Με στόχο την ευρύτερη πολιτική συναίνεση, όπως χαρακτηριστικά τονίζει, καταθέτει ο υπουργός Εσωτερικών Γιάννης Μιχελάκης νέες νομοτεχνικές βελτιώσεις στην τροπολογία για την αναστολή της χρηματοδότησης πολιτικών κομμάτων, των οποίων η ηγεσία ή ένας σημαντικός αριθμός βουλευτών εμπλέκονται «σε εγκληματικές ενέργειες που στρέφονται ευθέως κατά της ίδιας της χώρας, της Δημοκρατίας και της κοινωνίας».
Οι νομοτεχνικές βελτιώσεις είναι προϊόν «αλλεπάλληλων συναντήσεων με εκπροσώπους των κομμάτων, έτσι ώστε όλοι μαζί να στείλουμε ένα ισχυρό μήνυμα» σημειώνει ο υπουργός Εσωτερικών, αναφερόμενος στην άσκηση σειράς ποινικών διώξεων σε βάρος βουλευτών της Χρυσής Αυγής.
Η τροπολογία που καταθέτουν από κοινού τα υπουργεία Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, για την αναστολή της χρηματοδότησης πολιτικών κομμάτων, αφορά αποκλειστικά στις περιπτώσεις εγκληματικής οργάνωσης (άρθρο 187 Π.Κ.) και της τρομοκρατίας (άρθρο 187Α Π.Κ.).
Συμπληρωματικά, στην νέα τροπολογία προβλέπεται αναστολή της χρηματοδότησης σε «περίπτωση άσκησης δίωξης» και στην περίπτωση «επιβολής προσωρινής κράτησης» κατά το άρθρο 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κατόπιν άδειας της Βουλής σύμφωνα με το άρθρο 62 του Συντάγματος. Η ενσωμάτωση της πρόβλεψης για το άρθρο 282 Π.Κ. εμπεριέχεται στην τροπολογία που έχει καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Επίσης, η αναστολή της χρηματοδότησης θα εφαρμόζεται όταν η δίωξη στρέφεται «κατά περισσοτέρων του ενός πέμπτου των βουλευτών ή του ενός πέμπτου των ευρωβουλευτών ή του ενός πέμπτου των μελών του κεντρικού οργάνου διοίκησης».
Τέλος, η αναστολή της χρηματοδότησης θα γίνεται «μετά από απόφαση της Βουλής με ονομαστική ψηφοφορία και την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών».
Η συγκεκριμένη ρύθμιση αποτελεί συγκερασμό της τροπολογίας του υπουργείου και της τροπολογίας που κατέθεσε την προηγούμενη εβδομάδα ο ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, στις δυο προηγούμενες τροπολογίες του υπουργείου Εσωτερικών προβλεπόταν ότι η αναστολή θα διατάσσεται με κοινή απόφαση των υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε εισηγηθεί να αποφασίζει η Βουλή με ονομαστική ψηφοφορία και πλειοψηφία των τριών πέμπτων του συνόλου των βουλευτών.