Το θέμα της πλήρους κάλυψης όσων έχουν εγγυηθεί για δάνεια τα οποία δεν εξυπηρετούνται ή μπορεί να καταστούν μη εξυπηρετούμενα μελλοντικά, έρχεται στο προσκήνιο ενόψει του νέου γύρου μείωσης των "κόκκινων" δανείων από τις τράπεζες.
Μετά την υποβολή στον SSM της νέας απαιτητικότερης στοχοθεσίας για τη μείωση των NPEs/NPLs στην τριετία 2019 – 2021, οι τράπεζες μπαίνουν σε μία πολύ δυναμικότερη φάση κινήσεων για την ανάκτηση οφειλών από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αγγίζοντας πλέον και τα στεγαστικά δάνεια.
Μέχρι σήμερα, οι τράπεζες στρέφονταν εύκολα στους εγγυητές προκειμένου να καλύψουν οφειλές των αμέσων δανειοληπτών, καθώς οι πρώτοι παρέμεναν, κατά κανόνα, πιο αξιόχρεοι. Έτσι, οι τράπεζες δεν εξαντλούσαν κάθε δυνατότητα ώστε να εισπράξουν από τους πρωτοφειλέτες και οι εγγυητές έρχονταν σε δυσμενέστερη θέση.
Με το προηγούμενο αυτό και την επικείμενη δραστικότερη διεκδίκηση οφειλών από τις τράπεζες, το θέμα της πλήρους κάλυψης των εγγυητών έρχεται επιτακτικά στο προσκήνιο, δεδομένου ότι ο πληθυσμός τους είναι τουλάχιστον διπλάσιος από αυτόν των πρωτοφειλετών.
Έχοντας εγγυηθεί συχνά σε περισσότερα από ένα δάνεια (σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη διαδικασία των πλειστηριασμών οι συμβολαιογράφοι διαπιστώνουν περιπτώσεις όπου ο ίδιος εγγυητής έχει εγγυηθεί για 6 – 7 δάνεια) ή επειδή για κάθε δάνειο οι τράπεζες ζητούσαν συνήθως δύο εγγυητές, οι εγγυητές μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν χάσει τον ύπνο τους, αφού υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις που δεν τυγχάνουν μέριμνας από τον νόμο.
Παράλληλα, υπάρχει άγνοια για την προστασία που τους παρέχει ο νόμος, όπως αυτός τροποποιήθηκε με τις αλλαγές στο νόμο Κατσέλη. Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις εγγυητών, οι οποίοι αποδέχτηκαν την ευθύνη της εγγύησης σε μία χρονική στιγμή κατά την οποία το αξιόχρεό τους ήταν υψηλότερο από εκείνο του δανειολήπτη και σήμερα βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση από τον δανειολήπτη.
Όπως υπολογίζεται, εκτός προστασίας από τον νόμο παραμένει ποσοστό 20% των εγγυητών, οι οποίοι σπεύδουν στα Κέντρα Υποστήριξης Δανειοληπτών προκειμένου να βγάλουν άκρη με την περίπτωσή τους. Ωστόσο, και στο υπόλοιπο 80% των εγγυητών που έχουν καλύψει οι αλλαγές στο νόμο Κατσέλη, υπάρχει σύγχυση για το αν προστατεύονται.
Η κάλυψη των εγγυητών μη εξυπηρετούμενων δανείων ήταν θέμα της διαπραγμάτευσης με τους "θεσμούς" στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης. Στο πολυνομοσχέδιο που περιελάμβανε και τις αλλαγές στο νόμο Κατσέλη, προβλέφθηκαν επίσης διατάξεις για την κάλυψη των εγγυητών, οι οποίες, ωστόσο, φαίνεται ότι δεν είναι εις γνώσιν πολλών εγγυητών.
Ειδικότερα, έχει ψηφιστεί διάταξη με την οποία η ευθύνη του εγγυητή περιορίστηκε στην ευθύνη του πρωτοφειλέτη. Πράγμα που σημαίνει ότι η ευνοϊκή ρύθμιση και το "κούρεμα" της οφειλής που θα λαμβάνει ο οφειλέτης, θα αφορά αυτόματα και τον εγγυητή.
Επομένως, οι τράπεζες δεν μπορούν πλέον να απευθύνονται στον εγγυητή, ζητώντας το σύνολο της οφειλής του δανειολήπτη, όπως συνέβαινε μέχρι πρότινος (όπου π.χ. οφειλέτης είχε πάρει δάνειο 100.000 ευρώ, είχε υπαχθεί στον νόμο Κατσέλη και το δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι μπορεί συνολικά να αποπληρώσει στην τράπεζα 70.000 ευρώ και η τράπεζα απευθυνόταν στον εγγυητή, ζητώντας το σύνολο των 100.000 ευρώ του δανείου).
Παράλληλα, πλέον ο εγγυητής μπορεί να αντικαταστήσει τον πρωτοφειλέτη. Η συγκεκριμένη δυνατότητα που έχει δώσει ο πρόσφατος νόμος αφορά π.χ. περιπτώσεις νέων ζευγαριών που έπαιρναν στεγαστικό δάνειο με εγγυητές τους γονείς.
Όταν για λόγους π.χ. ανεργίας των παιδιών – δανειοληπτών, εμφανίζονταν στην τράπεζα για να αναλάβουν την αποπληρωμή του δανείου οι γονείς – εγγυητές, οι τράπεζες αρνούνταν την υποκατάσταση των δανειοληπτών από τους εγγυητές! Πλέον αυτό δεν ισχύει και ο εγγυητής μπορεί να αναλάβει ο ίδιος το χρέος του πρωτοφειλέτη.
