Χρονικό περιθώριο 30 ημερολογιακών ημερών έχει στη διάθεσή του το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης για να εκπληρώσει τα συμφωνηθέντα που περιλαμβάνονται στο πρώτο «πακέτο» της μεταμνημονιακής περιόδου.
H επίσημη καταγραφή της προόδου που έχει συντελεστεί στα ανοικτά μέτωπα θα γίνει την επόμενη εβδομάδα, με την έλευση των εκπροσώπων των θεσμών στην Αθήνα. Ωστόσο, η ελληνική πλευρά πρακτικά θα έχει περιθώριο έως τις 15 Φεβρουαρίου για να τηρήσει τα συμφωνηθέντα, προκειμένου και οι θεσμοί από την πλευρά τους να έχουν τον χρόνο να συντάξουν την 2η μεταμνημονιακή έκθεση αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας έως τις 27 Φεβρουαρίου.
Εφόσον τα χρονοδιαγράμματα και οι υποχρεώσεις τηρηθούν, η απόφαση για την εκταμίευση της πρώτης δόσης με τα κέρδη από τα ANFAs και τα SMPs (τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων που έχουν στην κατοχή τους η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες των χωρών-μελών της Ευρωζώνης) θα ληφθεί στο Eurogroup της 11ης Μαρτίου, ενώ το ποσό των περίπου 640 εκατ. ευρώ θα εκταμιευτεί από τον ESM.
H συζήτηση με τους θεσμούς για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και την υλοποίηση των συμφωνηθέντων θα ξεκινήσει αφού θα έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο όσον αφορά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Έτσι, στο οικονομικό επιτελείο θα πέσει και πάλι το βάρος να πείσει εταίρους και αγορές ότι, παρά την έναρξη της προεκλογικής χρονιάς, τα συμφωνηθέντα θα τηρηθούν. Με αυτό το δεδομένο, κρίσιμη θεωρείται -κυρίως για το κλίμα που θα διαμορφωθεί- η έκθεση της S&P για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, η οποία αναμένεται το βράδυ της Παρασκευής.
Τα κυρίαρχα θέματα
Στη συζήτηση με τους θεσμούς, τα κυρίαρχα θέματα αναμένεται να είναι το δημοσιονομικό, τα «κόκκινα» δάνεια, αλλά και η στρατηγική που θα ακολουθηθεί προκειμένου οι τράπεζες να επιτύχουν τους στόχους απομείωσης των υποχρεώσεων σε καθυστέρηση χωρίς να επηρεαστεί η κεφαλαιακή τους επάρκεια.
Στο μέτωπο του δημοσιονομικού, το οικονομικό επιτελείο δεν φαίνεται να ανησυχεί για την υστέρηση των 433 εκατ. (έναντι του στόχου) που αποτυπώθηκε στο πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού. Η υστέρηση θεωρείται «λογιστική» και εκτιμάται ότι θα καλυφθεί άνετα μόλις ανακοινωθούν τα στοιχεία της γενικής κυβέρνησης. Στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι το μνημονιακό πρωτογενές πλεόνασμα θα κλείσει τελικώς αρκετά πάνω από τον επίσημο στόχο του 3,5%.
Οι στόχοι του προϋπολογισμού
Το βάρος των συζητήσεων αναμένεται να πέσει στον προϋπολογισμό του 2019, καθώς οι στόχοι του φετινού προϋπολογισμού είναι οριακά υψηλότεροι από το 3,5%, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για αποκλίσεις. Σε αυτό το πλαίσιο θα συζητηθεί τόσο η απόφαση της κυβέρνησης να παρατείνει το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ στα πέντε νησιά του Αιγαίου όσο και η απόφαση για το επίδομα στέγασης, μέτρο που έχει συμφωνημένο δημοσιονομικό κόστος 400 εκατ. Δημοσιονομικές επιπτώσεις μπορεί να έχει και η αύξηση του κατώτατου μισθού, καθώς επηρεάζεται σειρά επιδομάτων. Η κυβέρνηση θα αντιπαραβάλει στοιχεία με βάση τα οποία η αύξηση του κατώτατου μισθού θα έχει θετικό δημοσιονομικό αντίκτυπο, ενώ θα ενισχύσουν και την πορεία του ΑΕΠ λόγω της αναμενόμενης αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης. Σε δημοσιονομικό επίπεδο αναμένεται να επηρεαστούν (έστω και ελαφρά) τα φορολογικά έσοδα (σ.σ.: οι παλαιότεροι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό θα κληθούν να πληρώσουν φόρο εισοδήματος) και οι ασφαλιστικές εισφορές που θα αυξηθούν ούτως ή άλλως. Αυτές οι αυξήσεις αναμένεται ότι θα αποφέρουν περισσότερα από το κόστος που θα επιφέρει η αναπροσαρμογή των επιδομάτων που συνδέονται με τον κατώτατο μισθό.
