Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Υπόκωφη απαξίωση και απρόβλεπτοι ψηφοφόροι

Κανείς δεν μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένος από τις πρώτες δημοσκοπήσεις, με εξαίρεση τον Βασίλη Λεβέντη!




Τα ποσοστά που καταγράφει ο τελευταίος δείχνουν πως το παραδοσιακό κομματικό σύστημα στο σύνολό του μπαίνει σε νέα φάση κρίσης και τάσεων αποδοκιμασίας του. Από τα ισχυρότερα κόμματα, ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει αισθητή φθορά. Η ΝΔ στερείται δυναμικής. Από τα μικρότερα κόμματα, κανένα δεν έχει αέρα στα πανιά του. Όσο θόρυβο προκάλεσε το εγχείρημα Λαφαζάνη, τόσο ισχνή είναι η απήχησή του. Πρόκειται για κόμμα περιθωρίου. Η αδιευκρίνιστη ψήφος, αν προσθέσει κανείς την αποχή και το άκυρο, στις περισσότερες δημοσκοπήσεις, ξεπερνά το κόμμα που προηγείται, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ!

Γενικότερα και ειδικότερα βεβαίως, οι δημοσκοπήσεις στη χώρα μας περνούν και αυτές την κρίση αξιοπιστίας τους. Τα προβλήματά τους απαιτούν ανάλυση που δεν είναι του παρόντος. Άρα, τα ποσοστά που δίνουν, ακόμη περισσότερο λόγω του χρόνου που έγιναν, είναι ενδεικτικά. Αθροιστικά πάντως, καταγράφουν τάσεις. Μερικά ποιοτικά τους στοιχεία είναι χρήσιμα για να δούμε το γιατί των επιλογών.

Ας ξεκινήσουμε από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αποκαλύπτεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποστεί σοβαρή φθορά, όχι διότι υπέγραψε μια επώδυνη συμφωνία. Αλλά διότι η στρατηγική της διαπραγμάτευσης, που ο Αλέξης Τσίπρας ανέθεσε στον ανερμάτιστο, εγωπαθή και καταστροφικό Βαρουφάκη, καταγράφεται ως αποτυχημένη. Αυτό το πιστεύει το 61,5% του συνόλου, αλλά ακόμη και η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ! (δημοσκόπηση Πανεπιστημίου Μακεδονίας). Το δημοψήφισμα θεωρείται ότι έβλαψε τη χώρα (66,5%). Φυσικά, οι πολίτες, κατάκοποι από όσα τραυματικά υπέστησαν, ιδίως με την αγωνία της χρεοκοπίας, δεν ήθελαν εκλογές. Όμως ο Τσίπρας, δυστυχώς για τον ίδιο, κινδύνευε να υποστεί ακόμη μεγαλύτερη φθορά, αν καθυστερούσε. Οι εκλογές-αστραπή ήταν το λιγότερο δυσμενές από τα σενάρια που είχε ενώπιόν του. Παρ’ όλα αυτά πάντως, ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται της ΝΔ με περιορισμένη διαφορά. Το Πανεπιστήμιο Μακεδονία που προσέγγισε το ποσοστό του Ιανουαρίου του 2015, την καταγράφει στο 3%. Άλλες δημοσκοπήσεις τη δείχνουν 2%-3%. Σοβαρή φθορά έχει υποστεί η εικόνα Τσίπρα. Η δημοφιλία του έχει πέσει κατακόρυφα. Όμως υπερτερεί σε πρωθυπουργική ικανότητα του Μεϊμαράκη.

Εκείνα που διασώζουν κάπως τον Αλέξη Τσίπρα και του δίνουν οριακό προβάδισμα στις περισσότερες δημοσκοπήσεις σε ένα προβληματικό για τον ίδιο εκλογικό ξεκίνημα είναι: Πρώτον, ότι έστω και με διαπραγματευτικά λάθη, κράτησε την Ελλάδα στο ευρώ. Δεύτερον, ότι η ΝΔ έχει περιορισμένη δυναμική. Η τελευταία έχει, ευτυχώς για την ίδια, ένα, γενικώς συμπαθή αρχηγό. Όμως, οι τοξίνες Σαμαρά, όχι μόνο ως εντύπωση, αλλά ως σοβαρό τμήμα της εικόνας της, αποτελούν πάντα φορτίο. Πολύ σωστά ο Μεϊμαράκης προσπαθεί να ανοιχθεί στο Κέντρο, μετά την προηγούμενη υπερδεξιά στροφή. Ηγείται όμως ενός κόμματος παθογενούς, που χρειάζεται εκ θεμελίων αλλαγές τις οποίες δεν μπορεί να κάνει γρήγορα, αν υποθέσει κανείς ότι είναι σε θέση να υπερβεί το κόμμα του. Ταυτόχρονα, μια «κουτσαβάκικη» ρητορική έναντι του Τσίπρα, δεν τον βοηθά να ενισχύσει το κύρος του και την πρωθυπουργικότητά του.

