Ενοποίηση των μηχανισμών έκδοσης των κύριων και επικουρικών συντάξεων από το 2020 και όχι ίδιων των συντάξεων (σ.σ. κύριας και επικουρικής), ούτε φυσικά των εισφορών που καταβάλλονται γι’ αυτές, φέρνει το σχέδιο του Υπουργείου Εργασίας το οποίο εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο της περασμένης Πέμπτης.
Αυτό σημαίνει πως η κυβέρνηση θα προωθήσει το 2020 (όπως θα προβλέπει το νομοσχέδιο το οποίο θα φέρει στη Βουλή τον ερχόμενο Ιανουάριο), την συγχώνευση μόνο των υπηρεσιών του ΕΦΚΑ (σ.σ. ταμείο που εκδίδει –καταβάλλει κύριες συντάξεις) και του ΕΤΕΑΕΠ (σ.σ. εκδίδει-καταβάλλει επικουρικές συντάξεις). Δεν θα προωθήσει τη συγχώνευση των δύο παροχών, δηλαδή από τη μια μεριά της κύριας σύνταξης και από την άλλη της επικουρικής σύνταξης. Επίσης, δεν θα ενοποιήσει τις εισφορές οι οποίες καταβάλλονται αφενός υπέρ της κύριας ασφάλισης και αφετέρου υπέρ της επικουρικής ασφάλισης. Όσον αφορά σε σχέση με την προωθούμενη μετάβαση, από το 2021, σε ένα κεφαλαιοποητικό σύστημα επικουρικής ασφάλισης, η σχεδιαζόμενη "ενοποίηση" του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ θα αποτελέσει μία "ισχυρή διοικητική" βάση προς αυτήν την κατεύθυνση, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρμοδίων κυβερνητικών στελεχών.
Μηταράκης : Δεν τίθεται ζήτημα ενοποίησης κύριας –επικουρικής σύνταξης
Όπως δήλωσε χθες, κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής συνέντευξής του, ο υφυπουργός Εργασίας, κ. Νότης Μηταράκης , με βάση τις προωθούμενες αλλαγές, "δεν τίθεται κανένα ζήτημα ουσιαστικής ενοποίησης κύριας και επικουρικής σύνταξης" .
Επισήμανε, μάλιστα, πως "οι αποφάσεις του ΣτΕ που είδαμε στις 04.10.2019 είναι ξεκάθαρες. Η επικουρική είναι μια αυτόνομη σύνταξη, για την οποία δόθηκαν ξεχωριστές εισφορές".
Εξάλλου, όπως σημειώνει, "κρίθηκε αντισυνταγματική η όποια προσπάθεια ενοποίησης των δύο συντάξεων στο επίπεδο του πλαφόν των 1.300 ευρώ που είχε επιβάλει ο νόμος Κατρούγκαλου".
Ο ίδιος τόνισε πως, "είναι ξεκάθαρο επομένως πως η κύρια σύνταξη και η επικουρική αποτελούν διαφορετικά υπολογίσιμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, που προέρχονται από διαφορετικό λόγο". Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Μηταράκης τόνισε πως "η κύρια σύνταξη είναι μια αναδιανεμητική παροχή από το κράτος και είναι αποτέλεσμα των εισφορών της κύριας σύνταξης ενώ η επικουρική είναι αποτέλεσμα των εισφορών της επικουρικής".
Ο Υφυπουργός Εργασίας δήλωσε, επίσης, πως "έρχεται το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο τον Ιανουάριο", το οποίο –μεταξύ άλλων – "καταργεί το πλαφόν που είχε επιβάλει ο νόμος Κατρούγκαλου στις επικουρικές". "Επομένως", τονίζει, " το νέο ασφαλιστικό έρχεται μόνο με θετικά μηνύματα. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός τόνισε πως δεν θα υπάρξει καμία μείωση στις συντάξεις παρά μόνο θετικές αλλαγές".
"Ταχύτερες συντάξεις"
Παρακάτω, ο Υφυπουργός Εργασίας τόνισε σχετικά με την "ψηφιακή" ενοποίηση του ΕΤΕΑΕΠ και του ΕΦΚΑ, πρόκειται για "μια πολύ θετική εξέλιξη".
Και αυτό γιατί "θα μειωθεί η γραφειοκρατία και θα διευκολυνθεί συνολικά η έκδοση της ψηφιακής σύνταξης από το σύστημα ΑΤΛΑΣ, όταν τελικά αυτό καταστεί λειτουργικό".
Συγκεκριμένα, ο ίδιος επισήμανε πως η ψηφιακή ενοποίηση των δύο ταμείων "σημαίνει ταχύτερες συντάξεις, λιγότερη ταλαιπωρία, κοινές διαδικασίες αίτησης και απονομής", υπογράμμισε ο υφυπουργός.
