To 2014 και το 2018 μπορεί η Τουρκία να κατάφερε να επιβιώσει μετά τις νομισματικές κρίσεις που χτύπησαν την οικονομία της, ωστόσο αυτήν τη φορά τα πράγματα ίσως και να μην έχουν την ίδια ευτυχή κατάληξη για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος βλέπει την οικονομία του να βυθίζεται, με σημαντικές επιπτώσεις στις τράπεζες, το χρηματιστήριο και τα ομόλογα της χώρας.
Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, το σοκ που έχει προκαλέσει η πανδημία καθώς και η επιδείνωση των σχέσεων της Άγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση απειλούν πλέον περισσότερο από ποτέ με κατάρρευση της τουρκικής λίρας, στέλνοντας την οικονομία σε αχαρτογράφητα νερά, ενώ οι οίκοι αξιολόγησης με μπαράζ εκθέσεών τους το τελευταίο διάστημα στέλνουν σήματα SOS για τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ήδη οικονομικά και δημοσιονομικά η χώρα.
Εκτεθειμένη η τουρκική οικονομία
Η κρίση του κορονοϊού "χτύπησε" τις εξαγωγές, ενώ ο τουριστικός τομέας έχει "παγώσει" προκαλώντας απότομη αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. Παράλληλα, τα μεγάλα βραχυπρόθεσμα εξωτερικά χρέη της Τουρκίας που φτάνουν τα 170 δισ. δολάρια ή το 22% του ΑΕΠ, αφήνουν την οικονομία εκτεθειμένη σε πολύ δύσκολες συνθήκες εξωτερικής χρηματοδότησης.
Ο Ερντογάν επιμένει ότι η οικονομία του θα σημειώσει ανάπτυξη (!) φέτος, με την κυβέρνηση να μην έχει προχωρήσει σε αλλαγή των προβλέψεών της προ-πανδημίας για ανάπτυξη 5% φέτος και να συνεχίζει να δίνει τις ίδιες προβλέψεις, ωστόσο οι επενδυτές και οι οίκοι έχουν εντελώς διαφορετική άποψη.
Σε δημοσκόπηση του Reuters στο περιβάλλον 42 αναλυτών και οικονομολόγων την περασμένη εβδομάδα, οι προβλέψεις μιλούν για ύφεση 4,3% στο σύνολο του 2020, με ύφεση της τάξης του 12,2% στο β’ τρίμηνο και 3,1% στο γ’ τρίμηνο. Η Scope Ratings βλέπει ύφεση φέτος στην Τουρκία από 4,2% έως 6,7%, ενώ Moody’s και S&P την έχουν τοποθετήσει στο 4%-5%.
Γιατί βυθίζεται η λίρα
Σύμφωνα με τους αναλυτές, οι πέντε παράγοντες που βυθίζουν τη λίρα και άρα την τουρκική οικονομία είναι η μεγάλη συρρίκνωση των αποθεματικών σε ξένο νόμισμα της χώρας, η νομισματική πολιτική της κεντρικής τράπεζας η οποία έχει αποδειχτεί αδύναμη, η βαθιά ύφεση στην οποία θα βρεθεί φέτος η Τουρκία λόγω του σοκ της πανδημίας, οι εξαιρετικά δύσκολες πιστωτικές συνθήκες στις οποίες έχουν περιέλθει οικονομία, επιχειρήσεις και τράπεζες, καθώς και η πολιτική της κυβέρνησης με τις προκλήσεις που δημιουργεί και τις εντάσεις που σημειώνονται με Μόσχα, Ουάσινγκτον, καθώς και με την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω Ελλάδας και Κύπρου.
Η τουρκική λίρα προσέγγισε την περασμένη εβδομάδα τα ιστορικά χαμηλά έναντι του ευρώ ξεπερνώντας το επίπεδο του 8, ενώ υποχώρησε στα χαμηλότερα επίπεδα από τα μέσα Μαΐου έναντι του δολαρίου και άνω του επιπέδου του 7, έχοντας υποτιμηθεί συνολικά κατά 8% μέσα σε έναν μόλις μήνα, και 14% από τις αρχές του έτους. Οι ανησυχίες για επιβολή κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω των προκλήσεων της Άγκυρας σε Ελλάδα και Κύπρο, καθώς και των ισχυρών επιπτώσεων της πανδημίας στον τουρισμό και στα μεγέθη της οικονομίας, έχουν στείλει το νόμισμά της σε έναν δρόμο που οδηγεί σε νέα νομισματική κρίση.
