει τη διαφθορά. Χρειάζεται να καθοριστούν ασφαλείς δίαυλοι για την υποβολή αναφορών, τόσο εντός των οργανισμών όσο και προς τις αρμόδιες δημόσιες αρχές. Χρειάζεται ενθάρρυνση και αποτελεσματική προστασία από τον εκφοβισμό και τα ενδεχόμενα αντίποινα".
Υπογράμμισε, τέλος, ότι η διαφθορά υπονομεύει το κράτος δικαίου και την κοινωνική δικαιοσύνη και στοιχίζει ακριβά στην εθνική μας οικονομία καθώς: οδηγεί στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και στην κακή διαχείριση των περιορισμένων πόρων του κράτους, αποτρέπει επενδύσεις, αυξάνοντας την αβεβαιότητα και τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν οι επενδυτές, δημιουργεί στρεβλώσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον, προκαλώντας αθέμιτο ανταγωνισμό και πλήττει - συχνά ανεπανόρθωτα - τη φήμη των επιχειρήσεων, που εμπλέκονται σε παράνομες πρακτικές και συναλλαγές.