Στην έσχατη λύση της αγοράς από τις ίδιες των ακινήτων που βγαίνουν στον πλειστηριασμό καταφεύγουν οι τράπεζες, ελλείψει ενδιαφέροντος από αγοραστές στις τιμές στις οποίες εκποιούνται τα πρώτα ακίνητα.
Ηδη ένας αριθμός περίπου 250 ακινήτων έχει περιέλθει στην κυριότητα των τραπεζών από τους πρώτους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, αλλά και όσους φυσικούς προηγήθηκαν λίγο πριν από την πλήρη μετάπτωση στο ηλεκτρονικό σύστημα στις 28 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για το 80% των ακινήτων που εκποιήθηκαν, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες ένα τμήμα αυτών που αποκτήθηκαν από τις τράπεζες τους τελευταίους μήνες είναι με πρωτοβουλία του οφειλέτη, που αποδέχεται να αποποιηθεί το ακίνητό του προκειμένου να εξοφλήσει το σύνολο ή μέρος της οφειλής.
Η άπνοια στην αγορά ακινήτων αποτυπώνεται στα στοιχεία για την εξέλιξη των πλειστηριασμών από την ενεργοποίηση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύει η «Κ», από τις 29 Νοεμβρίου μέχρι και την περασμένη Τετάρτη πραγματοποιήθηκαν συνολικά 722 πλειστηριασμοί από τους οποίους μόλις οι 246 υπήρξαν γόνιμοι, δηλαδή υπήρξε κατακύρωση του ακινήτου σε πλειοδότη, ακόμη και αν η προσφορά του ήταν η μοναδική. Ο αριθμός των άγονων πλειστηριασμών, δηλαδή αυτών για τους οποίους δεν υπήρξε καμία συμμετοχή, ανήλθε στους 254 και αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο ακινήτων που βγήκαν στο σφυρί.
Εχοντας καθυστερήσει δραματικά στο θέμα των πλειστηριασμών, οι τράπεζες υποχρεώνονται πλέον να διαθέσουν μαζικά όχι μόνο βιομηχανικά ή εμπορικά ακίνητα, αλλά και οικόπεδα, σπίτια ή χώρους πάρκινγκ. Αν και οι πλειστηριασμοί που έχουν αναγγελθεί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα eauction συνδέονται κυρίως με οφειλές από επιχειρηματικά δάνεια και μάλιστα μεγάλων ποσών, τα ακίνητα που εκποιούνται είναι σε αρκετές περιπτώσεις διαμερίσματα ή οικόπεδα, τα οποία είχαν προσημειωθεί κατά τη χορήγηση του δανείου ή προσημειώθηκαν στη συνέχεια.
Οι τράπεζες προκρίνουν τη λύση να πάρουν πάνω τους τα ακίνητα τα οποία θεωρούν ότι μπορούν στο μέλλον να τα πουλήσουν σε καλύτερες τιμές από αυτές στις οποίες εκποιούνται σήμερα, προσδοκώντας ότι σταδιακά η κατάσταση στην αγορά ακινήτων θα ομαλοποιηθεί και ότι στο μέλλον θα υπάρξει ζήτηση για αυτά. Στόχος είναι τα ακίνητα που θεωρούνται εμπορεύσιμα, των οποίων η εμπορική τιμή εκτιμάται ότι μπορεί να αυξηθεί σε ένα, δύο ή τρία χρόνια από σήμερα.
Οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για πάνω από 5.000 ακίνητα που θα έρθουν στην κυριότητά τους έως τα τέλη του χρόνου σε σύνολο 9.000 - 10.000 πλειστηριασμών που αναμένεται ότι θα πραγματοποιηθούν το 2018. Τα νέα ακίνητα θα προστεθούν σε εκείνα που έχουν ήδη στην κατοχή τους οι τράπεζες, ο αριθμός των οποίων ανέρχεται στις 15.000, καθιστώντας ουσιαστικά τις τράπεζες τις μεγαλύτερες εταιρείες real estate στη χώρα. Η πολιτική της ιδίας κράτησης των ακινήτων δεν είναι χωρίς κινδύνους και επιστρατεύεται ως το αναγκαίο κακό στην προσπάθεια μείωσης των κόκκινων δανείων, που μπαίνει στην πιο κρίσιμη φάση της. Προβλήματα όπως το υψηλό διαχειριστικό κόστος που συνεπάγεται για τις τράπεζες η διακράτηση επί μακρόν αυτών των ακινήτων, η υψηλή φορολογία που βαραίνει την ακίνητη περιουσία στη χώρα και πολύ περισσότερο η προοπτική μιας παρατεταμένης ασθενικής ανάπτυξης, που δεν θα επιτρέψει την ανάκαμψη της αγοράς, αποτελούν τον μεγάλο φόβο των τραπεζών. Με το απόθεμα των ακινήτων να αναμένεται να φτάσει περί τις 20.000 έως τα τέλη του χρόνου, η βασική ανησυχία είναι η διάψευση των προσδοκιών για αναθέρμανση της ζήτησης, τη στιγμή μάλιστα που οι τράπεζες θα έχουν εξαντλήσει την πολιτική εκποίησης ακινήτων των μεγαλοοφειλετών, πολλοί από τους οποίους ανήκουν στην κατηγορία των στρατηγικών κακοπληρωτών.
Μέχρι στιγμής η απειλή του πλειστηριασμού φαίνεται ότι λειτουργεί, καθώς το ένα τρίτο περίπου των οφειλετών των οποίων το ακίνητο βγαίνει στο σφυρί, αναζητά στο παρά πέντε συναινετική λύση με την τράπεζα. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, από τους 722 ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα 184 ανεστάλησαν και άλλοι 38 ματαιώθηκαν. Πρόκειται για περιπτώσεις στις οποίες οι οφειλέτες ήρθαν σε συνεννόηση με την τράπεζα λίγο πριν από τον πλειστηριασμό του ακινήτου.
Ηδη ένας αριθμός περίπου 250 ακινήτων έχει περιέλθει στην κυριότητα των τραπεζών από τους πρώτους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, αλλά και όσους φυσικούς προηγήθηκαν λίγο πριν από την πλήρη μετάπτωση στο ηλεκτρονικό σύστημα στις 28 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για το 80% των ακινήτων που εκποιήθηκαν, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες ένα τμήμα αυτών που αποκτήθηκαν από τις τράπεζες τους τελευταίους μήνες είναι με πρωτοβουλία του οφειλέτη, που αποδέχεται να αποποιηθεί το ακίνητό του προκειμένου να εξοφλήσει το σύνολο ή μέρος της οφειλής.
Η άπνοια στην αγορά ακινήτων αποτυπώνεται στα στοιχεία για την εξέλιξη των πλειστηριασμών από την ενεργοποίηση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύει η «Κ», από τις 29 Νοεμβρίου μέχρι και την περασμένη Τετάρτη πραγματοποιήθηκαν συνολικά 722 πλειστηριασμοί από τους οποίους μόλις οι 246 υπήρξαν γόνιμοι, δηλαδή υπήρξε κατακύρωση του ακινήτου σε πλειοδότη, ακόμη και αν η προσφορά του ήταν η μοναδική. Ο αριθμός των άγονων πλειστηριασμών, δηλαδή αυτών για τους οποίους δεν υπήρξε καμία συμμετοχή, ανήλθε στους 254 και αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο ακινήτων που βγήκαν στο σφυρί.
