Η Ελλάδα έχει κάνει πρόοδο στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, αλλά αυτή πρέπει να συνεχισθεί, επειδή η κατάσταση της οικονομίας της ήταν πολύ δύσκολη όταν ξεκίνησε η διαδικασία προσαρμογής, δήλωσε ο γενικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ.
Σε συνέντευξή του στην ιαπωνική εφημερίδα Yomiuri Shimbun, η οποία έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ESM, ο Ρέγκλινγκ τόνισε ότι σημαντικοί διεθνείς οργανισμοί - όπως ο ΟΟΣΑ, η Παγκόσμια Τράπεζα και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ - συμφωνούν ότι η Ελλάδα έχει υλοποιήσει περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από ό,τι οι άλλες χώρες (που ήταν σε προγράμματα προσαρμογής). Ωστόσο, πρόσθεσε, αυτό δεν σημαίνει ότι όλα είναι τώρα εντάξει στην Ελλάδα, η οποία ξεκίνησε από πολύ χαμηλό επίπεδο. Η Ελλάδα, είπε σε άλλο σημείο, είναι ακόμη σε σχετικά αδύναμη θέση και πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις: «Τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, τις ιδιωτικοποιήσεις και τον περιορισμό των ρυθμίσεων σε ορισμένους τομείς, όπως την ενεργειακή αγορά. Είναι μία πλήρης ατζέντα», είπε.
«Είναι ενθαρρυντικό ότι υπήρξε πρόοδος στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Η ανταγωνιστικότητα, επίσης, βελτιώθηκε σημαντικά. Ο λόγος είναι ότι τα ημερομίσθια, οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν μειωθεί κατά 30 έως 40% σε ονομαστικούς όρους. Όλα αυτά πρέπει να συνεχισθούν, επειδή το σημείο εκκίνησης ήταν πολύ δύσκολο», σημείωσε ο Ρέγκλινγκ.
Αναφερόμενος στην πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος, ο επικεφαλής του ESM είπε ότι περιλαμβάνει σημαντικά θέματα, όπως τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την επίτευξη των στόχων του προϋπολογισμού για το 2017 και το 2018. «Αυτή την ώρα συζητούνται σημαντικά θέματα στην Ελλάδα, όπως η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση και ο προϋπολογισμός του 2017 και του 2018, αν και συμφωνούμε στους δημοσιονομικούς στόχους. Αλλά δεν υπάρχει συμφωνία ακόμη για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την επίτευξη των στόχων αυτών. Αυτό γίνεται τώρα και είναι δύσκολο. Έχω, όμως, την πεποίθηση ότι η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος εκλέχτηκε για δεύτερη φορά τον Σεπτέμβριο με μία πολύ διαφορετική εντολή από την πρώτη του εντολή, θα λάβει τα αναγκαία μέτρα".
Απαντώντας σε ερώτηση για τον ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, ο Ρέγκλινγκ είπε ότι η αίτηση που έχει κάνει η Ελλάδα για ένα νέο πρόγραμμα του Ταμείου εξακολουθεί να ισχύει, τονίζοντας ότι πρέπει να αποφασίσει το Ταμείο για αυτό. Ο Ρέγκλινγκ είπε ότι η χρηματοδοτική συμμετοχή του Ταμείου θα είναι μικρή, αφήνοντας να εννοηθεί ότι μπορεί να ανέρχεται στο 10% του συνολικού ύψους του προγράμματος, όπως έγινε και στην περίπτωση του κυπριακού προγράμματος.
«Γνωρίζουμε ότι το ΔΝΤ θέλει να περιμένει, έως ότου υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια για τα δημοσιονομικά μέτρα που συζητούνται τώρα στο πλαίσιο της αποκαλούμενης πρώτης αξιολόγησης. Και θέλουν περισσότερη σαφήνεια για το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους, για το οποίο θα γίνει διαπραγμάτευση, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. Έχω, όμως, κάθε ελπίδα ότι οι προϋποθέσεις αυτές θα υπάρξουν και το ΔΝΤ θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα», τόνισε ο επικεφαλής του ESM.
Αναφερόμενος στο θέμα του ελληνικού χρέους, ο Ρέγκλινγκ επανέλαβε ότι υπάρχει από καιρό μία δέσμευση από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, ότι θα υπάρξει πρόσθετη ελάφρυνσή του, εάν η Ελλάδα συνεχίσει να εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις. Μπορεί να συμφωνηθεί για παράδειγμα, είπε, η επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής τους ή η μετάθεση χρονικά των πληρωμών τόκων, εάν τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για την ελάφρυνσή του, προσθέτοντας ότι «δεν είναι σαφές αυτή την ώρα τι ακριβώς θα γίνει». Όλες οι διαπραγματεύσεις, είπε, θα αρχίσουν μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. «Επομένως αυτό θα γίνει σε δύο μήνες ή περίπου», πρόσθεσε.