Βουτιά και σε ομόλογα - χρηματιστήριο
Σε μια προσπάθεια να στηρίξουν τη λίρα, μάταια όπως αποδείχθηκε, οι τουρκικές κρατικές τράπεζες και η κεντρική τράπεζα της χώρας προχώρησαν σε μαζικές πωλήσεις δολαρίων, άνω των 2,5 δισ. σε μία εβδομάδα, ενώ από τις αρχές του έτους οι πωλήσεις του αμερικανικού νομίσματος έχουν ξεπεράσει τα 100 δισ. Στόχος ήταν η προστασία της λίρας από μαζικές εκροές και τη ζήτηση για ξένο νόμισμα που έχει προκαλέσει το συνεχώς αυξανόμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Αυτές οι πολιτικές πυροδότησαν φόβους για μια πιστωτική φούσκα, με τους ξένους επενδυτές να έχουν επιδοθεί σε μία μαζική φυγή από τα assets της χώρας προκαλώντας sell-off σε ομόλογα και χρηματιστήριο, με τα τουρκικά ασφάλιστρα κινδύνου να έχουν εκτοξευθεί στα υψηλά του Μαΐου, όταν η χώρα είχε βρεθεί αντιμέτωπη με το πρώτο ισχυρό σοκ της κρίσης και την "έσωσε" η παρέμβαση του Κατάρ. Σημειώνεται πως τον Μάιο η Τουρκία γλύτωσε τα χειρότερα χάρη στην οικονομική στήριξη από το Κατάρ, ενώ τους τελευταίους μήνες οι αρχές της χώρας έχουν προσπαθήσει να μειώσουν την πίεση στη λίρα και μέσω της μείωσης των εισαγωγών, με αυξήσεις σε δασμούς καθώς και με ήπια capital controls. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν και οι αναλυτές, η στήριξη από το Κατάρ ήταν μία σταγόνα στον ωκεανό για τη χώρα.
Η βαθιά υποτίμηση της λίρας οδήγησε την περασμένη εβδομάδα σε μαζικές ρευστοποιήσεις στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο το προηγούμενο διάστημα είχε σημειώσει ένα ισχυρό ράλι. Ο δείκτης Borsa Istanbul 100 υποχώρησε πάνω από 6% και στα χαμηλότερα επίπεδα από τις 18 Ιουνίου, με τις μετοχές των τουρκικών τραπεζών να δέχονται τις "βολές" των πωλητών.
Την ίδια στιγμή, οι αποδόσεις των τουρκικών 10ετών ομολόγων, οι οποίες και αντικατοπτρίζουν το κόστος δανεισμού της χώρας, έχουν εκτοξευθεί πάνω από το 13% και κατά 33% από τις αρχές του έτους, σε αντίστοιχα επίπεδα με αυτές των 10ετών ομολόγων της Αιγύπτου και της Ουγκάντα.
"Μία ανάσα μακριά από μία κρίση"
"Η Τουρκία μέχρι στιγμής κατάφερε να αποφύγει τις έκτακτες αυξήσεις των επιτοκίων παρόμοιες με αυτές που παρατηρήθηκαν το 2014 ή το 2018. Αλλά η οικονομία της μπορεί να βρίσκεται μία ανάσα μακριά από μια κρίση", τόνισε η Oxford Economics σε έκθεσή της.
Και κατά την Capital Economics, η Τουρκία είναι αντιμέτωπη με τον κίνδυνο μίας νέας νομισματικής κρίσης, όχι μόνο λόγω του σοκ του SARS-CoV-2 αλλά κυρίως λόγω της επιδείνωσης των σχέσεών της με την Ε.Ε, μετά την απόφαση Ερντογάν για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί καθώς και τις ενέργειές της στα ελληνικά και κυπριακά ύδατα.
