Ενα επικίνδυνο «τσουνάμι» που απειλεί την οικονομία, καλείται να αντιμετωπίσει τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση η οποία δίνει το σήμα για «επανεκκίνηση» της χώρας, όμως, πρέπει πρώτα να εξουδετερώσει τη «βόμβα» της καθημερινότητας.
Οι παραινέσεις του Αλέξη Τσίπρα στους υπουργούς να «σηκώσουν τα μανίκια» και να επικεντρωθούν στην ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας έγιναν υπό το βάρος της κατάστασης που βιώνουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Και υπό τον φόβο μιας εσωτερικής στάσης πληρωμών η οποία, έτσι κι αλλιώς, στα χρόνια των μνημονίων έχει πάρει εφιαλτικές διαστάσεις.
Την ίδια στιγμή που γίνονται αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις για το δημόσιο χρέος που έχει φτάσει τα 320 δισ. ευρώ, το ιδιωτικό χρέος προκαλεί τρόμο, ειδικά από τη στιγμή που όλοι εκτιμούν ότι τα νέα φορολογικά μέτρα και οι περικοπές στα εισοδήματα των πολιτών θα οδηγήσουν σε νέα «έκρηξη» των απλήρωτων φόρων και σε δραματική αύξηση των ληξιπρόθεσμων δανείων.
Την ίδια στιγμή που τα νοικοκυριά στενάζουν από τα έξι μνημονιακά χρόνια και τη βαθιά ύφεση της οικονομίας, σε δραματική κατάσταση βρίσκονται και οι επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες. Αδυναμία καταβολής μισθών, μεγάλα χρέη σε τράπεζες και Ταμεία, ακόμη και δυσκολία στην κάλυψη καθημερινών δαπανών, όπως τα ενοίκια. Τα πρόσφατα λουκέτα στην «Ηλεκτρονική Αθηνών», στο βιβλιοπωλείο «Παπασωτηρίου», στο ξενοδοχείο Athens Ledra και στην εταιρεία σεκιούριτι «Πυρσός» είναι η κορυφή του παγόβουνου.
Ο επιχειρηματικός χάρτης της χώρας αλλάζει δραματικά εξαιτίας των υπέρογκων χρεών και πολλοί φοβούνται ότι χιλιάδες εταιρείες βρίσκονται ήδη στο χείλος του γκρεμού. Τα στοιχεία που αντικατοπτρίζουν την πραγματική κατάσταση της οικονομίας τρομάζουν και «σαμποτάρουν» εξ αρχής την προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση να γυρίσει σελίδα, να επιστρέψει η οικονομία στην ανάπτυξη, να έρθουν επενδύσεις.
• Οι Ελληνες, ιδιώτες και επιχειρήσεις, χρωστούν συνολικά στις τράπεζες περί τα 220 δισ. ευρώ. Μόνο τα στεγαστικά - καταναλωτικά δάνεια και οι κάρτες ξεπερνούν τα 93 δισ. ευρώ. Περί τα 96 δισ. είναι οι οφειλές των νομικών προσώπων στις τράπεζες.
• Το σύνολο των «κόκκινων» δανείων ξεπερνά πλέον τα 108 δισ. ευρώ, δηλαδή περί το 50% του συνόλου της τραπεζικής χρηματοδότησης. Το εντυπωσιακό είναι ότι πριν από την κρίση, το 2008, το ποσοστό ήταν μόλις 5%! Σε μια οκταετία δηλαδή δημιουργήθηκε ένα ανυπέρβλητο «βουνό» χρεών που οδήγησε εν πολλοίς και στην κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και την ανάγκη για ανακεφαλαιοποίηση, δύο φορές μάλιστα.
• Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο εκτινάχθηκαν στα 88,5 δισ. ευρώ, αυξανόμενα κατά μέσο όρο 700 εκατ. με 1 δισ. τον μήνα! Το 2007, στην εποχή των «παχιών αγελάδων» ήταν μόλις 30 δισ. ευρώ, δηλαδή σε μια δεκαετία αυξήθηκαν σχεδόν 60 δισ. Αδυναμία πληρωμής φόρων από οικονομικά αδύναμους; Επαγγελματίες «φοροφυγάδες»; Σε κάθε περίπτωση τα ταμεία του κράτους έχουν αδειάσει με την εισπραξιμότητα των φόρων να έχει πέσει κάτω από 50%. Για κάθε 100 ευρώ δηλαδή που βεβαιώνονται, εισπράττονται λιγότερα από 50 ευρώ!
• Δραματική είναι η κατάσταση και με τις οφειλές στα ταμεία. Οι εισφορές που χρωστούν χιλιάδες εργαζόμενοι και επιχειρήσεις έχουν αγγίξει τα 30 δισ. ευρώ με τα βεβαιωμένα χρέη στο ΚΕΑΟ να είναι 15,5 δισ. ευρώ.