Εχοντας καθυστερήσει δραματικά στο θέμα των πλειστηριασμών, οι τράπεζες υποχρεώνονται πλέον να διαθέσουν μαζικά όχι μόνο βιομηχανικά ή εμπορικά ακίνητα, αλλά και οικόπεδα, σπίτια ή χώρους πάρκινγκ. Αν και οι πλειστηριασμοί που έχουν αναγγελθεί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα eauction συνδέονται κυρίως με οφειλές από επιχειρηματικά δάνεια και μάλιστα μεγάλων ποσών, τα ακίνητα που εκποιούνται είναι σε αρκετές περιπτώσεις διαμερίσματα ή οικόπεδα, τα οποία είχαν προσημειωθεί κατά τη χορήγηση του δανείου ή προσημειώθηκαν στη συνέχεια.
Οι τράπεζες προκρίνουν τη λύση να πάρουν πάνω τους τα ακίνητα τα οποία θεωρούν ότι μπορούν στο μέλλον να τα πουλήσουν σε καλύτερες τιμές από αυτές στις οποίες εκποιούνται σήμερα, προσδοκώντας ότι σταδιακά η κατάσταση στην αγορά ακινήτων θα ομαλοποιηθεί και ότι στο μέλλον θα υπάρξει ζήτηση για αυτά. Στόχος είναι τα ακίνητα που θεωρούνται εμπορεύσιμα, των οποίων η εμπορική τιμή εκτιμάται ότι μπορεί να αυξηθεί σε ένα, δύο ή τρία χρόνια από σήμερα.
Οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για πάνω από 5.000 ακίνητα που θα έρθουν στην κυριότητά τους έως τα τέλη του χρόνου σε σύνολο 9.000 - 10.000 πλειστηριασμών που αναμένεται ότι θα πραγματοποιηθούν το 2018. Τα νέα ακίνητα θα προστεθούν σε εκείνα που έχουν ήδη στην κατοχή τους οι τράπεζες, ο αριθμός των οποίων ανέρχεται στις 15.000, καθιστώντας ουσιαστικά τις τράπεζες τις μεγαλύτερες εταιρείες real estate στη χώρα. Η πολιτική της ιδίας κράτησης των ακινήτων δεν είναι χωρίς κινδύνους και επιστρατεύεται ως το αναγκαίο κακό στην προσπάθεια μείωσης των κόκκινων δανείων, που μπαίνει στην πιο κρίσιμη φάση της. Προβλήματα όπως το υψηλό διαχειριστικό κόστος που συνεπάγεται για τις τράπεζες η διακράτηση επί μακρόν αυτών των ακινήτων, η υψηλή φορολογία που βαραίνει την ακίνητη περιουσία στη χώρα και πολύ περισσότερο η προοπτική μιας παρατεταμένης ασθενικής ανάπτυξης, που δεν θα επιτρέψει την ανάκαμψη της αγοράς, αποτελούν τον μεγάλο φόβο των τραπεζών. Με το απόθεμα των ακινήτων να αναμένεται να φτάσει περί τις 20.000 έως τα τέλη του χρόνου, η βασική ανησυχία είναι η διάψευση των προσδοκιών για αναθέρμανση της ζήτησης, τη στιγμή μάλιστα που οι τράπεζες θα έχουν εξαντλήσει την πολιτική εκποίησης ακινήτων των μεγαλοοφειλετών, πολλοί από τους οποίους ανήκουν στην κατηγορία των στρατηγικών κακοπληρωτών.
Μέχρι στιγμής η απειλή του πλειστηριασμού φαίνεται ότι λειτουργεί, καθώς το ένα τρίτο περίπου των οφειλετών των οποίων το ακίνητο βγαίνει στο σφυρί, αναζητά στο παρά πέντε συναινετική λύση με την τράπεζα. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, από τους 722 ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα 184 ανεστάλησαν και άλλοι 38 ματαιώθηκαν. Πρόκειται για περιπτώσεις στις οποίες οι οφειλέτες ήρθαν σε συνεννόηση με την τράπεζα λίγο πριν από τον πλειστηριασμό του ακινήτου.