"Ισχυρή βάση" για τη νέα επικουρική
"Η ψηφιακή ενοποίηση", σύμφωνα με τον κ. Μηταράκη, "σε κάθε περίπτωση θα δημιουργήσει μια πολύ ισχυρή διοικητική βάση για τη μετάβαση στη νέα κεφαλαιοποιητική επικουρική σύνταξη η οποία θα τεθεί σε ισχύ από 01. 01. 2021, καθώς βάζει τέλος στην όποια συζήτηση γινόταν για πιθανές αστάθειες του κόστους μετάβασης".
Επισήμανε, μάλιστα, πως "η σημερινή επικουρική είναι το 10% του συστήματος". Συνεπώς, κατά τον κ. Μηταράκη, "το 90% του ασφαλιστικού συστήματος σήμερα είναι η κύρια σύνταξη του ΕΦΚΑ. Το ποσοστό το οποίο χρειάζεται για να στηριχθεί η παλιά επικουρική για τα επόμενα 30- 40 χρόνια, είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό της ετήσιας επιχορήγησης που δίνει το Δημόσιο στα ασφαλιστικά συστήματα. Συνεπώς είναι ένα ποσό το οποίο ταμειακά και δημοσιονομικά δεν δημιουργεί κανένα ζήτημα στη χρηματοδότηση της μετάβασης στο νέο κεφαλαιοποιητικό επικουρικό σύστημα".
"Ο ρόλος του κράτους", τονίζει ο ίδιος, " θα συνεχίσει να είναι σημαντικός, καθώς η βάση του νέου συστήματος θα είναι το δημόσιο ΕΤΕΑΕΠ. Παράλληλα θα δώσουμε και το δικαίωμα στους ασφαλισμένους να επιλέξουν αν θέλουν τα χρήματά τους αντί να τα επενδύσουν στο δημόσιο αμοιβαίο κεφάλαιο, να επιλέξουν κάποιον εναλλακτικό πάροχο".
Ως προς την ανταποδοτικότητα του νέου κεφαλαιοποιητικού επικουρικού συστήματος, ο υφυπουργός Εργασίας ανέφερε πως "αν υπολογίσουμε τη μέση απόδοση που είχε η ΑΕΔΑΚ τα τελευταία 17 χρόνια, οι επικουρικές σήμερα θα μπορούσαν να ήταν κατά 35% αυξημένες μεσοσταθμικά."
Αυτό σημαίνει πως η κυβέρνηση θα προωθήσει το 2020 (όπως θα προβλέπει το νομοσχέδιο το οποίο θα φέρει στη Βουλή τον ερχόμενο Ιανουάριο), την συγχώνευση μόνο των υπηρεσιών του ΕΦΚΑ (σ.σ. ταμείο που εκδίδει –καταβάλλει κύριες συντάξεις) και του ΕΤΕΑΕΠ (σ.σ. εκδίδει-καταβάλλει επικουρικές συντάξεις). Δεν θα προωθήσει τη συγχώνευση των δύο παροχών, δηλαδή από τη μια μεριά της κύριας σύνταξης και από την άλλη της επικουρικής σύνταξης. Επίσης, δεν θα ενοποιήσει τις εισφορές οι οποίες καταβάλλονται αφενός υπέρ της κύριας ασφάλισης και αφετέρου υπέρ της επικουρικής ασφάλισης. Όσον αφορά σε σχέση με την προωθούμενη μετάβαση, από το 2021, σε ένα κεφαλαιοποητικό σύστημα επικουρικής ασφάλισης, η σχεδιαζόμενη "ενοποίηση" του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ θα αποτελέσει μία "ισχυρή διοικητική" βάση προς αυτήν την κατεύθυνση, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρμοδίων κυβερνητικών στελεχών.
Μηταράκης : Δεν τίθεται ζήτημα ενοποίησης κύριας –επικουρικής σύνταξης
Όπως δήλωσε χθες, κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής συνέντευξής του, ο υφυπουργός Εργασίας, κ. Νότης Μηταράκης , με βάση τις προωθούμενες αλλαγές, "δεν τίθεται κανένα ζήτημα ουσιαστικής ενοποίησης κύριας και επικουρικής σύνταξης" .
Επισήμανε, μάλιστα, πως "οι αποφάσεις του ΣτΕ που είδαμε στις 04.10.2019 είναι ξεκάθαρες. Η επικουρική είναι μια αυτόνομη σύνταξη, για την οποία δόθηκαν ξεχωριστές εισφορές".