• Ραγδαία είναι η αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών και στις ΔΕΚΟ. Η ΔΕΗ έχει ανακοινώσει «φέσια» ύψους 2,7 δισ. ευρώ, αυξανόμενα κατά 100 εκατ. ευρώ τον μήνα. Ενώ και στην ΕΥΔΑΠ δεν έχουν πληρωθεί λογαριασμοί 180 εκατ. ευρώ.
Και ο δραματικός λογαριασμός δεν σταματά εδώ αφού εκτός από τους πολίτες και τις εταιρείες και το ίδιο το Δημόσιο χρωστά με τη σειρά του. Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς τρίτους ανέρχονται σε 7 δισ. ευρώ, ενώ μόνο ο ΕΟΠΥΥ έχει οφειλές σε προμηθευτές και νοσοκομεία σχεδόν 2 δισ. ευρώ.
Στον επιχειρηματικό τομέα η κατάσταση γίνεται όλο και χειρότερη.
1. Από τον Ιανουάριο πάνω από 10.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις έκλεισαν, ενώ συνολικά κατέβασαν ρολά σχεδόν 15,5 χιλιάδες. Ο αριθμός είναι αυξημένος κατά 45,9% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2015.
2. 21.000 επιχειρήσεις βρίσκονται στο όριο της επιβίωσης, ενώ 63.000 έχουν πολύ χαμηλό δείκτη επιβίωσης.
3. Τα τελευταία οκτώ χρόνια λειτουργούν 250.000 λιγότερες επιχειρήσεις, που απασχολούσαν συνολικά 800.000 εργαζομένους.
4. Τέλος, σχεδόν 1 εκατ. εργαζόμενοι πληρώνονται με καθυστέρηση, από λίγους μήνες έως ενάμιση χρόνο, ζώντας σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και με το φόβο ενός «κανονιού».
Παρά το γεγονός ότι θα μπορούσε κάποιος να αντιπαραβάλει το «λίπος» που διαθέτουν οι Ελληνες, δηλαδή καταθέσεις άνω των 120 δισ. στις τράπεζες, περί τα 30 • 40 δισ. κρυμμένα στα σεντούκια κι άγνωστο ποσό στο εξωτερικό, η αλήθεια είναι ότι η κατάσταση της οικονομίας είναι δραματική. Το «εύφλεκτο υλικό» που έχει συσσωρευτεί χρειάζεται μόνο μια σπίθα για να τινάξει τα πάντα στον αέρα. Πολλοί φοβούνται, και εντός της κυβέρνησης, ότι τα νέα υφεσιακά μέτρα απλά θα χειροτερεύουν την κατάσταση και θα καταστήσουν αδύνατη τη λειτουργία του κράτους. Αλλωστε, μια νέα έκρηξη ληξιπρόθεσμων και «κόκκινων» δανείων είναι σίγουρο ότι ούτε τα δημόσια ταμεία, ούτε οι τράπεζες μπορούν να αντέξουν.
Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η κυβέρνηση, αλλά και όλο το πολιτικό σύστημα πρέπει να δείξει περισσότερο ενδιαφέρον στην εσωτερική «βόμβα χρέους» παρά στο δημόσιο ελληνικό χρέος, χωρίς βεβαίως να υποβαθμίζει κανείς τη σπουδαιότητά του.
Διπλή διέξοδος από το τέλμα
Δύο είναι τα δεδομένα για την οικονομία από εδώ και στο εξής: Το ένα είναι κράτος και τράπεζες να αναγκαστούν να προχωρήσουν σε γενναίες διαγραφές χρεών, να «ξεσκαρτάρουν» τους πραγματικά αδύναμους, να πληρωθούν από τους «τζαμπατζήδες», να κυνηγήσουν τη φοροδιαφυγή και να χτυπήσουν με κάθε τρόπο την παραοικονομία. Σύμφωνα με τις μελέτες η επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών θα απέφερε 1,5 δισ. ευρώ ετησίως από τον ΦΠΑ και οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν να μειώσουν το κόστος λειτουργίας τους άλλο τόσο.
Το δεύτερο είναι να υπάρξει ταχύτατη ανάπτυξη της οικονομίας, μεγάλες και μικρές επενδύσεις, χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και αύξηση των εισοδημάτων των πολιτών. Ο συνδυασμός των δύο δεδομένων θα μπορούσε να είναι ιδανικός για να σταθεί ξανά στα πόδια της η χώρα, αλλιώς η στασιμοχρεοκοπία θα είναι για χρόνια το κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας.