Μήπως η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων, την οποία έχουν υιοθετήσει πολλές κεντρικές τράπεζες φέρνει αποτελέσματα αντίθετα από το προσδοκώμενα ;
Το ερώτημα αυτό αναμένεται να απασχολήσει ?μεταξύ πολλών άλλων- το Διεθνές Συμπόσιο των Κεντρικών Τραπεζιτών του Jackson Hole, εν μέσω ενδείξεων ότι τα αρνητικά επιτόκια, αντί να ενθαρρύνουν την κατανάλωση και τις επενδύσεις, εξωθούν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να αποταμιεύουν Για παράδειγμα, η 54χρονη πωλήτρια Χάικε Χόφμαν, αντέδρασε στην υιοθέτηση αρνητικών επιτοκίων του ευρώ μειώνοντας τις καταναλωτικές της δαπάνες, αποταμιεύοντας περισσότερο και αγοράζοντας χρυσό.
«Πρέπει τώρα να αποταμιεύω περισσότερο από πριν για να έχω κομπόδεμα για τα γεράματά μου», λέει στη Wall Street Journal. Τον κώδωνα του κινδύνου για το ενδεχόμενο αυτό είχε κρούσει μήνες πριν ο Λάρι Φινκ, ο επικεφαλής της BlackRock, της μεγαλύτερης εταιρείας διαχείρισης διαθεσίμων στον κόσμο, υπογραμμίζοντας ότι οι καταναλωτές που θέλουν να βάλουν χρήματα στην άκρη για το μέλλον, θα πρέπει να μειώσουν τις δαπάνες τους τώρα. Επομένως, μια νομισματική πολιτική που στοχεύει στο να τονώσει τη ζήτηση και την ανάπτυξη, μπορεί να «ψαλιδίσει» την καταναλωτική δαπάνη, μέσω της οποίας επιδιώκεται η ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.
Πραγματικά, στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) δείχνουν οτι οι καταναλωτές αποταμιεύουν περισσότερο στη Γερμανία και την Ιαπωνία, ενώ σε άλλες τρεις ευρωπαϊκές χώρες που έχουν υιοθετήσει πολιτική αρνητικών επιτοκίων (Ελβετία, Δανία, Σουηδία), τα ποσοστά αποταμίευσης βρίσκονται στα υψηλότερα επίπεδα από το 1995, οπότε ξεκίνησε η συλλογή των σχετικών στοιχείων.
Οι λόγοι πίσω από φαινόμενο αυτό είναι πολλοί, από την φυσική ροπή προς αποταμίευση που έχουν οι γηράσκουσες κοινωνίες της Δύσης, έως το ότι τα αρνητικα επιτόκια έχουν εκληφθεί ως «μέσο έσχατης ανάγκης» που σηματοδοτεί έντονη ανησυχία των κεντρικών τραπεζιτών για τις προοπτικές των οικονομιών- και για την ικανότητά τους να διαχειριστούν το πρόβλημα των χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης και του μηδενικού πληθωρισμού. «Οι άνθρωποι δανείζονται και δαπανούν περισσότερο μόνο όταν είναι αισιόδοξοι για το μέλλον», παρατηρεί ο αναλυτής της Morgan Stanley Αντριου Σιτς. «Ομως, η υιοθέτηση αρνητικών επιτοκίων που ισοδυναμεί με είσοδο σε αχαρτογράφητα νερά, υπονομεύει την εμπιστοσύνη».
Με την άποψη αυτή συμφωνούν και εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου: «Αυτή η παράδοξη πολιτική των αρνητικών επιτοκίων δεν μας έχει ενθαρρύνει να επενδύσουμε περισσότερο. Αντίθετα, αποτελεί ένδειξη ότι η κατάσταση της οικονομίας δεν βελτιώνεται», υποστηρίζει ο Χανς-Γκερτ Βίναντς, οικονομικός διευθυντής της Messer, γερμανικής εταιρείας βιομηχανικών αερίων. Η Messer μείωσε το κονδύλι για επενδύσεις στο 12,5% του κύκλου εργασιών της (ενώ το 2010 ξεπερνούσε το 20%), επιλέγοντας να μειώσει το χρέος της.
Τραπεζική ανταρσία
Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες της Ευρωζώνης που υποτίθεται ότι θα επωφελούνταν από την πολιτική αυτή, επειδή θα ενθαρρύνονταν να δανείσουν περισσότερο, διαμαρτύρονται ότι δεν υπάρχει ζήτηση για τα δάνειά τους και «τιμωρούνται» (με χρέωση 0,4%) καθώς το «παρκάρισμα» της πλεονάζουσας ρευστότητάς τους στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που είναι σε πολλές περιπτώσεις μονόδρομος έχει κοστίσει 2,64 δις. ευρώ από το 2014.
Υποχρεούνται δε να επωμιστούν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους, καθώς δεν μπορούν να μετακυλίσουν τα αρνητικά επιτόκια στους μικρούς και μεσαίους καταθέτες για προφανείς λόγους. Στην προσπάθειά τους να αμβλύνουν τις παρενέργειες, χρεώνουν τους εταιρικούς πελάτες ενώ δυο μικρές συνεταιριστικές γερμανικές τράπεζες, η Deutsche Skatbank και η Raiffeisen Gmund am Tegernsee πήγαν ένα βήμα παραπέρα, χρεώνοντας και ιδιώτες μεγαλοκαταθέτες και τροφοδοτώντας φόβους ότι και άλλες τράπεζες θα ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.