Την αγορά «πακέτων» τραπεζικών δανείων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ως εργαλείο για την τόνωση της πιστωτικής επέκτασης στην Ευρωζώνη και την καταπολέμηση του τέρατος του αποπληθωρισμού εισηγείται ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι.
Την ίδια στιγμή, αυξάνεται η νευρικότητα για τις προοπτικές του τραπεζικού κλάδου της περιοχής προ της έναρξης των ελέγχων της τράπεζας, ενώ η Φρανκφούρτη εκφράζει ανησυχία για τους βραδείς ρυθμούς με τους οποίους προχωρούν οι διαπραγματεύσεις για τον ενιαίο μηχανισμό εκκαθάρισης τραπεζών που βρίσκεται στην ατζέντα του σημερινού ECOFIN?
Πραγματικά, από το βήμα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός ο Ντράγκι άφησε να εννοηθεί ότι η ΕΚΤ είναι ανοιχτή στην ιδέα αγοράς «πακέτων» τραπεζικών δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις, τροφοδοτώντας φημολογία ότι η Φρανκφούρτη επεξεργάζεται τη δική της «συνταγή» ποσοτικής νομισματικής χαλάρωσης, καθώς τα περιθώρια της «συμβατικής» νομισματικής πολιτικής έχουν σχεδόν εξαντληθεί (με το βασικό επιτόκιο του ευρώ στο 0,25%), προκειμένου να αντιμετωπίσει την κατάρρευση του τραπεζικού δανεισμού στην Ευρωζώνη.
«Αυτό που πρέπει να σκεφτούμε περισσότερο στο μέλλον είναι να έχουμε ένα εργαλείο που θα συγκεντρώνει και θα ομαδοποιεί τα τραπεζικά δάνεια με τον σωστό τρόπο», είπε ο Ντράγκι, συμπληρώνοντας πάντως πως η εν λόγω αγορά δεν υπάρχει και πρέπει να δημιουργηθεί προτού παρέμβει η ΕΚΤ. Όπως είπε, «θα υπήρχε η δυνατότητα αγοράς τέτοιων τίτλων εάν ήταν εύκολο να κατανοηθούν, να τιμολογηθούν, να είναι εμπορεύσιμοι και να αξιολογηθούν?».
Διπλός κλοιός
Ενώ όμως οι ιδέες του Ντράγκι θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις τράπεζες στο μέλλον, στην παρούσα φάση ο κλάδος αντιμετωπίζει την πίεση από τα επερχόμενα stress tests, τις διαπραγματεύσεις για την τραπεζική ένωση που βρίσκονται σε «τεντωμένο σχοινί». Πραγματικά, η είδηση ότι η ιταλική Banco Popolare θα προχωρήσει σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 1,5 δισ. ευρώ για να θωρακιστεί ενόψει των ελέγχων προκάλεσε βουτιά της μετοχής της κατά 16%.
Την ίδια στιγμή, αίσθηση προκαλεί ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού Wirtschaftswoche που επικαλείται νέα μελέτη του ΟΟΣΑ σύμφωνα με την οποία οι μεγάλες τράπεζες της Ευρωζώνης χρειάζονται πρόσθετα κεφάλαια 84 δισ. ευρώ, με τις μεγαλύτερες «τρύπες» να εντοπίζονται στη γαλλική Credit Agricole (31,5 δισ. δολ.) και τις γερμανικές Deutsche Bank (19 δισ. ευρώ) και Commerzbank (7,7 δισ. ευρώ).
Τούτων λεχθέντων, ένας ακόμα γύρος κρίσιμων διαπραγματεύσεων για την τραπεζική ένωση διεξάγεται στο σημερινό ECOFIN που θα ασχοληθεί με τις λεπτομέρειες της διακυβερνητικής συνθήκης που θα δημιουργήσει το Ενιαίο Ταμείο Εκκαθάρισης Τραπεζών. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιχειρούν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις ότι η δύναμη πυρός του Ταμείου (55 δισ. ευρώ σε ορίζοντα δεκαετίας) είναι ανεπαρκής, μελετώντας προτάσεις για «χρηματοδοτική γέφυρα» από εθνικούς πόρους ή τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM).
Είναι όμως αμφίβολο εάν τέτοιες προτάσεις, ιδίως αυτές που αφορούν τη δυνητική χρήση του ESM, μπορούν να περάσουν από τις Συμπληγάδες του Βερολίνου που ήδη επεξεργάζεται τρόπους να «πάρει πίσω» και επισήμως τη δέσμευση για απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από τον ESM σε περίπτωση που η διάσωση εκ των έσω (bail-in) και οι εθνικοί πόροι δεν φτάνουν: Η Γερμανία και η Φινλανδία έχουν καταθέσει πρόταση για επανεξέταση της σχετικής νομικής ρήτρας δέκα χρόνια μετά την έναρξη της λειτουργίας του Ενιαίου Ταμείου Εκκαθάρισης, με τη λογική ότι μετά τα bail-in και με το Ενιαίο Ταμείο σε πλήρη λειτουργία, η απευθείας ανακεφαλαιοποίηση από τον ESM μάλλον δεν θα χρειαστεί, οπότε γιατί να υπάρχει, έστω και στα χαρτιά;