Οι δυσκολίες που έχει μπροστά της η κυβέρνηση Τσίπρα είναι δεδομένα πολύ μεγάλες. Κάποιοι ίσως να προσέθεταν, ότι είναι, πιθανώς, ανυπέρβλητες.
Είναι επίσης γεγονός, ότι στους οκτώ μήνες που βρέθηκε στην εξουσία, επιδείνωσε τις σοβαρές παθογένειες, που κληρονόμησε από την κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου. Επίσης, και οι τελευταίοι διαχειρίστηκαν ανεπιτυχώς πολυετείς οικονομικές και πολιτικές στρεβλώσεις. Ταυτόχρονα, είναι αλήθεια πως το τωρινό κυβερνητικό σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί βελτίωση σε σχέση με το αρχικό του οκταμήνου. Όμως αυτό αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό των προκλήσεων.
Χωρίς πάντως να θέλει κάποιος να βιαστεί, οι πρώτες εντυπώσεις για τη νέα κυβέρνηση Τσίπρα, δεν είναι καλές. Θα μπορούσε να σταθεί κανείς σε λεπτομέρειες. Όμως το ουσιώδες είναι να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Αυτή μπορεί να βοηθήσει στο να διαγνώσουμε κινδύνους που ελλοχεύουν στην κυβερνητική πορεία μέσα σε ένα κλίμα καταχνιάς το οποίο πυκνώνει. Σε μια κοινωνία που πιέζεται από παντού.
Σ’ αυτό το κλίμα, η κυβέρνηση ήδη αρχίζει να παραπατά. Μια πρώτη αδυναμία αφορά στην ένδεια του έμψυχου υλικού της κυβέρνησης. Δεν είναι απλώς ότι οι άκριτες δηλώσεις δίνουν και παίρνουν, και οι προτροπές του πρωθυπουργού δεν έπιασαν τόπο. Γενικότερα, το κυβερνητικό σχήμα ρουτίνας αποπνέει μετριότητα. Κρίσιμοι τομείς βρίσκονται σε αμφιλεγόμενα χέρια. Δεν έχει κανείς την αίσθηση ότι στο πρωθυπουργικό γραφείο υπάρχει κάποιος (πλην του ικανού Νίκου Παππά), που να μπορεί να λειτουργήσει ως συντονιστής των μετρίων, ειδικά καθώς μια επιτελική θέση έχει επανδρωθεί από πολλαπλά προβληματικό, με τάσεις γραφικότητας, υπουργό.
Υπάρχει όμως ένα άλλο πεδίο στο οποίο η κυβέρνηση φαίνεται να παραπατά: Στην απουσία σχεδιασμού και συγκρότησης για την υλοποίηση συγκεκριμένων στόχων της συμφωνίας. Και τούτο, παρά το ότι το πλαίσιο είναι οροθετημένο και τα περιθώρια προσαρμογών είναι ελάχιστα. Τα τραγελαφικά γύρω από τον ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση -ουσιαστικά αλλά και επικοινωνιακά- είναι χαρακτηριστικά. Ο χαοτικός αυτοσχεδιασμός μοιάζει να βασιλεύει.
Εκείνο που αναδεικνύεται κυβερνητικά και που κάνει τα πράγματα χειρότερα είναι ο πανικός, με κορυφωμένο τον φόβο του πολιτικού κόστους. Καθώς η κυβέρνηση καλείται να εφαρμόσει μια επώδυνη συμφωνία, τρομάζει ότι η φθορά της θα είναι μεγάλη. Όμως αυτό έπρεπε να το αναμένει. Η χαρά της εκλογικής νίκης ήταν αναπόφευκτα βραχύβια. Η απειλή για την κυβέρνηση Τσίπρα είναι η φθορά να μην καταστεί ανεπανόρθωτη. Αυτό θα συμβεί, εάν δίνοντας το πικρό φάρμακο, προκαλέσει απουσία εμπιστοσύνης για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Και εδώ ο πανικός είναι ο χειρότερος σύμβουλος.
Ήδη, η κυβέρνηση ξαναμπαίνει σε ένα νέο κύκλο για να κερδίσει την κοινή γνώμη εμφανιζόμενη με «κόκκινες γραμμές» και «σθεναρή αντίσταση». Αυτά τα τερτίπια εξαντλήθηκαν. Θα πρέπει επίσης ο πρωθυπουργός να αντιληφθεί ότι θα διανύσει μια περίοδο με χαμηλή δημοτικότητα. Τούτο, όπως έχω σημειώσει στην «Η», είναι κάτι που δεν αντέχουν οι χαρισματικοί πολιτικοί οι οποίοι έχουν μάθει να είναι οι «αγαπημένοι» της κοινής γνώμης. Όσο όμως εγκλωβίζεται στο σύνδρομο αυτό ο Αλέξης Τσίπρας, τόσο η κυβέρνησή του θα παραπατά, με μισά και συγκεχυμένα βήματα, που δεν οδηγούν παρά μόνο σε μεγαλύτερη φθορά. Θα φοβάται, θα διστάζει, θα σέρνεται.
Η κυβέρνηση αυτή δεν θα γίνει αγαπητή. Απλώς πρέπει να αποφύγει να θεωρηθεί παντελώς ανίκανη. Χρειάζεται δικό της μεταρρυθμιστικό αφήγημα και μεταρρυθμιστική πρακτική. Το εάν κρατά «αριστερό» λάβαρο, ενδιαφέρει ελάχιστους. Δίπλα στο συγκροτημένο αφήγημα, πρέπει να αποφύγει τα πολλά και ανόητα λόγια υπουργών της. Ούτως ή άλλως, η ανυπαρξία μη τοξικών ανταγωνιστών, την ευνοεί. Τα βήματά της πρέπει να είναι στιβαρά και ο πρωθυπουργός πρέπει να μάθει να γίνεται δυσάρεστος εκεί που πρέπει. Αλλιώς και ο ίδιος και το κόμμα του θα χαθούν στην καταχνιά, που τυλίγει τον τόπο.