Την τελευταία περίοδο αναπτύσσεται μια ιδιαίτερα επικίνδυνη θεωρία και πρακτική.
Τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται μπροστά στην υλοποίηση ενός πολύ επώδυνου για τους πολίτες της νέου μνημονίου, καλλιεργούνται από την κυβερνώσα πλειοψηφία και τα στελέχη της, έντονα διχαστικές απόψεις. Και δεν είναι μόνο ότι καλλιεργούνται και προβάλλονται με διάφορα ιδεολογικά περιτυλίγματα. Το χειρότερο είναι ότι εφαρμόζονται.
Μετά το «ελάττωμα» να ξεχωρίζει κάποιος για την αριστεία στις σπουδές του, βρίσκεται σε καθεστώς ενοχοποίησης κάθε πολίτης που καταφέρνει ή τουλάχιστον τα κατάφερνε μέχρι σήμερα να τα φέρνει βόλτα, να πληρώνει τους φόρους του, τα δάνειά του και τις άλλες υποχρεώσεις του. Γιατί θεωρείται πλούσιος επειδή μπορεί να έχει ένα εισόδημα από μισθό ή σύνταξη ή από ελεύθερο επάγγελμα που υπερβαίνει τις 18-20 χιλιάδες τον χρόνο.
Είναι απολύτως κατανοητό, τούτες τις ιδιαίτερα δύσκολες ώρες που βιώνει η χώρα, η προσοχή της κυβέρνησης να στρέφεται στους οικονομικά ασθενέστερους. Είναι υποχρέωση όλων και πρωτίστως των κυβερνώντων να μην αφήσουν κανέναν στην τύχη του. Να αποτραπεί όσο είναι δυνατόν η διεύρυνση της φτώχειας, της εξαθλίωσης, του κοινωνικού αποκλεισμού.
Αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται με συγκεκριμένες πολιτικές, με δίκαιη κατανομή των βαρών, με τη λειτουργία δομών και υπηρεσιών, με την καλλιέργεια ενός κλίματος ενίσχυσης της αλληλεγγύης και της κοινωνικής συνοχής.
Δεν επιτυγχάνεται ο στόχος με την πρακτική να σκοτώσουμε την κατσίκα του γείτονα, πιστεύοντας ότι θα ικανοποιήσουμε εκείνον που δεν έχει.
Ποιος επαγγελματίας μπορεί πραγματικά σε αυτή τη χώρα σήμερα να σκεφτεί για οποιασδήποτε μορφής επένδυση; Όταν δεν έχει τι να πρωτοπληρώσει από τους νέους αυξημένους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές. Όταν οι τράπεζες δεν δανείζουν και η ρευστότητα βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο από ποτέ, όταν το δημόσιο δεν πληρώνει τους προμηθευτές κ.λπ.
Ποιος οικογενειάρχης μπορεί ακόμη και με 2.000 ευρώ το μήνα εισόδημα να στοχοποιείται όταν τα μισά από τα εισοδήματα πηγαίνουν σε φόρους, σε δάνεια και άλλες ανελαστικές υποχρεώσεις;
Και ποιος τελικά πολίτης με χαμηλό εισόδημα προστατεύεται όταν αυξάνονται οι έμμεσοι φόροι; Απολύτως κανένας.
Το χειρότερο είναι ότι μπορεί επικοινωνιακά η κυβέρνηση να κερδίζει χρόνο με την πρακτική του διαίρει και βασίλευε, αλλά δεν βγαίνει το πρόγραμμα αυτό.
Πώς θα λειτουργήσει, για παράδειγμα, στην αγορά και στη συνολική οικονομία, η μεγάλη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών που προβλέπεται για μεγάλο αριθμό ασφαλισμένων;
Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις από την ταυτόχρονη επιβάρυνση που προκύπτει από την αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων, τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και άρα της κατανάλωσης, την αδυναμία περισσότερων νοικοκυριών να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους;
Η κυβέρνηση υπολογίζει να αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα, αλλά και εκείνα των ασφαλιστικών ταμείων.
Αυτό όμως δεν πρόκειται, δυστυχώς, να συμβεί.
Για παράδειγμα για επαγγελματίες ασφαλισμένους κυρίως στον ΟΑΕΕ, που έχουν ή δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα οι ασφαλιστικές εισφορές μειώνονται 30% περίπου κατά μέσο όρο από 1/1/2017. Πιστεύει κανένας ότι αυτές οι έστω χαμηλότερες εισφορές θα καταβληθούν από τους 450.000 ασφαλισμένους που σήμερα έχουν διακόψει την καταβολή τους;
Πιστεύει από την άλλη πλευρά κανένας ότι για τους άλλους που με βάση τα εισοδήματά τους προκύπτουν μεγάλες αυξήσεις θα ανταποκριθούν; Πώς θα πληρώσει, σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον ένας επαγγελματίας διπλάσια ή και τριπλάσια εισφορά;
Άρα είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να επιτευχθούν οι στόχοι για αύξηση των εσόδων τόσο για το δημόσιο όσο και για τα ασφαλιστικά ταμεία.
Και το αποτέλεσμα θα είναι λοιπόν να ενεργοποιηθεί αργά ή γρήγορα ο περιβόητος κόφτης, με τον οποίο βέβαια δεν θα πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία, ότι τα πρώτα θύματα θα είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι.
Πρόκειται ασφαλώς για ένα φαύλο κύκλο που δεν οδηγεί πουθενά. Αυτά είναι λίγο - πολύ γνωστά.
Αν όμως, υπάρχει κάτι νέο μετά το 3ο μνημόνιο και τα μέτρα που το συνοδεύουν, είναι οι ραγδαίες εξελίξεις που είναι βέβαιο ότι δρομολογούνται στην οικονομία. Τίποτα δεν μπορεί να είναι όπως χθες, κυρίως στον χώρο της μικρομεσαίας επιχείρησης που πλήττεται ποικιλοτρόπως.
Σε μια χώρα με δραματικά ποσοστά ανεργίας , αντί να δημιουργείται ένα περιβάλλον φιλικό στην επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις, δυστυχώς συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο.
Και φυσικά όταν οι Ελληνες αναζητούν, όσοι έχουν αυτή τη δυνατότητα, άλλες χώρες για να αναπτύξουν την όποια επαγγελματική δραστηριότητα, δεν μπορούμε ξένα κεφάλαια για να επενδυθούν στην Ελλάδα.