Έναν νέο εργασιακό "χάρτη" μπορεί να διαμορφώσει ο μηχανισμός ενίσχυσης βραχυχρόνιας απασχόλησης "Συν-εργασία", τον οποίο εξήγγειλε ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης, στο πλαίσιο του νέου πακέτου στήριξης των επιχειρήσεων το οποίο θα ισχύσει από τον ερχόμενο μήνα.
Σύμφωνα με τις χθεσινές εξαγγελίες, η "Συν-εργασία" τίθεται σε ισχύ για τη χρονική περίοδο από 1η Ιουνίου έως 30 Σεπτεμβρίου 2020, με την επέκταση της χρονικής ισχύος της να είναι εφικτή, εάν και εφόσον χρειαστεί, όπως ανέφερε ο κ. Βρούτσης.
Όποιος εργαζόμενος ενταχθεί στον εν λόγω μηχανισμό θα δικαιούται κρατική επιδότηση 60% επί του ποσού που θα χάσει από τον μισθό του, υπό τον όρο ότι η μείωση αυτή δεν θα του αφαιρέσει πάνω από ½ του αρχικού μισθού του. Σύμφωνα με όσα ανέφεραν αρμόδια στελέχη του υπουργείου Εργασίας το όφελος των επιχειρήσεων όσον αφορά το μισθολογικό κόστος θα ανέλθει στο 33%.
Δικαίωμα συμμετοχής σε αυτόν τον μηχανισμό θα έχουν όλες οι επιχειρήσεις της χώρας οι οποίες εμφανίζουν μείωση του τζίρου τους, τουλάχιστον 20%, κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και, μάλιστα, ανεξαρτήτως ΚΑΔ. Και όχι μόνο αυτό, αλλά στον μηχανισμό θα συμπεριληφθούν και επιχειρήσεις που λειτουργούν για πρώτη φορά και δεν έχουν καταγράψει έσοδα τους προηγούμενους μήνες. Επιπλέον, θα αφορά και τις εποχικές επιχειρήσεις.
Για όσο διάστημα ο εργαζόμενος βρίσκεται σε καθεστώς μειωμένης απασχόλησης, ο εργοδότης απαγορεύεται να προβεί σε καταγγελία της σύμβασης εργασίας και σε μείωση του ονομαστικού μισθού του εργαζομένου.
Ασφαλείς πληροφορίες από αρμόδια στελέχη του Υπ. Εργασίας αναφέρουν πως:
* Mια επιχείρηση με μειωμένο τζίρο τουλάχιστον 20% τους περασμένους μήνες, η οποία, όμως, δεν ανήκει σε πληττόμενο κλάδο, μπορεί από τον Ιούνιο να εφαρμόσει μόνο το "καθεστώς" της "συν-εργασίας" ακόμα και για όλους τους εργαζομένους της (και όχι να το συνδυάσει με το "καθεστώς" της αναστολής συμβάσεων).
Για όσους εργαζομένους δεν εφαρμοστεί το "καθεστώς" της "συν-εργασίας", ο εργοδότης έχει το διευθυντικό δικαίωμα να προχωρήσει σε όποια ενέργεια κρίνει αναγκαία.
*Αν όμως η επιχείρηση αυτή είναι πληττόμενη και έβγαλε σε αναστολή εργαζομένους της έως τις 30 Απριλίου, δεν μπορεί να απολύσει κανέναν (και όχι μόνο εκείνους που θα εντάξει τον Ιούνιο στη "συν-εργασία") έως 15 Ιουνίου.
Αν μια επιχείρηση συνέχισε την αναστολή έως και τις 31 Μαΐου, δεν θα μπορεί να απολύσει κανέναν εργαζόμενο έως τις 15 Ιουλίου.
* Αν, αντίθετα, μία πληττόμενη επιχείρηση, δεν έχει προβεί σε καμία αναστολή στο διάστημα Μαρτίου-Μαΐου, δεν υπόκειται σε κανέναν τέτοιο περιορισμό (διατήρησης όλων των θέσεων απασχόλησης) σε σχέση με το σύνολο του προσωπικού της, παρά μόνο για τους εργαζομένους που θα εντάξει στο "καθεστώς" της "συν-εργασίας" και μόνο για το διάστημα που διαρκεί αυτό.
