Στο 4,4% του ΑΕΠ διαμορφώθηκε το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 σε όρους Eurostat. Ο λόγος για τον τρόπο μέτρησης των πλεονασμάτων που είναι κοινός ανά την ΕΕ και ανακοινώθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ. Ο στόχος του Προϋπολογισμού ήταν για πρωτογενές πλεόνασμα 4,1% του ΑΕΠ.
Η εν λόγω μέτρηση διαφέρει σε κάποια σημεία από το γνωστό "μετά-προγραμματικό" πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο σύμφωνα με ανακοίνωση του ΥΠΟΙΚ υπολογίζεται ότι θα κινηθεί περί το 3,9% του ΑΕΠ, έναντι στόχου στον Προϋπολογισμό για 3,98% του ΑΕΠ.
Τα σημερινά στοιχεία πιστοποιούν ότι για 4η χρονιά υπάρχει υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου. Επιβεβαιώνεται έτσι η υπερβολική "αφαίμαξη" της αγοράς και των πολιτών από τα "χαράτσια" και από τις συνεχείς περικοπές δαπανών.
Το υπερπλεόνασμα αποτελεί ωστόσο και τον "Δούρειο Ίππο" της κυβέρνησης για το αίτημα προς τον ESM περί πρόωρης αποπληρωμής μέρους του δανείου του ΔΝΤ.
Σημειώνεται ότι για το 2019 ο στόχος του Προϋπολογισμού είναι πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% του ΑΕΠ σε όρους Eurostat και 3,6% σε όρους "μετά-προγραμματικής" εποπτείας.
Μεγάλη αύξηση του χρέους
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ (Δημοσιονομικά στοιχεία - 1η κοινοποίηση) το ακαθάριστο ενοποιημένο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2018 εκτιμάται στα 334,6 δισ. ευρώ, (181,1% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος), έναντι 317.48 δισ. ευρώ στο τέλος του 2017 (176,2% του ΑΕΠ). Ο λόγος για μία πολύ μεγάλη αύξηση η οποία αιτιολογείται και από το "μαξιλάρι" διαθεσίμων του ESM.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2018 σε όρους Eurostat (ESA 2010), εκτιμάται στα 2 δισ. ευρώ (1,1% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος). Αναφέρεται και "διόρθωση" 0,1% στο πλεόνασμα του 2017 που οφείλεται " κυρίως σε επικαιροποιημένα στοιχεία και σε μεθοδολογικές αλλαγές στην ταξινόμηση κάποιων ειδικών συναλλαγών".
Σύμφωνα μάλιστα με το ανάλογο δελτίο τύπου που ανακοίνωσε και η Eurostat, sτο τέλος του 2018, το χαμηλότερο χρέος ανά την ΕΕ το είχε η Εσθονία (8,4%), το Λουξεμβούργο (21,4%), τη Βουλγαρία (22,6%), την Τσεχία (32,7%), τη Δανία (34,1% %).
Αντιθέτως, 14 κράτη μέλη είχαν λόγο δημόσιου χρέους υψηλότερο από το 60% του ΑΕΠ. Πιο υψηλό ήταν στην Ελλάδα (181,1%), στην Ιταλία (132,2%), στην Πορτογαλία (121,5%), στην Κύπρο (102,5%), στο Βέλγιο (98,4%) και στην Ισπανία (97,1%).
Η Eurostat αναφέρει ότι στο πεδίο των πλεονασμάτων, η Ελλάδα έχε ένα από τα υψηλότερα περιλαμβανομένων των τόκων (1,1% του ΑΕΠ). Υψηλότερες επιδόσεις είχαν το Λουξεμβούργο (+ 2,4%), η Βουλγαρία και η Μάλτα (+ 2,0%), η Γερμανία (+ 1,7%), η Ολλανδία (+1,5% ).
Τα στοιχεία
Σήμερα έγινε η 6μηνιαία ανακοίνωση των δημοσιονομικών επιδόσεων όλων των κρατών - μελών στο πλαίσιο της "διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος".
Οι μετρήσεις σε όρους Eurostat και σε όρους μεταπρογραμματικής Ενισχυμένης διαφέρουν σε μία σειρά από μετρήσεις στον τρόπο υπολογισμού του πλεονάσματος. Μεταξύ άλλων, είναι διαφορετική η μέτρηση των επιστροφών φόρων, των εσόδων από αποκρατικοποιήσεις, των εσόδων από τα κέρδη ομολόγων από κεντρικές Τράπεζες, των δαπανών για τη στήριξη των τραπεζών, των δαπανών για το προσφυγικό που δεν καλύπτονται από την ΕΕ.
Η πιστοποίηση γίνεται με βάση τα στοιχεία που έστειλε η ΕΛΣΤΑΤ στις αρχές Απριλίου στη Εurostat. Η "διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος" ή αλλιώς EDP ελέγχει το κατά πόσο τα κράτη-μέλη διατηρούν κάτω του ορίου του 3% του ΑΕΠ το έλλειμμα, αλλά και κατά πόσο διατηρούν σε πτωτική πορεία το χρέος.