Φυσικά ο Αλέξης Τσίπρας διαθέτει ένα δεδομένο επικοινωνιακό ταλέντο. Όμως η πίεση των εξελίξεων πάνω του είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Όπως άλλωστε και τα λάθη στα οποία αρχίζει να πέφτει. Μέγα λάθος του είναι να προσπαθήσει να εγκλωβίσει το εκλογικό σώμα στο δίλημμα «ή θα πάρετε πακέτο εμένα με τον Καμμένο ή μην με πάρετε». Το να λέει ότι δεν συνεργάζεται με τη ΝΔ είναι λογικό. Το να αποκλείει συνεργασία με ένα μετριοπαθές μικρό κόμμα, όπως λ.χ. το Ποτάμι, αλλά ακόμα και με το ΠΑΣΟΚ της Φώφης Γεννηματά αποτελεί γκάφα, διότι τούτο ακριβώς μπορεί να του επιβάλλει το εκλογικό σώμα. Τι θα κάνει τότε; Θα οδηγήσει τη χώρα στην ακυβερνησία; Δεν θα διαθέτει παρόμοια καταστροφική πολυτέλεια.

Όλα αυτά δείχνουν πως ο Τσίπρας είναι ακόμη υπό το κράτος του σοκ από τη φυγή Λαφαζάνη και της αδυναμίας του να συνειδητοποιήσει το δώρο που του έγινε, ώστε να απαλλαγεί από τους ακραίους που ζέσταινε στον κόρφο του. Με τη δημοτικότητά του να πέφτει, είναι προφανές ότι ο Τσίπρας έχει χάσει τα νερά του. Δεν εξηγείται αλλιώς πώς συνεχίζει να απευθύνεται στο στενό κομματικό του ακροατήριο και όχι στην ευρύτερη περιφέρεια γύρω από το κόμμα του, που αποτελεί και τη μεγαλύτερη δυνητική δεξαμενή του.

Οι οκτώ μήνες που πέρασαν με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα αποτέλεσαν μια διακυβέρνηση προς αποφυγή. Τούτο το αναγνωρίζει σχεδόν το 70%. Ο Τσίπρας έχασε το διαπραγματευτικό έλεγχο με τον Βαρουφάκη. Έχασε επίσης τον κομματικό έλεγχο με τον Λαφαζάνη. Μπροστά στην πραγματικότητα αυτή, αντί να πνίγεται στη μιζέρια που αναδύει το κομματικό του πλαίσιο, όφειλε να διατυπώσει ένα ρεαλιστικό αφήγημα μεταρρυθμίσεων που να απευθύνεται στον μεσαίο χώρο. Αυτό όμως δεν το κάνει, πορευόμενος σχεδόν «ενοχικά» και ιδεοληπτικά. Χωρίς ένα πειστικό αφήγημα κινδυνεύει να χάσει τις εκλογές. Στην ουσία μόνο ο ίδιος μπορεί να τις χάσει. Ο Μεϊμαράκης απλώς θα κεφαλαιοποιήσει τα σοβαρά στρατηγικά λάθη του Τσίπρα.

Η απογοήτευση όμως από τον Τσίπρα, δηλαδή το μέχρι τώρα πιο φρέσκο και ελπιδοφόρο πολιτικό προϊόν, έχει επιπτώσεις πολύ πέρα από τον ίδιο. Η χώρα ξαναζεί την έντονη απαξίωση του πολιτικού προσωπικού και των κομμάτων. Ζούμε ξανά ένα κλίμα υπόκωφης αποδοκιμασίας των πάντων. Ο πολιτικός κατακερματισμός εντείνεται. Και οι ψηφοφόροι κατάκοποι, απογοητευμένοι και απαισιόδοξοι ξαναγίνονται άκρως απρόβλεπτοι.

 
website counter
friend finderplentyoffish.com