*Όσον αφορά τις πληττόμενες επιχειρήσεις, εφόσον το επιθυμούν μπορούν να συνδυάσουν το "καθεστώς" της "συν-εργασίας" με το "καθεστώς" της αναστολής συμβάσεων. Ωστόσο, δεν μπορούν να προβούν σε καμία απόλυση οποιουδήποτε εργαζομένου της επιχείρησης έως και 45 μέρες μετά τη λήξη της αναστολής των συμβάσεων. Η συνδυαστική δυνατότητα αυτή αφορά τις επιχειρήσεις της εστίασης, του τουρισμού και του αθλητισμού και μόνο για το διάστημα Ιουνίου-Ιουλίου.
Ποιοι εργαζόμενοι μπορούν να ενταχθούν στη "συν-εργασία"
Ο μηχανισμός θα καλύπτει όλους τους υφιστάμενους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης. Δικαίωμα, όμως, συμμετοχής θα έχουν όλοι οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης που θα προσληφθούν, μέχρι τον αριθμό των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που διατηρούσαν πέρυσι τον αντίστοιχο μήνα.
Δεν θα επιτρέπεται η μετατροπή της σχέσης εργασίας από μερικής σε πλήρους απασχόλησης, προκειμένου να λάβει η επιχείρηση το ευεργέτημα της συμμετοχής στον μηχανισμό.
Το δικαίωμα του εργοδότη να μειώνει το χρόνο εργασίας του εργαζομένου πλήρους απασχόλησης έως και 50%, θα ασκείται υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι δεν θα μεταβάλλεται το είδος της σχέσης εργασίας.
Πώς θα καλυφθούν αμοιβές - εισφορές
Το κράτος αναλαμβάνει την υποχρέωση αναπλήρωσης κατά 60% του εισοδήματος του εργαζομένου για τον χρόνο που ο εργαζόμενος δεν θα εργάζεται. Με άλλα λόγια, σε περίπτωση μείωσης 50% του μισθού ενός εργαζομένου (λόγω μείωσης αντιστοίχως κατά 50% του χρόνου εργασίας του), το κράτος θα καλύπτει το 60% της μείωσης 50%.
Για παράδειγμα, αν ένας μισθωτός "πέσει" από τα 1.000 ευρώ μικτά στα 500 ευρώ, το κράτος θα επιδοτεί το 60% της μείωσης των 500 ευρώ, δηλαδή θα καταβάλλει 300 ευρώ στον εργαζόμενο. Έτσι αυτός θα λάβει 800 ευρώ έναντι 1.000 ευρώ που προβλέπει η σύμβασή του. Συνεπώς στις αποδοχές του θα πέσουν κατά 20% και όχι κατά 50%.
Σε περίπτωση που η καθαρή αμοιβή μετά την παραπάνω προσαρμογή υπολείπεται του κατώτατου μισθού, η διαφορά θα καλύπτεται από το κράτος εξ’ ολοκλήρου.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, δεν θα υπάρχει κανένα απολύτως ανώτατο όριο στο ύψος της επιδότησης των απωλειών των μισθών όσων απασχολούμενων ενταχθούν στο "καθεστώς" της "συν-εργασίας".
Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να καλύπτει το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών του εργαζομένου, υπολογιζόμενων επί του αρχικού ονομαστικού μισθού. Συνεπώς αν πχ ο μισθός ενός εργαζομένου μειωθεί από τα 1.000 ευρώ μικτά στα 500 ευρώ μικτά (με αντίστοιχη μείωση των ωρών εργασίας δηλαδή 50%), οι εισφορές θα υπολογισθούν επί των 1.000 ευρώ (μικτά). Ωστόσο, οι ίδιες πηγές αναφέρουν πως το συνολικό όφελος για τον εργοδότη όσον αφορά το μισθολογικό κόστος εργασίας ανέρχεται στο 33%.
Αρμόδια στελέχη του Υπ. Εργασίας ανέφεραν πως ως "αρχικός ονομαστικός μισθός" νοείται ο μισθός τον οποίο προβλέπει η σύμβασή του μισθωτού που εντάσσεται στο "καθεστώς" της "συν-εργασίας".