Αυξημένη είναι, κυρίως λόγω των κεφαλαιακών ελέγχων, η χρήση καρτών (χρεωστικών και πιστωτικών) από τους καταναλωτές στις συναλλαγές τους στο λιανεμπόριο τροφίμων, όπως προκύπτει από μελέτη που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) για την επίδραση της αύξησης στη χρήση πιστωτικών καρτών στο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων στο λιανεμπόριο τροφίμων.
Αναλυτικότερα, στο λιανεμπόριο τροφίμων το ποσοστό χρήσης καρτών εκτιμάται ότι μέχρι τον Ιούνιο 2015 ήταν στα επίπεδα του 7-8% για τις μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ και κάτω από 1% για τα μικρά σημεία πώλησης. Τα ποσοστά χρήσης πιστωτικών καρτών, μετά την επιβολή των ελέγχων κεφαλαίων άλλαξαν άρδην.
Σύμφωνα με τη σχετική έρευνα του ΙΕΛΚΑ υπάρχουν επιχειρήσεις που το ποσοστό αύξησης της χρήσης καρτών (είτε πιστωτικών είτε χρεωστικών) δεκαπλασιάστηκε. Συνολικά εκτιμάται ότι το ποσοστό για το σύνολο της αγοράς μέσα σε λίγες ημέρες εξαπλασιάστηκε και μετά από ένα μικρό χρονικό διάστημα σταθεροποιήθηκε σε λίγο χαμηλότερο επίπεδο, αλλά με σταθερά αυξητικές τάσεις.
Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι το ποσοστό χρήσης πιστωτικών καρτών αυξήθηκε εξαιτίας των ελέγχων κεφαλαίων μεσοσταθμικά από 4,5% σε 19,5%, με αύξηση για τις αλυσίδες σουπερμάρκετ από 7,5% σε 35% με αυξητικές τάσεις και για τα μικρότερα σημεία πώλησης από 1% σε 5% με αυξητικές τάσεις. Αυτή τη στιγμή στο οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων (μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ) η χρήση καρτών στις συναλλαγές φθάνει ακόμα και στο 50% των συνολικών αγορών.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας καταναλωτών του ΙΕΛΚΑ, περίπου οι μισοί καταναλωτές (49%), 1 στους 2, δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν πλέον πιο συχνά πιστωτική ή χρεωστική κάρτα για τις συναλλαγές τους. Όπως προκύπτει από στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η Τράπεζα της Ελλάδος, την μεγαλύτερη και σημαντικότερη αύξηση παρουσιάζουν οι συναλλαγές με χρεωστική κάρτα με τον αριθμό των συναλλαγών να αυξάνεται από περίπου 15 εκατ. ευρώ σε περίπου 60 εκατ. ευρώ (+300%) από το πρώτο εξάμηνο του 2015 στο δεύτερο εξάμηνο του 2015, όταν οι πιστωτικές κάρτες παρουσιάζουν αύξηση από 23 εκατ. σε 29 εκατ. συναλλαγές (+25%).
Αυτές οι αυξήσεις, πέρα από τα πολύ θετικά αποτελέσματα που επιφέρουν μακροοικονομικά και ιδιαίτερα στη μείωση της φοροδιαφυγής/φοροαποφυγής, προκαλούν μία αξιοσημείωτη αύξηση του κόστους στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Τα στοιχεία της ανάλυσης κόστους που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο μελέτης του ΙΕΛΚΑ, καθώς και τα στοιχεία από αντίστοιχες έρευνες στο εξωτερικό (Food Marketing Institute – USA, Australian Retailers Association, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) συνηγορούν σε δύο βασικά συμπεράσματα:
1. Ότι γενικά παγκοσμίως η χρήση πιστωτικών καρτών έχει υψηλότερο κόστος σε σχέση τη χρήση μετρητών, με το κόστος των πιστωτικών καρτών για το λιανεμπόριο να ανέρχεται σε 1,6-1,8% επί των πωλήσεων και των μετρητών σε 0,6-0,9% επί των πωλήσεων.
2. Ότι η χρήση συγκεκριμένα χρεωστικών καρτών στην Ελλάδα έχει σημαντικά υψηλότερο κόστος από άλλες χώρες, καθώς οι χρεωστικές κάρτες αντιμετωπίζονται συνήθως ως πιστωτικές κάρτες από τον τραπεζικό κλάδο όσον αφορά την χρέωση της συναλλαγής. Έτσι ενώ το κόστος χρήσης χρεωστικών καρτών σε τρίτες χώρες είναι σε επίπεδα του 0,4-0,8%, στην Ελλάδα είναι υπερδιπλάσιο στο 1,7%.
Όπως επισημαίνει το ΙΕΛΚΑ, στην πραγματικότητα πιστωτικές και χρεωστικές κάρτες έχουν ουσιώδεις διαφορές, εξαιτίας των οποίων στις περισσότερες χώρες της Δυτικής Ευρώπης και στις ΗΠΑ έχουν διαφορετικό κόστος προμήθειας τραπεζικής συναλλαγής για τον έμπορο σε σχέση με τις πιστωτικές κάρτες, με κυριότερο το ότι δεν εμπεριέχουν τον κίνδυνο της συναλλαγής μέσω δανεισμού.
Κάθε χώρα αντιμετωπίζει διαφορετικά την προμήθεια για τη χρήση χρεωστικής κάρτας. Σε ορισμένες χώρες, οι τράπεζες τείνουν να επιβάλουν ένα μικρό σταθερό ποσό για κάθε συναλλαγή χρεωστικής κάρτας (π.χ. Γαλλία, Γερμανία). Με αυτό τον τρόπο πληρώνονται τα διαχειριστικά κόστη της τράπεζας για τη συναλλαγή και παράλληλα ενθαρρύνεται η χρήση τους.
Η ανάλυση κόστους που πραγματοποίησε το ΙΕΛΚΑ είναι αποκαλυπτική για τις συνέπειες που έχει η αύξηση χρήσης πιστωτικών και ιδιαίτερα των χρεωστικών καρτών ως μέσου πληρωμής στο λιανεμπόριο τροφίμων στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι οι παραπάνω εξελίξεις οδηγούν σε ετήσια αύξηση τους λειτουργικού κόστους των λιανεμπορικών επιχειρήσεων κατά 50 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 0,21% των πωλήσεων. Το ποσό αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό δεδομένου ότι οι κερδοφόρες επιχειρήσεις του κλάδου λειτουργούν με καθαρό περιθώριο κερδοφορίας προ φόρων της τάξης του 1-1,5%.
Από την παραπάνω ανάλυση γίνεται σαφές ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτού του επιπλέον κόστους έχει προκληθεί από τον 4πλασιασμό των συναλλαγών με τη χρήση χρεωστικής κάρτας και την αντιμετώπιση τους ως πιστωτικές στην χρέωση τους.
Από την ανάλυση προκύπτει αύξηση του συνολικού κόστους των επιχειρήσεων, εξέλιξη που αναμένεται να είναι εις βάρος του καταναλωτή (εφόσον δεν μειωθεί το κόστος χρήσης χρεωστικών καρτών), καθώς το αυξημένο αυτό κόστος έρχεται να προστεθεί στις πρόσφατες αυξήσεις του ΦΠΑ στα τρόφιμα. Εκτιμάται ότι η υιοθέτηση ενός συστήματος χρέωσης προμήθειας για τις χρεωστικές κάρτες αντίστοιχου χωρών της ΕΕ θα δημιουργήσει σημαντικά πλεονεκτήματα στο λιανεμπόριο τροφίμων σε μία εποχή με έντονες πτωτικές τάσεις.