Οι έντονες προσπάθειες της κεντρικής τράπεζας να ελέγξει την πορεία της λίρας θα αποδειχθούν μάταιες, όπως επισημαίνει, τη στιγμή που το υψηλό ποσοστό πληθωρισμού της Τουρκίας σημαίνει ότι η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία πρέπει να εξασθενεί συνεχώς προκειμένου να αποφευχθεί η διάβρωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας. Oι μεγάλες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης της Τουρκίας και τα χαμηλά συναλλαγματικά αποθέματα σημαίνουν ότι η κεντρική τράπεζα δεν ήταν ποτέ σε ισχυρή θέση να στηρίξει το νόμισμα, ιδιαίτερα σε περίπτωση ενός σοκ.
Σύμφωνα με την εμπειρία του παρελθόντος, αν στη συνέχεια επιβληθούν κυρώσεις, καθώς και οι αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει στις αγορές η επιδείνωση των σχέσεων Τουρκίας-Ε.Ε., θα προκαλέσουν "πάγωμα" των εισροών κεφαλαίων στη χώρα και περαιτέρω βουτιά της λίρας. Όπως εκτιμά η Capital Economics, είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι η κεντρική τράπεζα θα καταφέρει να ενεργήσει και μάλιστα εγκαίρως, με την οικονομία έτσι να κινδυνεύει με μία νέα νομισματική κρίση, με την υποτίμηση της λίρας στο επίπεδο του 8 με 9 έναντι του δολαρίου να μην μπορεί να αποκλειστεί.
"Χαστούκια" από τους οίκους αξιολόγησης
Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν αρχίσει από τον Ιούλιο και στέλνουν προειδοποιητικά μηνύματα προς την Τουρκία, με τη Scope Ratings να προχωρά μάλιστα σε υποβάθμιση της αξιολόγησής της σε Β+ από ΒΒ- με σταθερό outlook, ως απόρροια της σημαντικής επιδείνωσης τόσο στο δημοσιονομικό όσο και στο νομισματικό περιβάλλον της χώρας.
Παράλληλα, ο οίκος εξέφρασε τους φόβους του για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα της οικονομίας της χώρας επισημαίνοντας πως η κίνησή του οφείλεται στους εξής λόγους: 1) στην αύξηση των κινδύνων για την εξωτερική θέση της χώρας σε συνδυασμό με τη μεγάλη έκθεση του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα σε πιθανή υποτίμηση της τουρκικής λίρας και εκροές κεφαλαίων και 2) στην επιδείνωση του δημοσιονομικού και νομισματικού περιβάλλοντος της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένης της αποτυχίας στο να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες μακροοικονομικές ανισορροπίες όπως ο υψηλός πληθωρισμός και η αύξηση των επιπέδων χρέους.
"Αυτή η αλλαγή αξιολόγησης αντικατοπτρίζει τις εκτιμήσεις της Scope στις κατηγορίες "εγχώριος οικονομικός κίνδυνος”, "κίνδυνος δημοσίων οικονομικών” και "εξωτερικός οικονομικός κίνδυνος”", ανέφερε ο οίκος αξιολόγησης. H αποδυνάμωση των αποθεματικών σημαίνει ότι η τουρκική οικονομία είναι όλο και λιγότερο ανθεκτική σε περιόδους κρίσης κατά τις οποίες κλιμακώνονται οι εκροές κεφαλαίων ή η πτώση της λίρας, όπως τόνισε προσθέτοντας πως η επιδείνωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας όχι μόνο αυξάνει τον πληθωρισμό, αλλά υπονομεύει επίσης τη βιωσιμότητα του χρέους. Σύμφωνα με τη Scope, η ποιότητα των διαρθρωτικών οικονομικών πολιτικών και του θεσμικού πλαισίου της Τουρκίας έχει αποδυναμωθεί μετά τη μετάβαση στην Εκτελεστική Προεδρία τον Ιούνιο του 2018, η οποία έδωσε στον Ερντογάν ευρείες εξουσίες.
Από την πλευρά του, ο οίκος S&P προειδοποίησε πως οι ανισορροπίες στην οικονομία της Τουρκίας ενδέχεται να επανεμφανιστούν. Η αύξηση της ζήτησης για δάνεια, η άνοδος του πληθωρισμού και τα μεγαλύτερα κενά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σημαίνουν ότι η οικονομία ενδέχεται να μη βρίσκεται σε σταθερή βάση, δήλωσε η S&P.
