Στην Ελλάδα, 505 άνθρωποι, δηλαδή το 0,05% του πληθυσμού, κατέχουν το 1/3 του ΑΕΠ, την ώρα που το 1/3 των Ελλήνων απειλούνται από τη φτώχια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, τονίζει ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου σε άρθρο του για το αμερικανικό CNBC, με τίτλο: «Η ανισότητα απειλεί τη Δημοκρατία».
Ο κ. Παπανδρέου αναφέρει και άλλες χαρακτηριστικές περιπτώσεις, όπως αυτή των ΗΠΑ, όπου το 1% των Αμερικανών, από το 2009, «έχει αποκομίσει το 95% των εισοδημάτων», ενώ εντυπωσιακό είναι και το στοιχείο που αφορά στον καταμερισμό του παγκόσμιου εισοδήματος». Όπως αναφέρει, επικαλούμενος πρόσφατη έρευνα της Oxfam, οι 85 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο κατέχουν τόσο πλούτο, όσο τα 3,5 δισεκατομμύρια των φτωχότερων ανθρώπων.
Ακόμα και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, το οποίο χαρακτηρίζει «ασπίδα του καπιταλισμού», προσθέτει ο κ. Παπανδρέου, «έχει υποδείξει την ανισότητα στα εισοδήματα ως το μεγαλύτερο κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία». Αναφέρεται επίσης και σε πρόσφατη δήλωση του Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος είπε ότι θα αφιερώσει το υπόλοιπο της προεδρικής θητείας του στην καταπολέμηση της ανισότητας, την οποία χαρακτήρισε ως «την καθοριστική πρόκληση των εποχών μας».
Όπως τονίζει, όλα αυτά τα διαπίστωσε και ο ίδιος ως πρωθυπουργός της Ελλάδας και αυτό επιβεβαίωσε την πίστη του ότι τα συμπτώματα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης είναι συμπτώματα ενός βαθύτερου προβλήματος, το οποίο, «μέχρι σήμερα δεν είχαμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε: Την ανισότητα».
Ο πρώην πρωθυπουργός κάνει λόγο για την «ανάδυση ενός επικίνδυνου, αναχρονιστικού καπιταλιστικού συστήματος που διαστρεβλώνει την οικονομική ανάπτυξη και διαφθείρει τους δημοκρατικούς μας θεσμούς» και προσθέτει: «Η ισχύς και η επιρροή εδραιώνονται και συγκεντρώνονται στην κορυφή του συστήματος, απορροφώντας δημόσιους πόρους προς ιδιωτικό όφελος. Τα οικονομικά οφέλη ιδιωτικοποιούνται, ενώ η χασούρα κοινωνικοποιείται. Οι πολιτικές υπαγορεύονται από πανίσχυρα ειδικά συμφέροντα και τον όποιο πανικό των αγορών».
Τονίζει ότι «οι πολίτες, δικαιολογημένα, αποξενώνονται και αγανακτούν από αυτή την έλλειψη δημοκρατικής νομιμοποίησης. Πολλοί βλέπουν την ίδια την Δημοκρατία ως μία χρεοκοπημένη έννοια και προτιμούν να απέχουν από τη συμμετοχή τους σ΄αυτή. Άλλοι στρέφονται σε ακραίες πολιτικές ομάδες, που τροφοδοτούν μια ακραία πολιτική πόλωση».
Αναφέρει επίσης: «Οι δημοκρατίες μας δεν είναι σχεδιασμένες, έτσι ώστε να λειτουργούν ισότιμα στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Για τον λόγο αυτό, τα μέτρα που θα προωθήσουν την οικονομική ανάκαμψη στη μετά-κρίση εποχή, θα πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές που προωθούν και τη δημοκρατική ανάκαμψη, την αναδιανομή όχι μόνο του πλούτου αλλά και της εξουσίας στους πολίτες. Δημοψηφίσματα, επιτροπές πολιτών, αποκεντρωμένη εξουσία και ψηφιακή δημοκρατία είναι μερικά μόνο από τα διαθέσιμα εργαλεία, ικανά να ενδυναμώσουν τις κοινωνίες μας».
Όλα αυτά, προσθέτει, πρέπει να συνοδεύονται και από πολιτικές που αφορούν, εκτός από την προοδευτική φορολογία και το ελάχιστο όριο διαβίωσης και από την επιβολή φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.