Με τέσσερις βασικές αλλαγές γράφεται ξανά το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για τα «κόκκινα» δάνεια των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες η πρώτη αφορά στο ότι το σκέλος των ρυθμίσεων των χρεών προς το Δημόσιο θα είναι ίδιο με τις αντίστοιχες των υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας, η δεύτερη στην αύξηση των ποσοστών διαγραφής των προστίμων και προσαυξήσεων προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, η τρίτη στη διεύρυνση των κριτηρίων υπαγωγής των μικρών επιχειρήσεων και η τέταρτη στον κύριο λόγο που θα έχει το κράτος για τη ρύθμιση χρεών από ένα ύψος και πάνω.
Πιο συγκεκριμένα, ο υπουργός Ανάπτυξης Νίκος Δένδιας έχει έτοιμες τις διατάξεις του νέου νομοσχεδίου το οποίο θα παρουσιαστεί στην τρόικα και εφόσον δεν υπάρχουν αντιρρήσεις θα ανακοινωθεί και θα κατατεθεί στη Βουλή μέσα στον Νοέμβριο.
Στόχος του θεσμικού πλαισίου είναι να αναδιαρθρωθούν οι υπερήμερες οφειλές προς τις τράπεζες, εφόσον η καθυστέρησή της πληρωμής των δόσεων ξεπερνά τις 180 ημέρες, και από τη στιγμή που τα ληξιπρόθεσμα χρέη δημιουργήθηκαν την περίοδο της κρίσης. Είναι πιθανό η χρονική διάρκεια να εκτείνεται από την 1η Ιανουαρίου του 2010 μέχρι και τις 31 Οκτωβρίου του 2014.
Οι τράπεζες σε αυτό το σημείο έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε οποιοδήποτε μέτρο αναδιάρθρωσης θέλουν. Ακόμη και στη διαγραφή μέρους της οφειλής, του κεφαλαίου, με την ταυτόχρονη παροχή 12μηνης περιόδου χάριτος ως προς τους τόκους, αλλά και τη χορήγηση 24μηνης περιόδου με ευνοϊκότερο επιτόκιο στο 4,56%. Παράλληλα, μπορούν να αποφασίζουν για το υπόλοιπο μέρος του δανείου δόσεις ακόμη και άνω των 10 ετών.
Οι επιχειρήσεις που γνωρίζουν την αναδιάρθρωση των «κόκκινων» δανείων τους αποκτούν και το δικαίωμα διαγραφής και ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων χρεών τους προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Από κει και πέρα στο νομοσχέδιο γίνεται μία κατηγοριοποίηση των επιχειρήσεων που μπορούν να υπαχθούν με βάση τον τζίρο και τον αριθμό των εργαζομένων τους. Ανάλογα με το μέγεθός τους θα ακολουθούνται και συγκεκριμένα βήματα ως προς το ποιος θα παίρνει απόφαση για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις.
Έτσι, η μία κατηγορία είναι οι μικρές επιχειρήσεις, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι. Στο σημείο αυτό γίνεται και η πρώτη αλλαγή σε σχέση με το προηγούμενο νομοσχέδιο που είχε δει το φως της δημοσιότητας. Πληροφορίες λένε, ότι δικαίωμα υπαγωγής θα έχουν επιχειρήσεις με τζίρο μέχρι 2 εκατ. ευρώ, (έναντι 900.000 ευρώ) και με αριθμό εργαζομένων σίγουρα πάνω από εννέα, ίσως μέχρι και 15 ή 20. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να καλυφθούν περισσότερες επιχειρήσεις από 100.000 που υπολογίζονταν με βάση τις προηγούμενες διατάξεις σε 160.000. Τα «κόκκινα» δάνεια των επιχειρήσεων αυτών εκτιμώνται σε 6 με 8 δισ. ευρώ από 5 με 7 δισ. ευρώ.
Οι επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας θα προσέρχονται αυτοβούλως στις τράπεζες και θα υποβάλουν αίτημα υπαγωγής στις ρυθμίσεις. Οι τράπεζες θα προχωρούν ουσιαστικά σε τεστ βιωσιμότητας των εταιρειών προκειμένου να αποφασίζουν ή όχι την αναδιάρθρωση των «κόκκινων» δανείων τους αλλά και με ποιο τρόπο θα την κάνουν. Οι ίδιες οι τράπεζες θα αποφασίζουν και σε ποια κατηγορία από τις ρυθμίσεις των οφειλών προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία θα βάζουν τις επιχειρήσεις.
Στο σημείο αυτό έρχεται η δεύτερη αλλαγή. Ο αριθμός των δόσεων δεν θα είναι μέχρι 120 αλλά έως 100. Αυτός θα κλιμακώνεται όπως και το ποσοστό διαγραφής προστίμων και προσαυξήσεων. Ουσιαστικά θα εφαρμόζεται η ρύθμιση των χρεών που ανακοίνωσαν τα υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας.
Η τρίτη αλλαγή έρχεται στα ποσοστά της διαγραφής. Αυτά θα είναι υψηλότερα σε σχέση με εκείνα που προβλέπονται στις ρυθμίσεις των υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας.
Σε σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν το μεγαλύτερο ποσό των «κόκκινων» δανείων και είναι γύρω στις 10.000 με καθυστερούμενες δόσεις της τάξης των 33 με 35 δισ. ευρώ οι τρόποι αναδιάρθρωσης είναι ίδιοι με εκείνους των μικρών επιχειρήσεων.
Ωστόσο, η διαφορά έχει να κάνει με το ύψος των οφειλών προς το δημόσιο.
Στο σημείο αυτό έρχεται η τέταρτη αλλαγή του νομοσχεδίου. Καθορίζεται ένα συγκεκριμένο ύψος οφειλών, όπου από κει και πάνω θα απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του κράτους για τον τρόπο ρύθμισής του. Κι αυτό γίνεται προκειμένου να περιοριστούν περιπτώσεις χαριστικών ρυθμίσεων με ανεπανόρθωτες ζημιές για τα κρατικά έσοδα αλλά και για τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων.
Σε δύο κατηγορίες οι μεγάλες επιχειρήσεις
Η πρώτη αφορά στην υπαγωγή στην έκτακτη διαδικασία ρύθμισης των υποχρεώσεων, η οποία δεν θα είναι δεσμευτική για όλους τους πιστωτές.
Σε αυτήν την περίπτωση προβλέπεται πως κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα και εφόσον έχει το κέντρο των συμφερόντων του στην Ελλάδα μπορεί να αιτείται προς το αρμόδιο δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο) τη ρύθμιση των υποχρεώσεών του. Απαιτείται όμως σε αυτή να συναινούν πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 50% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το 30% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων ή με άλλης μορφής εξασφαλιστική συμφωνία ως προς περιουσιακό στοιχείο. Επίσης χρειάζεται να συναινούν δύο ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα (συμπεριλαμβανομένων εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης ή πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων) και οι απαιτήσεις τους εκπροσωπούν ποσό ίσο τουλάχιστον προς 30% του συνόλου των απαιτήσεων.