Ο πληθωρισμός στην Τουρκία επιταχύνθηκε στο 12,6% τον Ιούνιο (ήδη την περασμένη εβδομάδα η κεντρική τράπεζα αναθεώρησε ανοδικά τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό για το 2020, στο 8,9% από 7,4% πριν), καθώς οι αρχές προσπάθησαν να τονώσουν τη ζήτηση των καταναλωτών με φθηνά δάνεια από κρατικές τράπεζες. Τα μέτρα τόνωσης χτυπούν τη ζήτηση για εισαγωγές, ενώ η αύξηση των εξαγωγών καθυστερεί λόγω της πιεσμένης ζήτησης στην Ευρώπη, που είναι και η μεγαλύτερη αγορά της Τουρκίας.
Η πανδημία COVID-19 έχει, σύμφωνα με την S&P, σημαντική αρνητική επίδραση στην τουρκική οικονομία, άμεσα –διαβρώνοντας την εγχώρια ζήτηση– και έμμεσα – περιορίζοντας το εξωτερικό εμπόριο και τον τουρισμό. Κατά τον οίκο, η τουριστική σεζόν του καλοκαιριού αναμένεται να χαθεί ολοκληρωτικά για την Τουρκία, και έτσι οι εξαγωγές της χώρας θα συρρικνωθούν κατά 12% σε πραγματικούς όρους, ή 20% σε όρους δολαρίου.
"Η νομισματική κρίση της Τουρκίας που έπληξε την οικονομία της πριν από δύο χρόνια κινδυνεύει να επανέλθει στην επιφάνεια", προειδοποίησε από την πλευρά του ο οίκος Moody's.
Ο πληθωρισμός και οι εξωτερικές ευπάθειες παραμένουν υψηλές στην Τουρκία, και έχουν μάλιστα επιδεινωθεί λόγω της αδυναμίας της τουρκικής λίρας, ενώ η οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί έντονα φέτος, όπως σημείωσε ο οίκος.
"Η πιθανότητα για ανανεωμένες γεωπολιτικές εντάσεις και παρατεταμένη στασιμότητα είναι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επανάληψη της νομισματικής κρίσης του 2018 ή σε πιο δύσκολες συνθήκες", όπως προειδοποίησε.
Η Τουρκία εμπλέκεται σε στρατιωτικές συγκρούσεις στη Λιβύη και έχει επιταχύνει τις πολιτικές εντάσεις με τις γείτονες χώρες Ελλάδα και Κύπρο εξερευνώντας υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο. Εν τω μεταξύ, ο πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί και κινείται σε διψήφια επίπεδα και σημαντικά υψηλότερα από το επιτόκιο αναφοράς της κεντρικής τράπεζας 8,25%, καθώς η κυβέρνηση προσπάθησε να τονώσει την οικονομία με φθηνό δανεισμό από κρατικές τράπεζες, όπως αναφέρεται.
Ο οίκος υπογράμμισε, επίσης, τη διάβρωση της δύναμης των θεσμών και της διακυβέρνησης τα τελευταία τρία χρόνια, μαζί με την αυξημένη πολιτική αβεβαιότητα, η οποία και έχει οδηγήσει σε επιδείνωση της ποιότητας και της διαφάνειας της οικονομικής πολιτικής.
Οι ανησυχίες μεταξύ των επενδυτών σχετικά με την κατεύθυνση της πολιτικής και τη διαφάνεια έχουν οδηγήσει σε περαιτέρω εξάντληση των αποθεμάτων συναλλαγματικών ισοτιμιών της κεντρικής τράπεζας φέτος, αυξημένη δολαριοποίηση της οικονομίας και σε σοβαρή εξασθένηση της λίρας, όπως τόνισε η Moody’s, προειδοποιώντας πως η αξιολόγησή της αναμένεται να δεχτεί υποβάθμιση εάν οι αρχές δεν επιτύχουν ένα αποτελεσματικό πλαίσιο πολιτικής που να υποστηρίζει τις ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης, να μετριάζει την πίεση στον πληθωρισμό και να θέτει τη χώρα σε βιώσιμο δρόμο οικονομικής ανάπτυξης. Παράλληλα τόνισε πως τα 48,5 δισεκατομμύρια δολάρια βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης, που λήγουν τους επόμενους 12 μήνες, καθιστούν τις τράπεζες της χώρας ευάλωτες σε περιορισμένη πρόσβαση στην αγορά, ανέφερε.
Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, το σοκ που έχει προκαλέσει η πανδημία καθώς και η επιδείνωση των σχέσεων της Άγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση απειλούν πλέον περισσότερο από ποτέ με κατάρρευση της τουρκικής λίρας, στέλνοντας την οικονομία σε αχαρτογράφητα νερά, ενώ οι οίκοι αξιολόγησης με μπαράζ εκθέσεών τους το τελευταίο διάστημα στέλνουν σήματα SOS για τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ήδη οικονομικά και δημοσιονομικά η χώρα.
Εκτεθειμένη η τουρκική οικονομία
Η κρίση του κορονοϊού "χτύπησε" τις εξαγωγές, ενώ ο τουριστικός τομέας έχει "παγώσει" προκαλώντας απότομη αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. Παράλληλα, τα μεγάλα βραχυπρόθεσμα εξωτερικά χρέη της Τουρκίας που φτάνουν τα 170 δισ. δολάρια ή το 22% του ΑΕΠ, αφήνουν την οικονομία εκτεθειμένη σε πολύ δύσκολες συνθήκες εξωτερικής χρηματοδότησης.
Ο Ερντογάν επιμένει ότι η οικονομία του θα σημειώσει ανάπτυξη (!) φέτος, με την κυβέρνηση να μην έχει προχωρήσει σε αλλαγή των προβλέψεών της προ-πανδημίας για ανάπτυξη 5% φέτος και να συνεχίζει να δίνει τις ίδιες προβλέψεις, ωστόσο οι επενδυτές και οι οίκοι έχουν εντελώς διαφορετική άποψη.
Σε δημοσκόπηση του Reuters στο περιβάλλον 42 αναλυτών και οικονομολόγων την περασμένη εβδομάδα, οι προβλέψεις μιλούν για ύφεση 4,3% στο σύνολο του 2020, με ύφεση της τάξης του 12,2% στο β’ τρίμηνο και 3,1% στο γ’ τρίμηνο. Η Scope Ratings βλέπει ύφεση φέτος στην Τουρκία από 4,2% έως 6,7%, ενώ Moody’s και S&P την έχουν τοποθετήσει στο 4%-5%.
Γιατί βυθίζεται η λίρα
Σύμφωνα με τους αναλυτές, οι πέντε παράγοντες που βυθίζουν τη λίρα και άρα την τουρκική οικονομία είναι η μεγάλη συρρίκνωση των αποθεματικών σε ξένο νόμισμα της χώρας, η νομισματική πολιτική της κεντρικής τράπεζας η οποία έχει αποδειχτεί αδύναμη, η βαθιά ύφεση στην οποία θα βρεθεί φέτος η Τουρκία λόγω του σοκ της πανδημίας, οι εξαιρετικά δύσκολες πιστωτικές συνθήκες στις οποίες έχουν περιέλθει οικονομία, επιχειρήσεις και τράπεζες, καθώς και η πολιτική της κυβέρνησης με τις προκλήσεις που δημιουργεί και τις εντάσεις που σημειώνονται με Μόσχα, Ουάσινγκτον, καθώς και με την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω Ελλάδας και Κύπρου.
Η τουρκική λίρα προσέγγισε την περασμένη εβδομάδα τα ιστορικά χαμηλά έναντι του ευρώ ξεπερνώντας το επίπεδο του 8, ενώ υποχώρησε στα χαμηλότερα επίπεδα από τα μέσα Μαΐου έναντι του δολαρίου και άνω του επιπέδου του 7, έχοντας υποτιμηθεί συνολικά κατά 8% μέσα σε έναν μόλις μήνα, και 14% από τις αρχές του έτους. Οι ανησυχίες για επιβολή κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω των προκλήσεων της Άγκυρας σε Ελλάδα και Κύπρο, καθώς και των ισχυρών επιπτώσεων της πανδημίας στον τουρισμό και στα μεγέθη της οικονομίας, έχουν στείλει το νόμισμά της σε έναν δρόμο που οδηγεί σε νέα νομισματική κρίση.
