Μία βόλτα στους διαδρόμους των σούπερ μάρκετ θα πείσει και τον πιο δύσπιστο. Η κυριαρχία των πολυεθνικών στα ράφια διευρύνεται μέρα με την ημέρα.
Στην πραγματικότητα, το περίφημο "καλάθι της νοικοκυράς" γίνεται καθε μέρα όλο και πιο ευάλωτο στα σχέδια, όχι μόνο των πολυεθνικών των τροφίμων, αλλά και των κερδοσκόπων των αγορών, οι οποίοι παίζουν στοιχήματα με τη μορφή παραγώγων με τις τιμές των τροφίμων, αλλά και των άλλων πρώτων υλών της βιομηχανίας τροφίμων και άλλων καταναλωτικών προϊόντων.
Σε έρευνά που δημοσιοποίησε πριν δύο χρόνια η ΜΚΟ Όξφαμ, κατήγγειλε ότι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι, όπως η Deutsche Bank ή ασφαλιστικοί κολοσσοί όπως η Allianz, συμπράττουν σε ένα αθέμιτο παιχνίδι αυξομείωσης των τιμών τροφίμων. Τράπεζες, επενδυτικοί οργανισμοί αλλά και πολλά από τα λεγόμενα hedge funds, μετέχουν σε ένα είδος στοιχήματος, σχετικά με την εξέλιξη του ύψους των τιμών συγκεκριμένων διατροφικών ειδών. Πρόκειται για μία αδιαφανή διαδικασία, η οποία οδηγεί στην εισροή δισεκατομμυρίων δολαρίων στα ταμεία τους. Σύμφωνα με στοιχεία της Όξφαμ, περίπου 11 δισ. ευρώ επενδύονται κάθε χρόνο σε στοιχήματα σχετικά με τις τιμές των τροφίμων στη γερμανική αγορά.
Στην πραγματικότητα, ο αγώνας για διατροφική επάρκεια έχει περάσει από τους παραγωγούς -καλλιεργητές και τους εμπόρους στα χέρια κρατών, πολυεθνικών εταιριών, χρηματοπιστωτικών φορέων, που εκμεταλλεύονται προς όφελός τους τις διατροφικές ανάγκες, διαμορφώνοντας σε μεγάλο ποσοστό και τις γεωπολιτικές ισορροπίες του πλανήτη μας. ΄Ισως η αγορά τροφίμων μπορεί να θεωρηθεί ως η τυπική περίπτωση διαπλοκής, που περιλαμβάνει: χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, hedge funds, πολυεθνικές, ΜΚΟ, διεθνείς οργανισμούς, ιδρύματα δισεκατομμυριούχων, αυταρχικές, ολιγαρχικές, φασιστικές, αλλά και δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Όλα αυτά μπλεγμένα με έναν τρόπο αλληλοεξάρτησης, επιβολής και καταπίεσης, με στόχο όχι μόνο τα χρηματοοικονομικά κέρδη, αλλά και τα γεωπολιτικά.
Η... επανάσταση
Η πιο σημαντική αλλαγή που σηματοδότησε η παγκοσμιοποιημένη οικονομία, είναι ότι μετέφερε την αγροτική παραγωγή από το χωράφι στα διεθνή χρηματιστήρια και τις χρηματαγορές. Στα πλαίσια αυτά, οι συμβάσεις μεταξύ παραγωγών και εμπόρων μετατράπηκαν σε παράγωγα αγροτικών προϊόντων και αυτά με τη σειρά τους παρείχαν τη δυνατότητα για ένα χρηματιστηριακό τζόγο με έπαθλο όχι μόνο κέρδη, αλλά και ανθρώπινες ζωές, οι οποίες είναι άμεσα συνδεδεμένες με την πολιτική ισχύ. Ίσως είναι η πιο τυπική περίπτωση δημιουργίας φούσκας, την οποία τελικά κάποιοι την πληρώνουν με την εξαθλίωση, κάποιοι άλλοι με την πείνα, κάποιοι με την ανέχεια και κάποιοι με κέρδη.
Οι αριθμοί είναι συγκλονιστικοί και πειστικοί συνάμα: Η μεταφορά κεφαλαίων από το χρηματοπιστωτικό τομέα, στον τομέα των παραγώγων τροφίμων, παρουσίασε μια αύξηση της τάξης του 40% – 80%, ανάλογα με το προϊόν, σε σχέση με το 2008. Τα συμβόλαια με τους παραγωγούς μετατρέπονται σε χρηματιστηριακούς τίτλους και επηρεάζουν τη διαμόρφωση του γενικού επιπέδου τιμών των αγροτικών προϊόντων.
Οι μεγαλύτεροι επενδυτές στα χρηματιστήρια αγροτικών προϊόντων, στη συμβολαιακή γεωργία και στην αγορά βιοκαυσίμων, προέρχονται από το χρηματοπιστωτικό και ασφαλιστικό χώρο (Deutsche Bank, Barclays, ABP, Allianz, BNP Paribas, Generali, HSBC, Lloyd’s, Unicredit, AXA, Credit Agricole), από το χώρο παραγωγής γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών (Monsanto, Syngenta), από τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη διακίνηση πρώτων υλών και τροφίμων (Cargill, ADM, Con-Agra, Bunge, Charoen, Noble Group, Sinochem), από τις αλυσίδες διανομής τροφίμων (Tesco, Carrefour, Wal-Mart) και από τις εταιρείες φυτοπροστατευτικών προϊόντων όπως DuPont, Chevron κ.α.
Κέρδη - ρεκόρ
Μόνο τυχαίο δεν θα πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός, ότι οι χρονιές διατροφικής κρίσης είναι ταυτόχρονα και οι χρονιές που εταιρείες διατροφικών προϊόντων σημειώνουν κέρδη – ρεκόρ. Και φυσικά σε αυτό το μεγάλο χρηματιστήριο πλούτου και γεωπολιτικής ισχύος, οι δυνατοί μπορούν να επιβάλλουν τη βούλησή τους στους αδύνατους, με όπλο την πείνα. Οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Γερμανία, αλλά και μικρότερα κράτη όπως η Ολλανδία (εντός Ε.Ε.) και η Ελβετία (εκτός Ε.Ε.), έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη γεωπολιτική βαρύτητα λόγω της δυναμικής παρουσίας τους στον τομέα ελέγχου των πηγών διατροφής. Η επιρροή που μπορούν να ασκήσουν αυτά τα κράτη στη διαμόρφωση των πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων στις εξαρτώμενες από αυτά χώρες, είναι καθοριστική. Ελέγχοντας μέσω των ιδιωτικών ή και κρατικών εταιρειών τους τις πηγές διατροφής μεγάλων αριθμητικά πληθυσμών, διαμορφώνουν ένα νέο και εξαιρετικά ασφυκτικό πλαίσιο διεθνών σχέσεων με τις εξαρτώμενες χώρες.