Το ποσό των 13 δισ. ευρώ σε νέα χρηματοδότηση υπολογίζεται πως θα χρειαστούν μέχρι το 2020 οι 650.000 μικρομεσσαίες επιχειρήσεις της χώρας (ΜμΕ) για να μπορέσουν να αναπτυχθούν.
Παράλληλα θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθούν από τις τράπεζες δάνεια ύψους περίπου 9 δισ. ευρώ, ώστε να αποκτήσουν νέα ορμή και να επωφεληθούν από την ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει μελέτη της PwC, η οποία υπογραμμίζει πως η βελτίωση της ροής κεφαλαίων προς τις ΜμΕ αποτελεί προϋπόθεση για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την επιστροφή της σε τροχιά ανάπτυξης.
Σύμφωνα με την PwC, σε αντίθεση με τους ισχυρούς ομίλους, οι ΜμΕ επιχειρήσεις της χώρας, η «ραχοκοκκαλιά» της ελληνικής οικονομίας όπως έχουν χαρακτηρισθεί, έχουν καταπονηθεί έντονα από την παρατεταμένη ύφεση και τις δυσκολίες που υπάρχουν στην άντληση φθηνής ρευστότητας. Υπολογίζεται ότι 2.476 εταιρείες με ετήσια έσοδα μεταξύ 10 και 50 εκατ. ευρώ φυτοζωούν (οι λεγόμενες και «Zombies»), έχοντας απολέσει το 43% των ιδίων κεφαλαίων τους από το 2009 έως το 2013, ενώ περίπου 600 εταιρείες δεν φαίνεται να έχουν βιώσιμες προοπτικές. Επιπλέον, 1.106 εταιρείες δεν έχουν σαφή πορεία και η εξέλιξη της βιωσιμότητάς τους θα μπορούσε, ανάλογα με τις συνθήκες, να είναι θετική ή αρνητική, ενώ μόλις 778 εταιρείες έχουν καλά οικονομικά αποτελέσματα και καλές προοπτικές ανάπτυξης. Πέρα από τα νέα κεφάλαια, κρίσιμη για να μπορέσουν να ξανασταθούν όρθιες και να εμφανίσουν κέρδη εκτιμάται πως είναι η αναχρηματοδότηση του δανεισμού σε ένα εύλογο χρονικό ορίζοντα. Η PwC υπολογίζει ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (κόκκινα) των ΜμΕ ανέρχονταν το 2014 σε 27,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 9 δισ. ευρώ είναι αναχρηματοδοτούμενα ενώ τα 18,5 δισ. ευρώ μπορούν να διαγραφούν.
Τα εμπόδια...
Η PwC εντοπίζει σε τρία σημεία την αδυναμία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να αντλήσουν νέα ρευστότητα και να χρηματοδοτουν:
Στην περιορισμένη διαθεσιμότητα ιδίων κεφαλαίων (equity) και έλλειψη εναλλακτικών καναλιών πρόσβασης σε κεφάλαια από στις ΜμΕ
Στη δυσκολία αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΜμΕ και
Στον κατακερματισμό των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων και στην έλλειψη εξοικείωσης/πληροφόρησης της αγοράς στη χρήση τους
Η δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για την εμφάνιση περισσότερων βιώσιμων ΜμΕ με αναπτυξιακή προοπτική, υποστηρίζει η PwC, πρέπει να αποτελεί βασικό άξονα κάθε πολιτικής. Μάλιστα, η εταιρεία προτείνει τρία μέτρα που θα διευκολύνουν τη χρηματοδότησή τους. Ειδικότερα, το πρώτο αφορά στη δημιουργία Ταμείου Επιχειρηματικών Κεφαλαίων με αρχικά κεφάλαια 200 εκατ. ευρώ -300 εκατ. ευρώ, προερχόμενα από το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο (IfG) και το ελληνικό κράτος με αποκλειστικό σκοπό την επένδυση σε ΜμΕ. Το Ταμείο θα εισαχθεί στο Χρηματιστήριο Αθηνών, ενώ διαχείρισή του θα γίνεται από εγνωσμένης αξίας μάνατζερ. Με τον τρόπο αυτό, ένα κρυφό μέρος της ελληνικής οικονομίας θα γίνει ορατό σε διεθνείς επενδυτές μέσω του Ταμείου Επιχειρηματικών Κεφαλαίων.
«Λευκός Τειρεσίας»
Το δεύτερο σχετίζεται με τη δημιουργία κρατικού μηχανισμού αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (credit rating) των ΜμΕ και δημιουργία προϋποθέσεων συλλογής και επεξεργασίας στοιχείων αξιολόγησης ρίσκου των ΜμΕ. Στην ουσία θα πρόκειται για έναν «Λευκό Τειρεσία», όπου όλες οι επιχειρήσεις θα υποβάλουν υποχρεωτικά τα οικονομικά τους στοιχεία. Το τρίτο αφορά τη σύσταση φορέα για τον συντονισμό όλων των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών δράσεων για τις ΜμΕ (Εθνικός Συντονιστής). Ο Εθνικός Συντονιστής διαχειρίζεται και προωθεί όλα τα προγράμματα χρηματοδότησης ΜμΕ και θα διαθέτει τα κεφάλαια μέσω πιστωτικών ιδρυμάτων και παρόχων ιδίων κεφαλαίων.
«Είναι αναγκαίο να αποκατασταθούν άμεσα οι ελλείψεις που περιορίζουν την ροή χρηματοδότησης προς τις ΜμΕ, και να δημιουργηθεί από την αρχή ένα συνολικό και εσωτερικά συνεπές σύστημα χρηματοδότησης. Αυτό θα επιτρέψει την άσκηση πολιτικής για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, θα διευκολύνει τις τράπεζες, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελέσει πλατφόρμα βελτίωσης των ΜμΕ», σημειώνουν στελέχη της PwC.