Οι δημόσιες επενδύσεις στον τομέα των υποδομών στις χώρες που πλήττονται από χαμηλή ανάπτυξη και υψηλή ανεργία, είναι αναγκαίο να αυξηθούν, τονίζει το ΔΝΤ σε μελέτη του, με την υποσημείωση ότι ο τρόπος αυτός αποτελεί ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα που μπορούν να δώσουν ώθηση στην οικονομία.
Στην μελέτη, που συμπεριλαμβάνεται στην έκθεση Οκτωβρίου του ΔΝΤ για την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας (World Economic Outlook report), εξετάζονται οι μακροοικονομικές επιπτώσεις των δημοσίων επενδύσεων σε ένα μεγάλο αριθμό χωρών, με το συμπέρασμα ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις σε όσες χώρες καταγράφεται μια τέτοια ανάγκη.
Οπως επισημαίνει το ΔΝΤ, σε πολλές ανεπτυγμένες οικονομίες, οι οποίες πλήττονται από χαμηλή ανάπτυξη και υψηλά ποσοστά ανεργίας, η αύξηση των επενδύσεων στον τομέα των δημοσίων υποδομών είναι ένας από τους λίγους μοχλούς που απομένουν για να ενισχυθεί η ανάπτυξη.
Οι αυξημένες επενδύσεις για υποδομές, βραχυπρόθεσμα αυξάνουν την απόδοση, ενισχύοντας την ζήτηση, ενώ μακροπρόθεσμα αυξάνουν την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας, επισημαίνεται στην μελέτη.
Οι υποδομές είναι η ραχοκοκαλιά της καθημερινότητας, αφού δεν υπάρχει δραστηριότητα που να μην βασίζεται σε κάποια μορφή υποδομής, υπογραμμίζει το Ταμείο. Αντιστρόφως, οι ανεπάρκειες σε υποδομές γίνονται γρήγορα αισθητές, όπως π.χ. τα προβλήματα ηλεκτροδότησης, οι ελλείψεις στο δίκτυο υδροδότησης, η κακή κατάσταση του οδικού δικτύου υπονομεύουν την ποιότητα ζωής των ανθρώπων και αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην λειτουργία των επιχειρήσεων.
Το χάσμα μεταξύ αναπτυσσόμενων και αναπτυγμένων οικονομιών είναι εντυπωσιακό, αναφέρει η μελέτη.
Για παράδειγμα, η δυνατότητα ηλεκτροδότησης ανά άτομο στις αναδυόμενες οικονομίες αντιστοιχεί στο ένα πέμπτο του αντίστοιχου επιπέδου στις προηγμένες οικονομίες.