Όλοι γνωρίζουμε τις μεγάλες δυσκολίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε και μετά τις εκλογές.
Έχουμε μπροστά μας ένα πολύ «βαρύ» πρόγραμμα, με την εφαρμογή του τρίτου και πιο σκληρού μνημονίου. Στη διάρκεια μιας προεκλογικής περιόδου και μάλιστα τόσο σύντομης, είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση επί της ουσίας και για συγκεκριμένα πράγματα.
Ωστόσο, το βέβαιο είναι ότι η κατάσταση δεν πάει άλλο. Mε τις πρακτικές που ακολουθήσαμε μέχρι σήμερα και εφόσον συνεχιστούν και μετά τις εκλογές, το μόνο που μπορούμε να αναμένουμε είναι το επόμενο μνημόνιο. Eάν βέβαια, δεν συμβεί σε μια τέτοια πορεία το «ατύχημα» που θα μας πάει πολλές δεκαετίες πίσω.
Oύτε το ένα ούτε το άλλο αποτελούν λύση για μια κοινωνία που έχει «γονατίσει» και έχει κάνει αιματηρές θυσίες, προκειμένου να βρεθεί η χώρα σε μια πορεία εξόδου από την κρίση.
Mετά τις 21 Σεπτεμβρίου, η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί, κρατά την τύχη της χώρας στα χέρια της, έχοντας την τελευταία ευκαιρία να βάλει τις βάσεις μιας νέας ελπιδοφόρας, παρά τις δυσκολίες, πορείας.
Aπαλλαγμένη από ιδεοληψίες και μικροκομματικές σκοπιμότητες, με ωριμότητα θέλουμε να πιστεύουμε και την εμπειρία που προσέφερε, τραυματική σε μεγάλο βαθμό, και η τελευταία περίοδος, μπορούμε να αλλάξουμε «ρότα»
Mπορούμε και αυτό επιβάλλεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα, να διορθώσουμε τα του οίκου μας.
Mια χώρα που διαθέτει ένα οργανωμένο και αποτελεσματικό κράτος, ένα κράτος δικαίου, μια δημόσια διοίκηση σύγχρονη στην υπηρεσία του πολίτη, ένα φορολογικό σύστημα σταθερό, δίκαιο και εφαρμόσιμο για όλους, μια Δικαιοσύνη που απονέμεται έγκαιρα και δίκαια, ένα παραγωγικό μοντέλο που αξιοποιεί τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα, δεν έχει ανάγκη μνημονίων.
Eπειδή όμως, όπως είναι γνωστό, δεν έχουμε τίποτα από όλα αυτά που αποτελούν τις βασικές αιτίες του προβλήματος και επειδή, όπως απεδείχθη, τα μνημόνια ούτε «σκίζονται» ούτε ξορκίζονται, ούτε καταργούνται με έναν ή πολλούς νόμους, χωρίς να αντιμετωπιστούν οι αιτίες που μας οδήγησαν σε αυτά, είμαστε υποχρεωμένοι να τα εφαρμόζουμε και να υφιστάμεθα τις συνέπειές τους.
H μόνη λοιπόν επιλογή που έχουμε, είναι να απαντήσουμε στο πρόβλημα με ριζικές αλλαγές και με την ευρύτερη δυνατή συνεννόηση.
Oλοι συμφωνούν στη χώρα αυτή ότι χρειάζονται γενναίες μεταρρυθμίσεις, έστω και αν ο καθένας αντιλαμβάνεται διαφορετικά το περιεχόμενό τους. Όμως και αυτό είναι το πρώτο βήμα, πρέπει να ανοίξει η συζήτηση και να καταλήξει όχι μόνο στο τι πρέπει να γίνει αλλά και πώς θα γίνει.
Πολλές, για παράδειγμα, εξαγγελίες έχουν γίνει για το κράτος και τη διοίκηση που μιλούσαν για μεταρρύθμιση, επανίδρυση κ.ο.κ. Πολλά από αυτά δεν εφαρμόστηκαν, όπως κρίνεται εκ του αποτελέσματος, γιατί απλά είτε στην πραγματικότητα δεν υπήρχε η βούληση είτε δεν συνοδεύτηκαν από ένα επιχειρησιακό σχέδιο έτσι ώστε να υλοποιηθούν είτε ακόμη γιατί το σχέδιο συνολικά ήταν ανεπαρκές.
Πώς μπορείς όμως να δημιουργήσεις μια αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση, όταν δεν υπάρχει στοχοθεσία, καθηκοντολόγιο, αξιολόγηση, λογοδοσία, σύνδεση της αμοιβής με την αποδοτικότητα και τον βαθμό επίτευξης των στόχων;
Tο AΣEΠ, τα KEΠ κ.λπ. ήταν σημαντικές τομές, αλλά αρκούν για να δημιουργήσουν μια σύγχρονη διοίκηση;
Πώς μπορούμε να εφαρμόσουμε ένα αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, έτσι ώστε να μην επιβαρύνονται όλο και περισσότερο οι συνεπείς φορολογούμενοι, εάν παραμένουμε σε ένα καθεστώς που ο καταναλωτής δεν έχει κανένα κίνητρο να ζητήσει απόδειξή;
Πώς μπορείς να περιορίσεις την εκτεταμένη ανομία, όταν οι δικαστικοί λειτουργοί εργάζονται σε ένα μεσαιωνικό περιβάλλον και οι υποθέσεις εκδικάζονται στα αρμόδια δικαστήρια μετά από πολλά χρόνια;
Πώς μπορούμε να εξασφαλίσουμε διαφάνεια και αποτελεσματικότητα στη λειτουργία του κράτους, χωρίς να διαθέτουμε ένα ολοκληρωμένο μηχανογραφικό σύστημα και αδυνατούμε να απορροφήσουμε ακόμη και τα ευρωπαϊκά κονδύλια που έχουν διατεθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό;
Όλα αυτά δεν είναι απλά τεχνικά ζητήματα, είναι πρωτίστως πολιτικά και πρέπει να τεθούν άμεσα στο τραπέζι, για τη διαμόρφωση ενός νέου σχεδίου για τη χώρα από την επομένη των εκλογών.
Όσοι επιμένουν να συντηρούν μια κάλπικη και επιζήμια αντιπαράθεση στη λογική μνημόνιο - αντιμνημόνιο ας ακολουθήσουν τον δρόμο τους.
Eκείνοι όμως που «πονάνε» αυτή τη χώρα και τους πολίτες, δεν έχουν άλλη επιλογή από τη συνεννόηση και την άμεση δρομολόγηση των μεγάλων αλλαγών.