Βουτιά και σε ομόλογα - χρηματιστήριο
Σε μια προσπάθεια να στηρίξουν τη λίρα, μάταια όπως αποδείχθηκε, οι τουρκικές κρατικές τράπεζες και η κεντρική τράπεζα της χώρας προχώρησαν σε μαζικές πωλήσεις δολαρίων, άνω των 2,5 δισ. σε μία εβδομάδα, ενώ από τις αρχές του έτους οι πωλήσεις του αμερικανικού νομίσματος έχουν ξεπεράσει τα 100 δισ. Στόχος ήταν η προστασία της λίρας από μαζικές εκροές και τη ζήτηση για ξένο νόμισμα που έχει προκαλέσει το συνεχώς αυξανόμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Αυτές οι πολιτικές πυροδότησαν φόβους για μια πιστωτική φούσκα, με τους ξένους επενδυτές να έχουν επιδοθεί σε μία μαζική φυγή από τα assets της χώρας προκαλώντας sell-off σε ομόλογα και χρηματιστήριο, με τα τουρκικά ασφάλιστρα κινδύνου να έχουν εκτοξευθεί στα υψηλά του Μαΐου, όταν η χώρα είχε βρεθεί αντιμέτωπη με το πρώτο ισχυρό σοκ της κρίσης και την "έσωσε" η παρέμβαση του Κατάρ. Σημειώνεται πως τον Μάιο η Τουρκία γλύτωσε τα χειρότερα χάρη στην οικονομική στήριξη από το Κατάρ, ενώ τους τελευταίους μήνες οι αρχές της χώρας έχουν προσπαθήσει να μειώσουν την πίεση στη λίρα και μέσω της μείωσης των εισαγωγών, με αυξήσεις σε δασμούς καθώς και με ήπια capital controls. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν και οι αναλυτές, η στήριξη από το Κατάρ ήταν μία σταγόνα στον ωκεανό για τη χώρα.
Η βαθιά υποτίμηση της λίρας οδήγησε την περασμένη εβδομάδα σε μαζικές ρευστοποιήσεις στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο το προηγούμενο διάστημα είχε σημειώσει ένα ισχυρό ράλι. Ο δείκτης Borsa Istanbul 100 υποχώρησε πάνω από 6% και στα χαμηλότερα επίπεδα από τις 18 Ιουνίου, με τις μετοχές των τουρκικών τραπεζών να δέχονται τις "βολές" των πωλητών.
Την ίδια στιγμή, οι αποδόσεις των τουρκικών 10ετών ομολόγων, οι οποίες και αντικατοπτρίζουν το κόστος δανεισμού της χώρας, έχουν εκτοξευθεί πάνω από το 13% και κατά 33% από τις αρχές του έτους, σε αντίστοιχα επίπεδα με αυτές των 10ετών ομολόγων της Αιγύπτου και της Ουγκάντα.
"Μία ανάσα μακριά από μία κρίση"
"Η Τουρκία μέχρι στιγμής κατάφερε να αποφύγει τις έκτακτες αυξήσεις των επιτοκίων παρόμοιες με αυτές που παρατηρήθηκαν το 2014 ή το 2018. Αλλά η οικονομία της μπορεί να βρίσκεται μία ανάσα μακριά από μια κρίση", τόνισε η Oxford Economics σε έκθεσή της.
Και κατά την Capital Economics, η Τουρκία είναι αντιμέτωπη με τον κίνδυνο μίας νέας νομισματικής κρίσης, όχι μόνο λόγω του σοκ του SARS-CoV-2 αλλά κυρίως λόγω της επιδείνωσης των σχέσεών της με την Ε.Ε, μετά την απόφαση Ερντογάν για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί καθώς και τις ενέργειές της στα ελληνικά και κυπριακά ύδατα.
Οι έντονες προσπάθειες της κεντρικής τράπεζας να ελέγξει την πορεία της λίρας θα αποδειχθούν μάταιες, όπως επισημαίνει, τη στιγμή που το υψηλό ποσοστό πληθωρισμού της Τουρκίας σημαίνει ότι η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία πρέπει να εξασθενεί συνεχώς προκειμένου να αποφευχθεί η διάβρωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας. Oι μεγάλες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης της Τουρκίας και τα χαμηλά συναλλαγματικά αποθέματα σημαίνουν ότι η κεντρική τράπεζα δεν ήταν ποτέ σε ισχυρή θέση να στηρίξει το νόμισμα, ιδιαίτερα σε περίπτωση ενός σοκ.