Εξάλλου, όπως σημειώνει, "κρίθηκε αντισυνταγματική η όποια προσπάθεια ενοποίησης των δύο συντάξεων στο επίπεδο του πλαφόν των 1.300 ευρώ που είχε επιβάλει ο νόμος Κατρούγκαλου".
Ο ίδιος τόνισε πως, "είναι ξεκάθαρο επομένως πως η κύρια σύνταξη και η επικουρική αποτελούν διαφορετικά υπολογίσιμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, που προέρχονται από διαφορετικό λόγο". Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Μηταράκης τόνισε πως "η κύρια σύνταξη είναι μια αναδιανεμητική παροχή από το κράτος και είναι αποτέλεσμα των εισφορών της κύριας σύνταξης ενώ η επικουρική είναι αποτέλεσμα των εισφορών της επικουρικής".
Ο Υφυπουργός Εργασίας δήλωσε, επίσης, πως "έρχεται το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο τον Ιανουάριο", το οποίο –μεταξύ άλλων – "καταργεί το πλαφόν που είχε επιβάλει ο νόμος Κατρούγκαλου στις επικουρικές". "Επομένως", τονίζει, " το νέο ασφαλιστικό έρχεται μόνο με θετικά μηνύματα. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός τόνισε πως δεν θα υπάρξει καμία μείωση στις συντάξεις παρά μόνο θετικές αλλαγές".
"Ταχύτερες συντάξεις"
Παρακάτω, ο Υφυπουργός Εργασίας τόνισε σχετικά με την "ψηφιακή" ενοποίηση του ΕΤΕΑΕΠ και του ΕΦΚΑ, πρόκειται για "μια πολύ θετική εξέλιξη".
Και αυτό γιατί "θα μειωθεί η γραφειοκρατία και θα διευκολυνθεί συνολικά η έκδοση της ψηφιακής σύνταξης από το σύστημα ΑΤΛΑΣ, όταν τελικά αυτό καταστεί λειτουργικό".
Συγκεκριμένα, ο ίδιος επισήμανε πως η ψηφιακή ενοποίηση των δύο ταμείων "σημαίνει ταχύτερες συντάξεις, λιγότερη ταλαιπωρία, κοινές διαδικασίες αίτησης και απονομής", υπογράμμισε ο υφυπουργός.
"Ισχυρή βάση" για τη νέα επικουρική
"Η ψηφιακή ενοποίηση", σύμφωνα με τον κ. Μηταράκη, "σε κάθε περίπτωση θα δημιουργήσει μια πολύ ισχυρή διοικητική βάση για τη μετάβαση στη νέα κεφαλαιοποιητική επικουρική σύνταξη η οποία θα τεθεί σε ισχύ από 01. 01. 2021, καθώς βάζει τέλος στην όποια συζήτηση γινόταν για πιθανές αστάθειες του κόστους μετάβασης".
Επισήμανε, μάλιστα, πως "η σημερινή επικουρική είναι το 10% του συστήματος". Συνεπώς, κατά τον κ. Μηταράκη, "το 90% του ασφαλιστικού συστήματος σήμερα είναι η κύρια σύνταξη του ΕΦΚΑ. Το ποσοστό το οποίο χρειάζεται για να στηριχθεί η παλιά επικουρική για τα επόμενα 30- 40 χρόνια, είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό της ετήσιας επιχορήγησης που δίνει το Δημόσιο στα ασφαλιστικά συστήματα. Συνεπώς είναι ένα ποσό το οποίο ταμειακά και δημοσιονομικά δεν δημιουργεί κανένα ζήτημα στη χρηματοδότηση της μετάβασης στο νέο κεφαλαιοποιητικό επικουρικό σύστημα".
"Ο ρόλος του κράτους", τονίζει ο ίδιος, " θα συνεχίσει να είναι σημαντικός, καθώς η βάση του νέου συστήματος θα είναι το δημόσιο ΕΤΕΑΕΠ. Παράλληλα θα δώσουμε και το δικαίωμα στους ασφαλισμένους να επιλέξουν αν θέλουν τα χρήματά τους αντί να τα επενδύσουν στο δημόσιο αμοιβαίο κεφάλαιο, να επιλέξουν κάποιον εναλλακτικό πάροχο".
Ως προς την ανταποδοτικότητα του νέου κεφαλαιοποιητικού επικουρικού συστήματος, ο υφυπουργός Εργασίας ανέφερε πως "αν υπολογίσουμε τη μέση απόδοση που είχε η ΑΕΔΑΚ τα τελευταία 17 χρόνια, οι επικουρικές σήμερα θα μπορούσαν να ήταν κατά 35% αυξημένες μεσοσταθμικά."