Η εν λόγω μέτρηση διαφέρει σε κάποια σημεία από το γνωστό "μετά-προγραμματικό" πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο σύμφωνα με ανακοίνωση του ΥΠΟΙΚ υπολογίζεται ότι θα κινηθεί περί το 3,9% του ΑΕΠ, έναντι στόχου στον Προϋπολογισμό για 3,98% του ΑΕΠ.
Τα σημερινά στοιχεία πιστοποιούν ότι για 4η χρονιά υπάρχει υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου. Επιβεβαιώνεται έτσι η υπερβολική "αφαίμαξη" της αγοράς και των πολιτών από τα "χαράτσια" και από τις συνεχείς περικοπές δαπανών.
Το υπερπλεόνασμα αποτελεί ωστόσο και τον "Δούρειο Ίππο" της κυβέρνησης για το αίτημα προς τον ESM περί πρόωρης αποπληρωμής μέρους του δανείου του ΔΝΤ.
Σημειώνεται ότι για το 2019 ο στόχος του Προϋπολογισμού είναι πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% του ΑΕΠ σε όρους Eurostat και 3,6% σε όρους "μετά-προγραμματικής" εποπτείας.
Μεγάλη αύξηση του χρέους
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ (Δημοσιονομικά στοιχεία - 1η κοινοποίηση) το ακαθάριστο ενοποιημένο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2018 εκτιμάται στα 334,6 δισ. ευρώ, (181,1% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος), έναντι 317.48 δισ. ευρώ στο τέλος του 2017 (176,2% του ΑΕΠ). Ο λόγος για μία πολύ μεγάλη αύξηση η οποία αιτιολογείται και από το "μαξιλάρι" διαθεσίμων του ESM.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2018 σε όρους Eurostat (ESA 2010), εκτιμάται στα 2 δισ. ευρώ (1,1% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος). Αναφέρεται και "διόρθωση" 0,1% στο πλεόνασμα του 2017 που οφείλεται " κυρίως σε επικαιροποιημένα στοιχεία και σε μεθοδολογικές αλλαγές στην ταξινόμηση κάποιων ειδικών συναλλαγών".
Σύμφωνα μάλιστα με το ανάλογο δελτίο τύπου που ανακοίνωσε και η Eurostat, sτο τέλος του 2018, το χαμηλότερο χρέος ανά την ΕΕ το είχε η Εσθονία (8,4%), το Λουξεμβούργο (21,4%), τη Βουλγαρία (22,6%), την Τσεχία (32,7%), τη Δανία (34,1% %).
Αντιθέτως, 14 κράτη μέλη είχαν λόγο δημόσιου χρέους υψηλότερο από το 60% του ΑΕΠ. Πιο υψηλό ήταν στην Ελλάδα (181,1%), στην Ιταλία (132,2%), στην Πορτογαλία (121,5%), στην Κύπρο (102,5%), στο Βέλγιο (98,4%) και στην Ισπανία (97,1%).
Η Eurostat αναφέρει ότι στο πεδίο των πλεονασμάτων, η Ελλάδα έχε ένα από τα υψηλότερα περιλαμβανομένων των τόκων (1,1% του ΑΕΠ). Υψηλότερες επιδόσεις είχαν το Λουξεμβούργο (+ 2,4%), η Βουλγαρία και η Μάλτα (+ 2,0%), η Γερμανία (+ 1,7%), η Ολλανδία (+1,5% ).
Τα στοιχεία
Σήμερα έγινε η 6μηνιαία ανακοίνωση των δημοσιονομικών επιδόσεων όλων των κρατών - μελών στο πλαίσιο της "διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος".
Οι μετρήσεις σε όρους Eurostat και σε όρους μεταπρογραμματικής Ενισχυμένης διαφέρουν σε μία σειρά από μετρήσεις στον τρόπο υπολογισμού του πλεονάσματος. Μεταξύ άλλων, είναι διαφορετική η μέτρηση των επιστροφών φόρων, των εσόδων από αποκρατικοποιήσεις, των εσόδων από τα κέρδη ομολόγων από κεντρικές Τράπεζες, των δαπανών για τη στήριξη των τραπεζών, των δαπανών για το προσφυγικό που δεν καλύπτονται από την ΕΕ.
Η πιστοποίηση γίνεται με βάση τα στοιχεία που έστειλε η ΕΛΣΤΑΤ στις αρχές Απριλίου στη Εurostat. Η "διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος" ή αλλιώς EDP ελέγχει το κατά πόσο τα κράτη-μέλη διατηρούν κάτω του ορίου του 3% του ΑΕΠ το έλλειμμα, αλλά και κατά πόσο διατηρούν σε πτωτική πορεία το χρέος.