Σύμφωνα με την εμπειρία του παρελθόντος, αν στη συνέχεια επιβληθούν κυρώσεις, καθώς και οι αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει στις αγορές η επιδείνωση των σχέσεων Τουρκίας-Ε.Ε., θα προκαλέσουν "πάγωμα" των εισροών κεφαλαίων στη χώρα και περαιτέρω βουτιά της λίρας. Όπως εκτιμά η Capital Economics, είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι η κεντρική τράπεζα θα καταφέρει να ενεργήσει και μάλιστα εγκαίρως, με την οικονομία έτσι να κινδυνεύει με μία νέα νομισματική κρίση, με την υποτίμηση της λίρας στο επίπεδο του 8 με 9 έναντι του δολαρίου να μην μπορεί να αποκλειστεί.
"Χαστούκια" από τους οίκους αξιολόγησης
Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν αρχίσει από τον Ιούλιο και στέλνουν προειδοποιητικά μηνύματα προς την Τουρκία, με τη Scope Ratings να προχωρά μάλιστα σε υποβάθμιση της αξιολόγησής της σε Β+ από ΒΒ- με σταθερό outlook, ως απόρροια της σημαντικής επιδείνωσης τόσο στο δημοσιονομικό όσο και στο νομισματικό περιβάλλον της χώρας.
Παράλληλα, ο οίκος εξέφρασε τους φόβους του για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα της οικονομίας της χώρας επισημαίνοντας πως η κίνησή του οφείλεται στους εξής λόγους: 1) στην αύξηση των κινδύνων για την εξωτερική θέση της χώρας σε συνδυασμό με τη μεγάλη έκθεση του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα σε πιθανή υποτίμηση της τουρκικής λίρας και εκροές κεφαλαίων και 2) στην επιδείνωση του δημοσιονομικού και νομισματικού περιβάλλοντος της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένης της αποτυχίας στο να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες μακροοικονομικές ανισορροπίες όπως ο υψηλός πληθωρισμός και η αύξηση των επιπέδων χρέους.
"Αυτή η αλλαγή αξιολόγησης αντικατοπτρίζει τις εκτιμήσεις της Scope στις κατηγορίες "εγχώριος οικονομικός κίνδυνος”, "κίνδυνος δημοσίων οικονομικών” και "εξωτερικός οικονομικός κίνδυνος”", ανέφερε ο οίκος αξιολόγησης. H αποδυνάμωση των αποθεματικών σημαίνει ότι η τουρκική οικονομία είναι όλο και λιγότερο ανθεκτική σε περιόδους κρίσης κατά τις οποίες κλιμακώνονται οι εκροές κεφαλαίων ή η πτώση της λίρας, όπως τόνισε προσθέτοντας πως η επιδείνωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας όχι μόνο αυξάνει τον πληθωρισμό, αλλά υπονομεύει επίσης τη βιωσιμότητα του χρέους. Σύμφωνα με τη Scope, η ποιότητα των διαρθρωτικών οικονομικών πολιτικών και του θεσμικού πλαισίου της Τουρκίας έχει αποδυναμωθεί μετά τη μετάβαση στην Εκτελεστική Προεδρία τον Ιούνιο του 2018, η οποία έδωσε στον Ερντογάν ευρείες εξουσίες.
Από την πλευρά του, ο οίκος S&P προειδοποίησε πως οι ανισορροπίες στην οικονομία της Τουρκίας ενδέχεται να επανεμφανιστούν. Η αύξηση της ζήτησης για δάνεια, η άνοδος του πληθωρισμού και τα μεγαλύτερα κενά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σημαίνουν ότι η οικονομία ενδέχεται να μη βρίσκεται σε σταθερή βάση, δήλωσε η S&P.
