Μείωση κατά 50% του επιτοκίου που θα καταβάλλει το δημόσιο στις περιπτώσεις που αναγκάζεται να πληρώσει ιδιώτες σε εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων προβλέπει διάταξη του πολυνομοσχεδίου για την Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων που έχει κατατεθεί στη Βουλή.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η μείωση του επιτοκίου δεν αφορά τις εκκρεμείς επιστροφές φόρου ή άλλες περιπτώσεις πληρωμών πέραν αυτών που δικαιώνουν πολίτες μέσω δικαστικών αποφάσεων.
Σύμφωνα με όσα προβλέπει η διάταξη το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνεται το δημόσιο θα ισούται πλέον με το βασικό επιτόκιο κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ (0% από το 2016) προσθέτοντας ένα περιθώριο 3% αντί για 6% που ισχύει σήμερα. Η απόφαση για μείωση του επιτοκίου εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων έρχεται μετά το κύμα δικαίωσης πολιτών στα δικαστήρια, όπως για την επιστροφή των δώρων στο δημόσιο ή στους συνταξιούχους.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις περιπτώσεις φορολογούμενων που καθυστερούν την πληρωμή φόρων και άλλων επιβαρύνσεων υπέρ του δημοσίου επιβάλλεται επιτόκιο ύψους 8,76% ενώ στις επιστροφές φόρων μετά από 90 ημέρες το δημόσιο επιβαρύνεται με επιτόκιο 6%.
Ειδικότερα στο άρθρο 45 του υπό συζήτηση νομοσχεδίου προβλέπεται το "μαχαίρι" του επιτοκίου για τις οφειλές του δημοσίου και σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση: "το ισχύον σήμερα νόμιμο επιτόκιο για οφειλές του δημοσίου, ύψους 6% ετησίως , εκτός του γεγονότος ότι κρίνεται ιδιαίτερα υψηλό για τις σημερινές δημοσιονομικές συνθήκες, λόγω του αμετάβλητου χαρακτήρα του, δεν προσαρμόζεται στο εκάστοτε χρηματοοικονομικό περιβάλλον με αποτέλεσμα τη σοβαρή επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού λαμβανομένου υπόψη και του ρυθμού απονομής δικαιοσύνης. Με την προτεινόμενη διάταξη, ενοποιείται η έως τώρα υφιστάμενη νομοθεσία και καθιερώνεται ενιαίος τρόπος υπολογισμού του οφειλόμενου από το Δημόσιο τόκου (νόμιμου και υπερημερίας) για τις σχετικές οφειλές αυτού, ανεξάρτητα από την αιτία τους, με αναφορά στο επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ (MRO), το οποίο ισχύει κατά την ημερομηνία άσκησης του ένδικου βοηθήματος (γένεση επιδικίας) προτεινόμενων εκατοστιαίων μονάδων ετησίως".
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η μείωση του επιτοκίου δεν αφορά τις εκκρεμείς επιστροφές φόρου ή άλλες περιπτώσεις πληρωμών πέραν αυτών που δικαιώνουν πολίτες μέσω δικαστικών αποφάσεων.
Σύμφωνα με όσα προβλέπει η διάταξη το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνεται το δημόσιο θα ισούται πλέον με το βασικό επιτόκιο κύριας αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ (0% από το 2016) προσθέτοντας ένα περιθώριο 3% αντί για 6% που ισχύει σήμερα. Η απόφαση για μείωση του επιτοκίου εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων έρχεται μετά το κύμα δικαίωσης πολιτών στα δικαστήρια, όπως για την επιστροφή των δώρων στο δημόσιο ή στους συνταξιούχους.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις περιπτώσεις φορολογούμενων που καθυστερούν την πληρωμή φόρων και άλλων επιβαρύνσεων υπέρ του δημοσίου επιβάλλεται επιτόκιο ύψους 8,76% ενώ στις επιστροφές φόρων μετά από 90 ημέρες το δημόσιο επιβαρύνεται με επιτόκιο 6%.
Ειδικότερα στο άρθρο 45 του υπό συζήτηση νομοσχεδίου προβλέπεται το "μαχαίρι" του επιτοκίου για τις οφειλές του δημοσίου και σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση: "το ισχύον σήμερα νόμιμο επιτόκιο για οφειλές του δημοσίου, ύψους 6% ετησίως , εκτός του γεγονότος ότι κρίνεται ιδιαίτερα υψηλό για τις σημερινές δημοσιονομικές συνθήκες, λόγω του αμετάβλητου χαρακτήρα του, δεν προσαρμόζεται στο εκάστοτε χρηματοοικονομικό περιβάλλον με αποτέλεσμα τη σοβαρή επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού λαμβανομένου υπόψη και του ρυθμού απονομής δικαιοσύνης. Με την προτεινόμενη διάταξη, ενοποιείται η έως τώρα υφιστάμενη νομοθεσία και καθιερώνεται ενιαίος τρόπος υπολογισμού του οφειλόμενου από το Δημόσιο τόκου (νόμιμου και υπερημερίας) για τις σχετικές οφειλές αυτού, ανεξάρτητα από την αιτία τους, με αναφορά στο επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ (MRO), το οποίο ισχύει κατά την ημερομηνία άσκησης του ένδικου βοηθήματος (γένεση επιδικίας) προτεινόμενων εκατοστιαίων μονάδων ετησίως".