Τελείωσε η κρίση στην ευρωζώνη; Η απάντηση είναι «και ναι και όχι». Ναι, γιατί οι κίνδυνοι άμεσης κρίσης έχουν μειωθεί. Όχι, γιατί η επιβίωση του ευρωπαϊκού νομίσματος δεν είναι βέβαιη. Ενόσω ισχύει αυτό παραμένει ο κίνδυνος νέων εντάσεων.
Ο καλύτερος δείκτης για την ανάκαμψη της εμπιστοσύνης είναι η μείωση των spreads στα επιτόκια μεταξύ των κρατικών ομολόγων στις ευπαθείς χώρες και της Γερμανίας. Τα spreads της Ιρλανδίας, για παράδειγμα, τη Δευτέρα, περιορίζονται στις 205 μονάδες από 1.125 μονάδες τον Ιούλιο του 2011. Τα πορτογαλικά διαμορφώνονται στις 465 μονάδες και της Ελλάδας στις 946 μονάδες βάσης, από 4.680 μονάδες τον Μάρτιο του 2012. Τα ιταλικά και τα ισπανικά spreads έχουν υποχωρήσει στα σχετικά χαμηλά επίπεδα των 278 και των 362 μονάδων βάσης αντιστοίχως.
Η εξέλιξη αυτή στηρίζεται σε τρία δεδομένα: Το πρώτο είναι η βούληση της Γερμανίας να διατηρήσει την ευρωζώνη ανέπαφη. Το δεύτερο είναι η βούληση των ευπαθών χωρών να ακολουθήσουν τις πολιτικές που επιβάλλουν οι πιστωτές τους. Το τρίτο είναι η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ανακοινώσει τολμηρές πρωτοβουλίες -όπως το πρόγραμμα LTRO για τις τράπεζες και η δέσμευση για απεριόριστες αγορές κρατικών ομολόγων-, παρά την αντίθεση της Bundesbank. Όλα αυτά ώθησαν σε ένδοξη άνοδο τους κερδοσκόπους.
Η ιστορία, όμως, δεν τελείωσε. Η συναλλαγματική ένωση θεωρείται ότι είναι αμετάκλητος νομισματικός γάμος. Ακόμη κι ένας κακός γάμος, όμως, μπορεί να επιβιώσει εάν το κόστος του διαζυγίου είναι πολύ υψηλό. Ο κίνδυνος πάντως παραμένει όσο υψηλό κι αν είναι το κόστος του χωρισμού.
Και η ευρωζώνη είναι ένας κακός γάμος. Μπορεί να βελτιωθεί;
Καλός γάμος είναι εκείνος όπου οι σύζυγοι θα έπαιρναν ξανά την ίδια απόφαση εάν τους δινόταν μία δεύτερη ευκαιρία. Βεβαίως, πολλά μέλη της ευρωζώνης δεν θα το έκαναν σήμερα, δεδομένου ότι βρίσκονται εγκλωβισμένα σε έναν εφιάλτη δυστυχίας και μοχθηρίας.
Το τέταρτο τρίμηνο του 2012, το συνδυαστικό ΑΕΠ της ευρωζώνης ήταν κατά 3% χαμηλότερο από την κορυφή προ της κρίσης, ενώ το ΑΕΠ των ΗΠΑ ήταν 2,4% υψηλότερο.
Την ίδια περίοδο, το ΑΕΠ της Ιταλίας βρέθηκε στα επίπεδα του 2000 και χαμηλότερα κατά 7,6% από τα προ της κρίσης υψηλά. Το ισπανικό ΑΕΠ είναι σε επίπεδα 6,3% χαμηλότερο από τα υψηλά προ της κρίσης, ενώ το ποσοστό της ανεργίας έφτασε το 26%. Σε όλες τις οικονομίες που επλήγησαν από την κρίση -εκτός της Ιρλανδίας- υπάρχει πολυετής ύφεση.
Η ιρλανδική οικονομία είναι ουσιαστικά στάσιμη. Ακόμη και το γερμανικό ΑΕΠ βρίσκεται σε επίπεδα ανώτερα από τα υψηλά προ της κρίσης κατά 1,4%, ενώ οι εξαγωγές της χώρας αποδυναμώθηκαν λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εμπορικοί της εταίροι.
Εάν όλα τα μέλη του ευρώ επέλεγαν ξανά την ευρωζώνη σύμφωνα με όσα γνωρίζουν σήμερα, αδιαμφισβήτητα θα ήταν μαζοχιστές. Ακόμη και για τη Γερμανία υπάρχουν αμφιβολίες. Βεβαίως εκτινάχθηκαν οι εξαγωγές της και καταγράφει μεγάλα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, αλλά οι πραγματικοί μισθοί και τα εισοδήματα έχουν καταπιεστεί. Εν τω μεταξύ, υπάρχουν και έντονα πολιτικά προβλήματα σε πολλές χώρες που επλήγησαν από την κρίση. Η οργή σε εθνικό επίπεδο και οι τριβές στην ευρωζώνη μαστίζουν τόσο τους οφειλέτες όσο και τους πιστωτές.
Ποια είναι τα βήματα για να γίνει καλός αυτός ο γάμος; Η απάντηση βρίσκεται σε δύο στοιχεία: στο να υπάρξει επιστροφή σε μία υγιή οικονομική κατάσταση το ταχύτερο δυνατό και στο να εισαχθούν μεταρρυθμίσεις που θα αποτρέπουν να επαναληφθεί η καταστροφή. Τα δύο αυτά στοιχεία σχετίζονται. Όσο πιο πιθανή είναι η μακροπρόθεσμη οικονομική υγεία τόσο ταχύτερη θα είναι και η σημερινή ανάκαμψη.