Οι αποκρατικοποιήσεις
Στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων, η κυβέρνηση θα εμφανιστεί καθησυχαστική για το θέμα του «Ελευθέριος Βενιζέλος», ενώ θα παρουσιάσει την πρόοδο που έχει γίνει στο μέτωπο του Ελληνικού και της ΔΕΣΦΑ. Η ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο θα αποτελέσει πολύ μεγάλη ενότητα. Η κυβέρνηση έχει αναγάγει τη ρύθμιση των οφειλών σε «εθνικό στόχο», στον οποίο μάλιστα αναφέρθηκε για μια ακόμη φορά ο πρωθυπουργός χθες στη Βουλή.
Προστασία κύριας κατοικίας
Πολλές από τις εκκρεμότητες προϋποθέτουν την ψήφιση νομοθετικών διατάξεων, κάτι που σημαίνει ότι μετά την ολοκλήρωση των εκ του σύνεγγυς επαφών με τους εκπροσώπους των θεσμών στην Αθήνα -αναμένεται να διαρκέσουν από τις 21 έως τις 24 ή 25 Ιανουαρίου- η κυβέρνηση θα πρέπει να στείλει στη Βουλή ακόμη ένα νομοσχέδιο. Σε αυτό θα πρέπει να συμπεριληφθεί η διάταξη για το διάδοχο σχήμα προστασίας της κύριας κατοικίας από τον πλειστηριασμό, οι όποιες νομοθετικές παρεμβάσεις χρειαστούν για την ταχύτερη μείωση των «κόκκινων» δανείων, διατάξεις για τις ιδιωτικές κλινικές και την αδειοδότηση επιχειρήσεων (θέματα που επίσης πρέπει να κλείσουν μέσα στον Φεβρουάριο). Εκτός από τα «προαπαιτούμενα» η κυβέρνηση θα θελήσει να νομοθετήσει μέσα στο επόμενο διάστημα και μέτρα που η ίδια θέλει να προωθήσει. Αυτά είναι το νέο καθεστώς ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία και προς τα ασφαλιστικά ταμεία, οι νέες αλλαγές στον εξωδικαστικό συμβιβασμό ώστε να διευρυνθεί ακόμη περισσότερο ο κατάλογος αυτών που θα μπορούν να ενταχθούν (σ.σ.: η συζήτηση εστιάζεται αυτή τη στιγμή στους οφειλέτες που έχουν αναστείλει την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, αλλά και στη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών του 2018), όπως και σειρά φορολογικών αλλαγών που θέλει να προωθήσει η ελληνική πλευρά.
Φορολογικές αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση
1. Αύξηση των απαιτούμενων ηλεκτρονικών πληρωμών για τη διασφάλιση του αφορολογήτου (ή για την ακρίβεια την αποφυγή επιβολής φορολογικού προστίμου), όπως επίσης και η μείωση του επιτρεπόμενου ορίου πληρωμής με μετρητά.
2. Βελτίωση της πάγιας ρύθμισης των οφειλών προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.
3. Θέσπιση μιας έκτακτης ρύθμισης για τις οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, η οποία θα δώσει το δικαίωμα σε όσους ενταχθούν να ανακτήσουν το δικαίωμα συνταξιοδότησης.