Ο πληθωρισμός στην Τουρκία επιταχύνθηκε στο 12,6% τον Ιούνιο (ήδη την περασμένη εβδομάδα η κεντρική τράπεζα αναθεώρησε ανοδικά τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό για το 2020, στο 8,9% από 7,4% πριν), καθώς οι αρχές προσπάθησαν να τονώσουν τη ζήτηση των καταναλωτών με φθηνά δάνεια από κρατικές τράπεζες. Τα μέτρα τόνωσης χτυπούν τη ζήτηση για εισαγωγές, ενώ η αύξηση των εξαγωγών καθυστερεί λόγω της πιεσμένης ζήτησης στην Ευρώπη, που είναι και η μεγαλύτερη αγορά της Τουρκίας.
Η πανδημία COVID-19 έχει, σύμφωνα με την S&P, σημαντική αρνητική επίδραση στην τουρκική οικονομία, άμεσα –διαβρώνοντας την εγχώρια ζήτηση– και έμμεσα – περιορίζοντας το εξωτερικό εμπόριο και τον τουρισμό. Κατά τον οίκο, η τουριστική σεζόν του καλοκαιριού αναμένεται να χαθεί ολοκληρωτικά για την Τουρκία, και έτσι οι εξαγωγές της χώρας θα συρρικνωθούν κατά 12% σε πραγματικούς όρους, ή 20% σε όρους δολαρίου.
"Η νομισματική κρίση της Τουρκίας που έπληξε την οικονομία της πριν από δύο χρόνια κινδυνεύει να επανέλθει στην επιφάνεια", προειδοποίησε από την πλευρά του ο οίκος Moody's.
Ο πληθωρισμός και οι εξωτερικές ευπάθειες παραμένουν υψηλές στην Τουρκία, και έχουν μάλιστα επιδεινωθεί λόγω της αδυναμίας της τουρκικής λίρας, ενώ η οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί έντονα φέτος, όπως σημείωσε ο οίκος.
"Η πιθανότητα για ανανεωμένες γεωπολιτικές εντάσεις και παρατεταμένη στασιμότητα είναι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επανάληψη της νομισματικής κρίσης του 2018 ή σε πιο δύσκολες συνθήκες", όπως προειδοποίησε.
Η Τουρκία εμπλέκεται σε στρατιωτικές συγκρούσεις στη Λιβύη και έχει επιταχύνει τις πολιτικές εντάσεις με τις γείτονες χώρες Ελλάδα και Κύπρο εξερευνώντας υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο. Εν τω μεταξύ, ο πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί και κινείται σε διψήφια επίπεδα και σημαντικά υψηλότερα από το επιτόκιο αναφοράς της κεντρικής τράπεζας 8,25%, καθώς η κυβέρνηση προσπάθησε να τονώσει την οικονομία με φθηνό δανεισμό από κρατικές τράπεζες, όπως αναφέρεται.
Ο οίκος υπογράμμισε, επίσης, τη διάβρωση της δύναμης των θεσμών και της διακυβέρνησης τα τελευταία τρία χρόνια, μαζί με την αυξημένη πολιτική αβεβαιότητα, η οποία και έχει οδηγήσει σε επιδείνωση της ποιότητας και της διαφάνειας της οικονομικής πολιτικής.
Οι ανησυχίες μεταξύ των επενδυτών σχετικά με την κατεύθυνση της πολιτικής και τη διαφάνεια έχουν οδηγήσει σε περαιτέρω εξάντληση των αποθεμάτων συναλλαγματικών ισοτιμιών της κεντρικής τράπεζας φέτος, αυξημένη δολαριοποίηση της οικονομίας και σε σοβαρή εξασθένηση της λίρας, όπως τόνισε η Moody’s, προειδοποιώντας πως η αξιολόγησή της αναμένεται να δεχτεί υποβάθμιση εάν οι αρχές δεν επιτύχουν ένα αποτελεσματικό πλαίσιο πολιτικής που να υποστηρίζει τις ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης, να μετριάζει την πίεση στον πληθωρισμό και να θέτει τη χώρα σε βιώσιμο δρόμο οικονομικής ανάπτυξης. Παράλληλα τόνισε πως τα 48,5 δισεκατομμύρια δολάρια βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης, που λήγουν τους επόμενους 12 μήνες, καθιστούν τις τράπεζες της χώρας ευάλωτες σε περιορισμένη πρόσβαση στην αγορά, ανέφερε.