Η ανάκτηση μιας υγιούς οικονομικής κατάστασης βασίζεται σε τρεις σχετιζόμενους παράγοντες: διαγραφή απλήρωτων χρεών που κληροδοτήθηκαν από προηγούμενες καταστάσεις, εξισορρόπηση και χρηματοδότηση των σημερινών ανισορροπιών. Αναζητώντας τον τρόπο με τον οποίο όλα αυτά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν, θεωρώ ότι ο επιμερισμός του κινδύνου και οι δημοσιονομικές μεταφορές, όπως συμβαίνει στις πραγματικές ομοσπονδίες, δεν θα υλοποιηθούν στην ευρωζώνη. Η ευρωζώνη θα οδηγηθεί σε μεγαλύτερη ολοκλήρωση, αλλά σε πολύ μικρότερο βαθμό από ό,τι ισχύει στην Αυστραλία, στον Καναδά και στις ΗΠΑ.
Σε ό,τι αφορά τις διαγραφές χρεών, απαιτούνται περισσότερα από όσα έγιναν για την Ελλάδα. Επιπλέον, όσο μεγαλύτερο βάρος προσαρμογής επιβάλλεται στις χώρες που βρίσκονται στη δίνη της κρίσης, τόσο μεγαλύτερες και οι απαιτούμενες διαγραφές χρεών που θα απαιτηθούν πιθανότατα και για κρατικό χρέος και για τραπεζικό χρέος. Υπάρχει σθεναρή αντίσταση στην αναγνώριση αυτής της ανάγκης. Ενδέχεται, όμως, να αποδειχθεί ότι είναι μάταιη.
Το ταξίδι προς την προσαρμογή και την οικονομική ανάκαμψη είναι ακόμη πιο σημαντικό. Θα είναι μακρύ και δύσκολο. Ας υποθέσουμε ότι οι οικονομίες της Ιταλίας και της Ισπανίας αρχίζουν να αναπτύσσονται με ρυθμό 1,5% ετησίως, για το οποίο αμφιβάλλω. Μόνο το 2017 ή το 2018 θα αγγίξουν τα υψηλά επίπεδα προ κρίσης. Με άλλα λόγια, μία δεκαετία χαμένη. Επιπλέον, δεν είναι επίσης σαφές τι θα καθοδηγήσει μία τέτοια ανάπτυξη. Το δυναμικό της προσφοράς δεν εξασφαλίζει και τη ζήτηση.
Η δημοσιονομική πολιτική οδηγεί σε συρρίκνωση του ΑΕΠ. Χώρες που υποφέρουν από υπερβολικό χρέος του ιδιωτικού τομέα, όπως η Ισπανία, πιθανότατα θα αντιμετωπίσουν επί μακρόν προβλήματα στη χρηματοδότηση, στον δανεισμό και στις δαπάνες του ιδιωτικού τομέα. Η εξωτερική ζήτηση θα είναι αδύναμη, κυρίως επειδή πολλά κράτη ακολουθούν υφεσιακή δημοσιονομική πολιτική ταυτόχρονα.
Παράλληλα, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι βελτιώνεται σημαντικά οι ανταγωνιστικότητα στις συγκεκριμένες χώρες, όπως εξηγεί σε πρόσφατη έκθεση η Capital Economics. Πράγματι, τα στοιχεία δείχνουν ότι η ανταγωνιστικότητα της Ιταλίας επιδεινώνεται συγκριτικά με τη Γερμανία. Μπορεί, όντως, τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να μειώνονται. Και αυτό, όμως, σε μεγάλο μέρος οφείλεται στην ύφεση.
Εν τω μεταξύ, η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ, αν και αρκεί για να αποτρέψει την απότομη κατάρρευση και χρεοκοπία αδύναμων κρατών και τραπεζών που είναι συνδεδεμένα, πρέπει να συνοδεύεται από ταχεία δημοσιονομική προσαρμογή.
Τα αποτελέσματα είναι ζοφερά. Σε πρόσφατη επιστολή προς υπουργούς, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Όλι Ρέν καταδίκασε τις πρόσφατες αμφισβητήσεις που εξέφρασε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο λέγοντας ότι δεν βοηθούν. Ερμηνεύω ότι είναι μία ένδειξη πως υπάρχει πλέον μεγαλύτερη ευαισθησία. Αντί να ακούσουν όσα λέει ο σοφός σύμβουλος γάμων, οι αρχές τα απορρίπτουν εξαρχής.
Όσοι πιστεύουν ότι τα προβλήματα της ευρωζώνης βρίσκονται πλέον πίσω μας πρέπει να εκτιμούν, είτε, ότι θα υπάρξει εντυπωσιακή οικονομική ανάκαμψη ή βούληση για στήριξη όσων έχουν εγκλωβιστεί σε βαθιά ύφεση. Καμία από τις δύο αυτές εκτιμήσεις δεν μου φαίνεται εφικτή. Επιπλέον, οι προοπτικές για να επιτευχθούν οι επιθυμητές μακροπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις -τραπεζική ένωση και επιμερισμός κινδύνου- δείχνουν πολύ μικρές. Πιο πιθανή δείχνει μία ένωση που θα βασιστεί στην υφεσιακή προσαρμογή.
Και τελικά, τι θα γίνει με τον γάμο; Θα διάγει βίον ανθόσπαρτον ή μήπως θα επικρατήσουν οι αγεφύρωτες διαφορές;
Η απάντηση είναι μάλλον προφανής, τουλάχιστον για μένα. Εάν όντως είναι έτσι, τότε αυτή η δυσάρεστη ιστορία δεν μπορεί να έχει τελειώσει.