Η Διαμεσολάβηση είναι μία εναλλακτική μέθοδος εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.
Είναι διαρθρωμένη και άτυπη διαδικασία στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη μιας διαφοράς επιχειρούν με τη θέλησή τους να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την επίλυση της διαφοράς τους με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή, ο οποίος είναι ουδέτερος τρίτος.
Αυτό που πρέπει να γνωρίζει ο πελάτης είναι ότι ο Διαμεσολαβητής δεν αποφασίζει επί της διαφοράς και δεν κρίνει την υπόθεση. Δεν είναι δικαστής ούτε διαιτητής. Είναι ειδικά εκπαιδευμένος και διαπιστευμένος δικηγόρος ή άλλος επιστήμονας, ο οποίος διευκολύνει την επικοινωνία των μερών ώστε να μπορέσουν μόνα τους να βρουν μία συμφωνία. Με διαμεσολάβηση επιλύονται όλες οι διαφορές εμπορικού και αστικού δικαίου, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης.
Ενδεικτικά: Διαφορές από συμβάσεις για προϊόντα υπηρεσίες, εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, προμήθειες, εγγυήσεις, διαφορές από ιατρική αμέλεια, χρηματοοικονομικές και τραπεζικές διαφορές, μισθωτικές διαφορές, οικογενειακές διαφορές. Ωστόσο δεν διαμεσολαβούνται, φορολογικές, τελωνειακές, ή διοικητικές διαφορές ή αξιώσεις κατά του Δημοσίου.
Επίσης θα πρέπει να τονιστεί ότι μπορεί το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης να είναι εξωδικαστικό αλλά σε κάθε περίπτωση ο νόμος της Διαμεσολάβησης (Ν.3898/2010) δίνει τη δυνατότητα, αν κάποιο από τα μέρη το ζητήσει, να κατατεθεί η συμφωνία με το πρακτικό της Διαμεσολάβησης στο δικαστήριο, οπότε αποκτά ισχύ τίτλου εκτελεστού. Με άλλα λόγια σε λίγες ώρες μπορείς να έχεις στα χέρια σου το ισοδύναμο, ως προς τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης (κατάσχεση κ.λπ.), με μια διαταγή πληρωμής, δικαστική απόφαση συμβολαιογραφικό έγγραφο. Τα οφέλη είναι τα εξής:
1. Με τη Διαμεσολάβηση κερδίζεται άπειρος χρόνο, καθώς μπορεί να οργανωθεί, να διεξαχθεί και να ολοκληρωθεί εντός λίγων ωρών (συνήθως 10 ώρες περίπου είναι αρκετές). Αυτό σημαίνει ότι με βάση τη συμφωνία στην οποία καταλήγουν τα μέρη επί χρηματικής π.χ. διαφοράς η συναλλαγή τους ολοκληρώνεται άμεσα, σε αντίθεση με τη δικαστηριακή πρακτική όπου, ως γνωστόν, μία διαφορά εμπορικού ή αστικού δικαίου συνήθως απαιτεί χρόνο πέντε με οκτώ έτη για να τελεσιδικήσει.
2. Η Διαμεσολάβηση έχει πολύ μικρότερο και κυρίως εντελώς ελεγχόμενο κόστος, καθώς δεν απαιτεί δικαστικά ένσημα και τα λοιπά δικαστικά έξοδα.
3. Αμεση εκτελεστότητα της συμφωνίας.
4. Αποτελεσματικότητα και συνέχιση της επιχειρηματικής ή άλλης συνεργασίας διατήρησης των σχέσεων των μερών.
5. Πιθανότητα επίλυσης και των υπολοίπων θεμάτων που συνδέονται με τη διαφορά, δημιουργία εναλλακτικών λύσεων με σκοπό το κοινό κέρδος.
6. Μη δεσμευτικό χαρακτήρα της διαδικασίας, όποτε επιθυμούν τα μέρη μπορούν να αποχωρήσουν.
Οι διαμεσολαβητές βρίσκονται στον επίσημο κατάλογο των Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών του υπουργείου Δικαιοσύνης, καθώς και στους επιμέρους καταλόγους εταιρειών και φορέων που προωθούν τη διαμεσολάβηση ως θεσμό στην Ελλάδα, όπως οι αστικές ή κερδοσκοπικές εταιρείες, το δίκτυο εμπορικής διαμεσολάβησης και το κέντρο οικογενειακής διαμεσολάβησης.