Μετά την υποβολή στον SSM της νέας απαιτητικότερης στοχοθεσίας για τη μείωση των NPEs/NPLs στην τριετία 2019 – 2021, οι τράπεζες μπαίνουν σε μία πολύ δυναμικότερη φάση κινήσεων για την ανάκτηση οφειλών από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αγγίζοντας πλέον και τα στεγαστικά δάνεια.
Μέχρι σήμερα, οι τράπεζες στρέφονταν εύκολα στους εγγυητές προκειμένου να καλύψουν οφειλές των αμέσων δανειοληπτών, καθώς οι πρώτοι παρέμεναν, κατά κανόνα, πιο αξιόχρεοι. Έτσι, οι τράπεζες δεν εξαντλούσαν κάθε δυνατότητα ώστε να εισπράξουν από τους πρωτοφειλέτες και οι εγγυητές έρχονταν σε δυσμενέστερη θέση.
Με το προηγούμενο αυτό και την επικείμενη δραστικότερη διεκδίκηση οφειλών από τις τράπεζες, το θέμα της πλήρους κάλυψης των εγγυητών έρχεται επιτακτικά στο προσκήνιο, δεδομένου ότι ο πληθυσμός τους είναι τουλάχιστον διπλάσιος από αυτόν των πρωτοφειλετών.
Έχοντας εγγυηθεί συχνά σε περισσότερα από ένα δάνεια (σύμφωνα με πληροφορίες, κατά τη διαδικασία των πλειστηριασμών οι συμβολαιογράφοι διαπιστώνουν περιπτώσεις όπου ο ίδιος εγγυητής έχει εγγυηθεί για 6 – 7 δάνεια) ή επειδή για κάθε δάνειο οι τράπεζες ζητούσαν συνήθως δύο εγγυητές, οι εγγυητές μη εξυπηρετούμενων δανείων έχουν χάσει τον ύπνο τους, αφού υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις που δεν τυγχάνουν μέριμνας από τον νόμο.
Παράλληλα, υπάρχει άγνοια για την προστασία που τους παρέχει ο νόμος, όπως αυτός τροποποιήθηκε με τις αλλαγές στο νόμο Κατσέλη. Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις εγγυητών, οι οποίοι αποδέχτηκαν την ευθύνη της εγγύησης σε μία χρονική στιγμή κατά την οποία το αξιόχρεό τους ήταν υψηλότερο από εκείνο του δανειολήπτη και σήμερα βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση από τον δανειολήπτη.
Όπως υπολογίζεται, εκτός προστασίας από τον νόμο παραμένει ποσοστό 20% των εγγυητών, οι οποίοι σπεύδουν στα Κέντρα Υποστήριξης Δανειοληπτών προκειμένου να βγάλουν άκρη με την περίπτωσή τους. Ωστόσο, και στο υπόλοιπο 80% των εγγυητών που έχουν καλύψει οι αλλαγές στο νόμο Κατσέλη, υπάρχει σύγχυση για το αν προστατεύονται.
Η κάλυψη των εγγυητών μη εξυπηρετούμενων δανείων ήταν θέμα της διαπραγμάτευσης με τους "θεσμούς" στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης. Στο πολυνομοσχέδιο που περιελάμβανε και τις αλλαγές στο νόμο Κατσέλη, προβλέφθηκαν επίσης διατάξεις για την κάλυψη των εγγυητών, οι οποίες, ωστόσο, φαίνεται ότι δεν είναι εις γνώσιν πολλών εγγυητών.
Ειδικότερα, έχει ψηφιστεί διάταξη με την οποία η ευθύνη του εγγυητή περιορίστηκε στην ευθύνη του πρωτοφειλέτη. Πράγμα που σημαίνει ότι η ευνοϊκή ρύθμιση και το "κούρεμα" της οφειλής που θα λαμβάνει ο οφειλέτης, θα αφορά αυτόματα και τον εγγυητή.
Επομένως, οι τράπεζες δεν μπορούν πλέον να απευθύνονται στον εγγυητή, ζητώντας το σύνολο της οφειλής του δανειολήπτη, όπως συνέβαινε μέχρι πρότινος (όπου π.χ. οφειλέτης είχε πάρει δάνειο 100.000 ευρώ, είχε υπαχθεί στον νόμο Κατσέλη και το δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι μπορεί συνολικά να αποπληρώσει στην τράπεζα 70.000 ευρώ και η τράπεζα απευθυνόταν στον εγγυητή, ζητώντας το σύνολο των 100.000 ευρώ του δανείου).
Παράλληλα, πλέον ο εγγυητής μπορεί να αντικαταστήσει τον πρωτοφειλέτη. Η συγκεκριμένη δυνατότητα που έχει δώσει ο πρόσφατος νόμος αφορά π.χ. περιπτώσεις νέων ζευγαριών που έπαιρναν στεγαστικό δάνειο με εγγυητές τους γονείς.
Όταν για λόγους π.χ. ανεργίας των παιδιών – δανειοληπτών, εμφανίζονταν στην τράπεζα για να αναλάβουν την αποπληρωμή του δανείου οι γονείς – εγγυητές, οι τράπεζες αρνούνταν την υποκατάσταση των δανειοληπτών από τους εγγυητές! Πλέον αυτό δεν ισχύει και ο εγγυητής μπορεί να αναλάβει ο ίδιος το χρέος του πρωτοφειλέτη.